Δεν υιοθέτησα την εισήγηση της γραμματείας προς την Κ.Ε. Για τρεις λόγους ουσιαστικούς.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι ξεκινάμε την δουλειά με λάθος τρόπο, με τρόπο συνηθισμένο από τα παλιά, με την «πεπατημένη» και την δύναμη της συνήθειας, με αρκετή προχειρότητα. Και εξηγούμαι: Η εισήγηση είναι ένας «κουβάς» θεμάτων διαφορετικών, που το καθένα έχει την σημασία του, για τα οποία όμως δεν μπορούμε σχεδόν ποτέ με επάρκεια να εξετάσουμε ή να συζητήσουμε, με αποτέλεσμα στο τέλος να μη βγαίνει συμπέρασμα για το ποια είναι η κεντρική μας κατεύθυνση. Έχει ξαναγίνει –σε συνεδριάσεις της Κ.Ε- να καταλήγουμε σε τέτοια κείμενα που μετά παρουσιάζονται και στις οργανώσεις με τις τρεις συνηθισμένες τροποποιήσεις, με αποτέλεσμα η συζήτηση που ακολουθεί στις οργανώσεις μελών να είναι γενική, επί παντός του επιστητού, όπου ο καθένας λέει ό,τι του έρθει εκείνη την στιγμή.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε ως σύνολο θεμάτων: τον πόλεμο στην Συρία, την κινητοποίηση για την ΔΕΘ, την παρέμβαση στους αγώνες που γίνονται αυτήν την περίοδο, τον στόχο να φύγει η κυβέρνηση, το ζήτημα των συμμαχιών και την δημιουργία επιτροπών για την ανατροπή της κυβέρνησης ή για την υπεράσπιση της δημόσιας περιουσίας, τις εσωτερικές διαδικασίες για εκλογή νέων οργάνων, την προετοιμασία του κόμματος για τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές. Είναι πάρα πολλά θέματα και δύσκολα, λίγο επεξεργασμένα λίγο συζητημένα και με πρόχειρο τρόπο ριγμένα στο χαρτί.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι αυτή η αντιμετώπιση οδηγεί σε αδυναμία κεντρικού προσανατολισμού για τα μέλη και τις οργανώσεις μελών. Τα καλούμε σε όλα και θα προσανατολιστούν σε ό,τι νομίζουν ότι μπορούν και σε ό,τι τα πιέζει περισσότερο. Άλλοι θα
δουλεύουν από τώρα για τις αυτοδιοικητικές, άλλοι για τις ευρωεκλογές, άλλοι για την ιδιωτικοποίηση του νερού, άλλοι για την αντιμετώπιση των φασιστών, άλλοι για τα μέτωπα που ανοίγουν σε παιδεία, υγεία κ.λπ., άλλοι θα προσπαθούν να φτιάξουν μια επιτροπή, οι νεολαίοι θα κάνουν το φεστιβάλ τους και όλοι μαζί θα λέμε να φύγει η κυβέρνηση. Όλα αυτά δεν είναι προσανατολισμός και δεν είναι σοβαρή στάση.
δουλεύουν από τώρα για τις αυτοδιοικητικές, άλλοι για τις ευρωεκλογές, άλλοι για την ιδιωτικοποίηση του νερού, άλλοι για την αντιμετώπιση των φασιστών, άλλοι για τα μέτωπα που ανοίγουν σε παιδεία, υγεία κ.λπ., άλλοι θα προσπαθούν να φτιάξουν μια επιτροπή, οι νεολαίοι θα κάνουν το φεστιβάλ τους και όλοι μαζί θα λέμε να φύγει η κυβέρνηση. Όλα αυτά δεν είναι προσανατολισμός και δεν είναι σοβαρή στάση.
Κοντολογίς απαιτείται αξιολόγηση και ιεράρχηση των στόχων μας και ανάδειξη των κεντρικών στόχων.
Στην παρούσα συγκυρία ο ριζοσπαστισμός δεν έγκειται στο αν ένας σχηματισμός έχει τη ριζοσπαστικότερη των αντιλήψεων σε όλα τα θέματα, αλλά στο αν μπορεί να υπηρετήσει με ριζοσπαστικό και ρηξικέλευθο τρόπο τις βασικές ανάγκες που αυτή τη στιγμή έχει ανάγκη η χώρα και ο λαός, δηλαδή σταμάτημα της καταστροφής, μίνιμουμ επίπεδο διαβίωσης για όλους, συγκράτηση των οικονομικών και κοινωνικών δομών της χώρας και προώθηση μιας παραγωγικής ανασυγκρότησης. Αυτό μπορεί να ακούγεται «λίγο», αλλά η υπηρέτησή του μπορεί να γίνει μόνο με συγκρούσεις και ριζοσπαστισμό.
Ο τρίτος λόγος αφορά την έλλειψη σοβαρής στάσης. Ένας παλιότερος έγραφε: «Εκείνο που πραγματικά έχει αξία στον κόσμο, είναι η σοβαρή στάση, και ακριβώς σε αυτή τη στάση το κόμμα αφιερώνει τη μεγαλύτερη προσοχή». Το ερώτημα που τίθεται είναι η σχέση μας με την σοβαρή στάση και πόση προσοχή της αποδίδουμε. Σε όλους τους τομείς και σε όλα τα ζητήματα μικρά και μεγάλα. Το κεντρικό σύνθημα του ιδρυτικού μας συνεδρίου ήταν «ισχυρός ΣΥΡΙΖΑ – αυτοδύναμος λαός». Σωστό σύνθημα. Πώς το εννοούμε όμως; Πόσο κοντά είμαστε σε αυτό; Πόσο μοχθούμε για να τα προωθήσουμε; Πώς θα γίνει ισχυρός ο ΣΥΡΙΖΑ; Πώς ο λαός θα γίνει πραγματική αυτοδύναμος με αυτοπεποίθηση, ιδανικά, οράματα για μια άλλη Ελλάδα; Τι βήματα έχουμε κάνει σε αυτήν την κατεύθυνση;
Στις δεδομένες συνθήκες χρειαζόμασταν μια σύνοδο της Κ.Ε. που να εξέταζε άμεσα δύο ζητήματα: Πρώτο το θέμα του πολέμου στην Συρία και τον καθορισμό μιας στάσης και γραμμής για αυτόν. Δεύτερο να εκτιμούσαμε την κατάσταση του κόσμου μετά την καλοκαιρινή επέλαση της κυβέρνησης και να επεξεργαζόμασταν την τρέχουσα γραμμή του κόμματος με στόχο την κοινωνική ανασυγκρότηση και την δημιουργία ενός πολιτικού ρεύματος διεξόδου της χώρας. Να εκτιμούσαμε το γιατί παντού μας λένε «πού είναι και τι κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ », γιατί υπάρχει αυτό το ερώτημα, ποιοι και γιατί το θέτουν, τι ουσιαστικά ζητούν από εμάς. Να σκύβαμε με σοβαρότητα πάνω στα προβλήματα της κοινωνίας και να δεσμευόμασταν για 3-4 ρεαλιστικά και συγκεκριμένα πράγματα και να βλέπαμε πώς θα σπάγαμε την καθήλωση και την ανάθεση που επιβάλλεται σε μια κοινωνία που αποσυντίθεται, που κονιορτοποιείται μέρα με την μέρα, που γίνεται ασώματη. Από αυτές τις γενικές διαπιστώσεις να καθορίζαμε μια κεντρική γραμμή τόσο για την περίοδο όσο και για την ανασυγκρότηση των κοινωνικών χώρων και μετώπων. Για τις εκλογικές αναμετρήσεις θα έφτανε μια και μόνο παράγραφος που να τόνιζε την ιδιαίτερη προεκλογική χροιά της περιόδου και τα καθήκοντα που απορρέουν από αυτήν, με την υπογράμμιση ότι άμεσα τα αρμόδια τμήματα, η γραμματεία κ.λπ. θα πρέπει να εφοδιάσουν το κόμμα με εισηγήσεις και κατευθύνσεις.
Ξέρω ότι είμαστε ένα νέο κόμμα. Τείνουμε όμως να λειτουργούμε με παλιές συνήθειες και με λιγοστή τόλμη. Κηρύσσουμε τον παραγοντισμό εκτός νόμου, αλλά αυτός κυριεύει τις γραμμές μας. Δεν έχουμε μια οργανωτική πολιτική που να είναι αντίστοιχη του στόχου της μετάβασης και της οικοδόμησης ενός σύγχρονου πραγματικά αριστερού κόμματος και η νομή κάθε υποτιθέμενης ή πραγματικής μικροεξουσίας μετατρέπεται σε σαράκι.
Δεν ακούμε καλά την κοινωνία και επομένως δεν συγκλονιζόμαστε από τα βάσανά της. Προχωράμε βέβαιοι για την άκοπη διακυβέρνηση και ό,τι αυτή φέρνει. Κυρίως δεν προετοιμαζόμαστε για τις δυσκολίες που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Έτσι όμως γινόμαστε ευάλωτοι από πολλές απόψεις…
Φοβάμαι πως η κεντρική κατεύθυνση που ρητά ή υπόρρητα βγαίνει είναι η προετοιμασία για τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις ευρωεκλογές και η ετοιμότητα να κερδίσουμε τις βουλευτικές όποτε αυτές γίνουν. Η ανατροπή υπάρχει σαν σύνθημα. Δεν υπάρχει η προετοιμασία των όρων μιας διεξόδου της χώρας και επομένως η προετοιμασία της κοινωνικής ανασυγκρότησης, ενός πολιτικού ρεύματος διεξόδου για τον στόχο αυτό. Ο πολίτης οφείλει κυρίως να ψηφίσει όταν έρθει η ώρα και η ώρα θα έρθει. Αυτή η γραμμή όμως είναι πιο πίσω από αυτό που χρειάζεται ο τόπος, ο λαός, η χώρα, αν θέλετε και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το κόμμα χρειάζεται επειγόντως, σε όλα τα επίπεδα λειτουργία, διαδικασίες σαφείς στόχους και ρόλους κάθε επιπέδου, κάθε στελέχους, κάθε οργάνωσης μελών. Χρειάζεται σαφή πολιτική γραμμή και γείωση στην πραγματικότητα και την κοινωνία. Ο ΣΥΡΙΖΑ των μελών, ο ΣΥΡΙΖΑ της μετάβασης, ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστής των εξελίξεων, ο ΣΥΡΙΖΑ ελπίδα του λαού είναι τα μεγάλα ζητούμενα στα οποία όλοι μας πρέπει να συμβάλουμε.