Το απόσπασμα που ακολουθεί ανήκει στην ποιητική σύνθεση του Νίκου Εγγονόπουλου Μπολιβάρ. Ένα ελληνικό ποίημα το οποίο γράφτηκε στη διάρκεια της Κατοχής (το χειμώνα του 1942-1943) κυκλοφόρησε αρχικά σε χειρόγραφα αντίγραφα, διαβάστηκε σε συγκεντρώσεις αντιστασιακού χαρακτήρα και δημοσιεύτηκε το 1944. Πρόκειται για ένα μεγάλο συνθετικό ποίημα, με υπερρεαλιστικά στοιχεία και με περιεχόμενο που αναφέρεται σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος είναι ο Σ. Μπολιβάρ, πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης σε πολλά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Νότιας Αμερικής (1810-1830) ενάντια στους Ισπανούς κατακτητές.
Συμπέρασμα:
Μετά την επικράτησιν της νοτιοαμερικανικής επαναστάσεως στήθηκε στ’ Ανάπλι και τη Μονεμβασιά, επί ερημικού λόφου δεσπόζοντος της πόλεως, χάλκινος ανδριάς του Μπολιβάρ. Όμως, καθώς τις νύχτες ο σφοδρός άνεμος που φυσούσε ανατάραζε με βία την ρεντιγκότα του ήρωος, ο προκαλούμενος θόρυβος είτανε τόσο μεγάλος, εκκωφαντικός, που στέκονταν αδύνατο να κλείση κανείς μάτι, δεν μπορούσε να γενή πλέον λόγος για ύπνο. Έτσι οι κάτοικοι εζήτησαν και, διά καταλλήλων ενεργειών, επέτυχαν την κατεδάφιση του μνημείου.
Ύμνος αποχαιρετιστήριος του Μπολιβάρ
(Εδώ ακούγονται μακρινές μουσικές που παίζουν, μ’ άφθαστη μελαγχολία, νοσταλγικά λαϊκά τραγούδια και χορούς της Νοτίου Αμερικής, κατά προτίμησιν σε ρυθμό sardane)
στρατηγέ
τι ζητούσες στη Λάρισα
συ
ένας
Υδραίος;
Αυτόν τον τελευταίο στίχο του τεράστιου ποιήματος Μπολιβάρ: Ένα ελληνικό ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου, γραμμένου στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, χρησιμοποίησε ο λίγος κι ούτε πνευματώδης Ευ. Βενιζέλος για να διασκεδάσει την επανεμφάνιση του Γ. Α. Παπανδρέου.
Μετά την επικράτησιν της νοτιοαμερικανικής επαναστάσεως στήθηκε στ’ Ανάπλι και τη Μονεμβασιά, επί ερημικού λόφου δεσπόζοντος της πόλεως, χάλκινος ανδριάς του Μπολιβάρ. Όμως, καθώς τις νύχτες ο σφοδρός άνεμος που φυσούσε ανατάραζε με βία την ρεντιγκότα του ήρωος, ο προκαλούμενος θόρυβος είτανε τόσο μεγάλος, εκκωφαντικός, που στέκονταν αδύνατο να κλείση κανείς μάτι, δεν μπορούσε να γενή πλέον λόγος για ύπνο. Έτσι οι κάτοικοι εζήτησαν και, διά καταλλήλων ενεργειών, επέτυχαν την κατεδάφιση του μνημείου.
Ύμνος αποχαιρετιστήριος του Μπολιβάρ
(Εδώ ακούγονται μακρινές μουσικές που παίζουν, μ’ άφθαστη μελαγχολία, νοσταλγικά λαϊκά τραγούδια και χορούς της Νοτίου Αμερικής, κατά προτίμησιν σε ρυθμό sardane)
στρατηγέ
τι ζητούσες στη Λάρισα
συ
ένας
Υδραίος;
Αυτόν τον τελευταίο στίχο του τεράστιου ποιήματος Μπολιβάρ: Ένα ελληνικό ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου, γραμμένου στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, χρησιμοποίησε ο λίγος κι ούτε πνευματώδης Ευ. Βενιζέλος για να διασκεδάσει την επανεμφάνιση του Γ. Α. Παπανδρέου.
Τέσσερα χρόνια μετά την εξαγγελία από το Καστελόριζο της ένταξης της χώρας σε καθεστώς επιτροπείας, τρία χρόνια μετά τις πλατείες και δύο χρόνια μετά τις εκλογές, έχει διανυθεί μια μεγάλη απόσταση, έχουν αλλάξει πολλά αλλά η κατάσταση του λαού και της κοινωνίας δεν έχει βελτιωθεί.
Τέσσερα χρόνια μετά, ο ΓΑΠ επανακάμπτει, αφού είχε θεωρηθεί υπεύθυνος για τη χρεοκοπία και μάλιστα φορώντας μια φορεσιά που λίγο απέχει από εκείνη του αντιμνημονιακού… Άλλωστε, υπάρχει καμιά πολιτική δύναμη που να εμφανίζεται ως υποστηρικτής των μνημονίων; Ομνύουν στο «τέλος των μνημονίων», ενώ ξέρουν ότι υπηρετούν ένα ειδικό καθεστώς που καταστρέφει τη χώρα.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν τινάχτηκε στον αέρα το πολιτικό σκηνικό του πάλαι ποτέ κραταιού δικομματισμού, το πολιτικό σύστημα ένιωσε τεράστια απειλή από το λαό που ζητούσε το ξεθεμελίωμά του και ο ριζοσπαστισμός έκανε βήματα μπροστά, ταράζοντας τη μεταπολιτευτική ησυχία.
Από τις εκλογές του 2012 εισήλθαμε σε μια παρατεταμένη φάση όπου η κινητοποίηση και η αμφισβήτηση έδωσε τη θέση της σε μια στάση ανάθεσης, υποστροφής του ριζοσπαστισμού και ενός διπολισμού κοινοβουλευτικού χαρακτήρα. Οι κοινωνικοί χώροι δεν ανασυγκροτήθηκαν στη βάση στόχων και εναλλακτικών, πολιτικό ρεύμα διεξόδου δεν δημιουργήθηκε – ούτε καν επιχειρήθηκαν τέτοια εγχειρήματα. Κοινώς, «τρώγαμε από τα έτοιμα» κι έτσι σήμερα έχουμε μια κρίσιμη και αμφίρροπη εκλογική αναμέτρηση που με άλλους όρους θα έπρεπε να είναι «περίπατος», που έπρεπε να έχει επιβληθεί πολύ νωρίτερα, που έπρεπε να γίνει με όρους μεγάλου λαϊκού μαζικού κινήματος.
Για πολλούς λόγους τα πράγματα εξελίχθηκαν όπως εξελίχθηκαν και έτσι έχουμε μπροστά μας τρία βασικά και κεντρικά καθήκοντα:
α) Να αντιστραφεί η πορεία υποστροφής του λαϊκού παράγοντα για να ανταποκριθεί σε δύσκολα και πολύ πιο σύνθετα καθήκοντα (δύο χρόνια δεν έγινε καμιά σοβαρή προετοιμασία).
β) Να απαντηθεί η συνδυασμένη προσπάθεια να στηθεί ξανά το πολιτικό σύστημα σε παλιές βάσεις, κυρίως μέσα από μια κεντροαριστερή ανασύσταση.
γ) Να ακυρωθούν όλοι οι σχεδιασμοί που σκοπό έχουν να υποχωρήσουν τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά που έφερε η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ στο 27% και να μετατραπεί αυτός σε μια ακίνδυνη δύναμη που θα εκβάλλει στον κεντροαριστερό χώρο.
Η εικόνα που θέλουν να δώσουν τα ΜΜΕ και οι εταιρίες δημοσκοπήσεων είναι ότι η διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα (Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ) είναι μικρή και ότι επίσης το άθροισμά τους είναι μικρό. Δεν νοιάζονται να κάνουν την πρόσθεση Ν.Δ. συν ΠΑΣΟΚ γιατί τα νούμερα που θα συγκεντρώνονταν είναι απογοητευτικά.
Ας υποθέσουμε όμως πως υπάρχει μια περιοχή της κοινωνίας που έχει πληγεί από τα μνημόνια αλλά δεν πείθεται από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η περιοχή υπάρχει και υποδηλώνεται από τον «Κανένα» που κάνει την επανεμφάνισή του. Ένας «Κανένας» πιο δύσπιστος, πιο κλειστός, πιο κουρασμένος. Δυνατός, όμως, και αποφασιστικός παράγοντας για τις εξελίξεις. Κανένας δεν ξέρει πώς θα συμπεριφερθεί, πώς θα αντιδράσει, πώς θα τιμωρήσει και σε ποια δοσολογία στις τριπλές, σύνθετες εκλογές που έχουμε μπροστά μας. Ίσως δεν δώσει ένα μόνο μήνυμα αλλά πολλαπλά σε κάθε κάλπη.
Η ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος, η εκκόλαψη της νέας κεντροαριστεράς με δυναμικό τρόπο, οι προσπάθειες «κοντέματος» του ΣΥΡΙΖΑ, η ύπαρξη του επικίνδυνου και απρόβλεπτου «Κανένα», όλα αυτά προσδίδουν τη μεγάλη ρευστότητα και προμηνύουν ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις την επαύριο των εκλογών.
Το ζητούμενο είναι προς ποια κατεύθυνση; Η απάντηση θα δοθεί από την ανταπόκριση (κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ) στα τρία καθήκοντα που περιγράφτηκαν πιο πάνω και κυρίως από τη συνάντησή του με τον «Κανένα». Επαφή δύσκολη, ζωογόνα, που απαιτεί υπερβάσεις και δεσμεύσεις καθαρές και ορατές διά γυμνού οφθαλμού.