Η παρακμή της Δύσης, οι σύγχρονες σταυροφορίες και η θέση της Ελλάδας
Το ερώτημα έχει μια ιδιαίτερη σημασία. Η εποχή που ζούμε θα είναι μια εποχή πολέμων, δηλαδή κυριαρχίας της πολιτικής της εξάλειψης των αντιπάλων διά της αιματοχυσίας; Διότι, το γνωστό «ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα» διακρίνει σαφώς την εποχή της «ειρήνης» από την εποχή του «πολέμου».
Συνηθίσαμε στην ιδέα ότι ο πόλεμος είναι εξαίρεση, ενώ ο «ειρηνικός» οικονομικός ανταγωνισμός ο κανόνας. Πόλεμος και ειρήνη, πράγματι, διαπλέκονται αλλά καλό είναι οι «ηρωικές» στερεοτυπικές διατυπώσεις («ταξικός πόλεμος», «κοινωνικός πόλεμος» κ.λπ.) να μη συσκοτίζουν τη διαφορά ανάμεσα στις δύο καταστάσεις. Ο πόλεμος ως ειδική κατάσταση (για άλλους «τέχνη», «επιστήμη» ή «πατήρ πάντων») είναι η συνέχιση της πολιτικής με βίαια μέσα που αποσκοπεί στην συντριβή ή την εξουδετέρωση της αντίπαλης δύναμης.
Ο φιλόσοφος Κ. Πρέβε, έθεσε με σαφήνεια το ερώτημα: «Το να φτάνουμε στη ρίζα των ζητημάτων, το να είμαστε δηλαδή ριζοσπάστες, σημαίνει να μπορούμε να ερμηνεύσουμε το ουσιώδες της ιστορικής εποχής που ζούμε». Ποιο είναι, λοιπόν, το ειδικό, κεντρικό χαρακτηριστικό της εποχής μας; Ο Πρέβε απαντά: Ο σύγχρονος κόσμος συνίσταται σε μια εποχή πολέμων για τη Νέα Τάξη Πραγμάτων. Δεν πρόκειται για μια απλή περιγραφή δίπλα σε άλλες που θα μπορούσαν να γίνουν, αλλά για σαφή ορισμό της ιστορικής εποχής που είναι σε εξέλιξη.
Δεν είναι λίγοι όσοι μιλούν για τους πολέμους στην εποχή της Νέας Τάξης και εξετάζουν τα ειδικά τους χαρακτηριστικά, υποστηρίζοντας ότι έχει ήδη αρχίσει ο Δ’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση, λίγο μετά τη λήξη του Τρίτου και επονομαζόμενου ψυχρού πόλεμου, σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας μεγάλης σύγκρουσης που θα χρωματίσει την παγκόσμια πραγματικότητα αποφασιστικά. Για να μιλήσουμε με πιο προσγειωμένους όρους, ας θεωρήσουμε τον πόλεμο ως μια από τις μεγάλες ροπές του 21ου αιώνα. Με πιο «ξύλινη» γλώσσα, η «τάση προς τον πόλεμο» μεγαλώνει εκθετικά.
Διεξάγονται, τώρα, δύο ταυτόχρονα διεθνοποιημένοι πόλεμοι. Ο πόλεμος της Ουκρανίας και αυτός ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος στις περιοχές του Ιράκ και της Συρίας. Η εμπλοκή δυνάμεων στους πολέμους αυτούς μεγαλύτερη και ευρύτερη, το θέατρο των επιχειρήσεων αφορά μια μεγάλη ευρωπαϊκή χώρα -μεγαλύτερης σημασίας από τη Σερβία του Μιλόσεβιτς- και μια εκτεταμένη περιοχή στη Μέση Ανατολή. Ο πόλεμος της Γάζας μόλις έχει κοπάσει προς το παρόν, στις περιοχές του Αφγανιστάν και του Πακιστάν συνεχίζεται, ενώ γίνεται φανερό πως οι διευθετήσεις που έφεραν οι χθεσινοί πόλεμοι (Ιράκ, Αφγανιστάν) έχουν προ πολλού αμφισβητηθεί.
Ιστορική παρακμή της Δύσης, στρατηγική του χάους
Η ροπή προς τον πόλεμο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο ως κλασική μέθοδος ξεπεράσματος της οικονομικής κρίσης, μέσω της καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων για να ξαναρχίσει ο κύκλος της κερδοφορίας. Σωστό και ιστορικά επαληθεύσιμο, αλλά ταυτόχρονα πολύ γενικό, τόσο που δεν συλλαμβάνει το ιδιαίτερο της ιστορικής φάσης, των ειδικών τρόπων διεξαγωγής των πολέμων, της στρατηγικής κάθε εμπλεκόμενης δύναμης, των συνεπειών στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων.
Ζούμε σήμερα την πολύμορφη ιστορικής σημασίας παρακμή της Δύσης και την υποχώρηση των ΗΠΑ, ηγέτιδας δύναμης του δυτικού κόσμου. Η σχετική παρακμή της Δύσης σχετίζεται με την πορεία της «παγκοσμιοποίησης» και κυρίως με μια συνέπειά της, την ανάδυση άλλων κέντρων (π.χ. Κίνα, Ρωσία, Ινδία).
Η περαιτέρω ισχυροποίηση ή συνεργασία των κέντρων αυτών μπορεί να αποτελέσει τεράστιο πονοκέφαλο για το δυτικό κόσμο και τη δύουσα κυριαρχία των ΗΠΑ. Η εξαπόλυση χαοτικών καταστάσεων, μέσω πολέμων, είναι ο κύριος τρόπος αντιμετώπισης της απειλής που συνιστά η ανάδυση των νέων κέντρων. Οι σταυροφορίες, που η Ουάσιγκτον εξαγγέλλει, οδηγούν σε πολυδιάσπαση μετώπων και επιβράδυνση ή ακύρωση κινήσεων προσέγγισης (π.χ. το πλησίασμα Ρωσίας, Γερμανίας). Οι χαοτικές καταστάσεις λειτουργούν και «προβοκατόρικα», στοχεύοντας στη δημιουργία τετελεσμένων προς όφελος, κυρίως, των ΗΠΑ.
Με μια έννοια, ο σύγχρονος κόσμος ήταν κυρίως «δυτικοκεντρικός» και αυτό αρχίζει για πρώτη φορά να θεωρείται περιοριστικό. Η παγκοσμιοποίηση ρηγμάτωσε την ηγεμονία του «δυτικοκεντρισμού» που εμφανίστηκε στα μάτια ζωτικών αστικών δυνάμεων της Περιφέρειας, ως αναχρονισμός, έτσι που επιζητούν κι αυτές μια «νέα τάξη πραγμάτων». Η δική τους υπό διαμόρφωση στρατηγική δεν εδράζεται στην κατάργηση κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου ή εθνικής κυριαρχίας αλλά μάλλον προσβλέπει σε έναν πολυπολικό κόσμο, όπου οι ίδιες θα είχαν δραστήριο ρόλο.
Οι δύο, σε εξέλιξη, διεθνοποιημένοι πόλεμοι που αναφέρθηκαν, πρέπει να ειδωθούν ως άμυνα, θωράκιση και πρωτοβουλία της Δύσης για την ανακοπή αυτών των τάσεων. Ο δρόμος του πολέμου καθίσταται ο «καθαρός» τρόπος επίλυσης γεωπολιτικών ανταγωνισμών που ακόμα δεν έχουν πλήρως διαφανεί.
Το ιδεολογικό προκάλυμμα των νέων σταυροφοριών δεν θα είναι ίδιο όπως στις περιπτώσεις των πολέμων της Γιουγκοσλαβίας ή του Ιράκ. Ούτε θα είναι απλά η «σύγκρουση των πολιτισμών» αλά Χάντιγκτον. Θα ζήσουμε, ήδη ζούμε, ένα υβρίδιο πολέμου εναντίον της τρομοκρατίας (γενικά), της βαρβαρότητας (ιδιαίτερα της τζιχαντιστικής), του Πούτιν που θέλει να αναβιώσει την «αυτοκρατορία του κακού» (χριστιανός και όχι τζιχαντιστής βέβαια αυτός, αλλά πάντως σκοτεινός…). Ενώ βεβαίως, θα αποθεωθούν τα «ιδεώδη» και ο «πολιτισμός» της Δύσης ως πανανθρώπινες αξίες που όλοι θα πρέπει να υπερασπιστούν απέναντι στην «απειλή του χάους».
Οργανωτής των νέων σταυροφοριών οι ΗΠΑ και ομπρέλα ολόκληρη η Ευρώπη, αλλά και χώρες όπως η Αυστραλία ή η Ιαπωνία που εξοπλίζεται ταχύτατα και δείχνει τα δόντια της προς τη Ρωσία και την Κίνα. Μέσα στην Ευρώπη, χώρες όπως οι Βαλτικές, η Πολωνία, η Ουκρανία (η όποια Ουκρανία μέσα από ή μετά τον πόλεμο) θα είναι οι κράχτες της αντιρωσικής πλευράς.
Στον αραβικό κόσμο, η κατάσταση θα είναι πιο σύνθετη καθώς ο ενισχυμένος (αλλά διασπασμένος) σουνιτισμός στοχοποιείται σήμερα αλλά δεν θα εγκαταλειφθεί η προσπάθεια στραγγαλισμού του σιίτικου στοιχείου (Ιράν, Χεζμπολάχ κ.λπ.). Το χάος όμως στην περιοχή μπορεί να βοηθά για γενικότερες διευθετήσεις σε όλα τα θέατρα της άμυνας που προβάλλει η Δύση.
Ένα αφελές ερώτημα
Έχει σχέση το αντικειμενικό γεγονός των δύο σε εξέλιξη πολέμων με την κατάσταση στη χώρα μας και τον αγώνα για μια διαφορετική διέξοδο; Γιατί καμιά φορά η πολιτική συζήτηση στην Ελλάδα διεξάγεται σαν να βρισκόμαστε κάπου μακριά και όχι ακριβώς ανάμεσα στις ζώνες των δύο πολέμων. Σαν να είμαστε μια χώρα σαν τη Νέα Ζηλανδία ή την Ελβετία, κάπως μακριά και χωρίς υποχρεώσεις απέναντι σε συνασπισμούς, όπως η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, δηλαδή δύο βασικές ενώσεις της υπαρκτής Δύσης. Σαν να μην αντιλαμβανόμαστε ότι η σύγχρονη ροπή στον πόλεμο οδηγεί στην καταναγκαστική επιλογή αναβίωσης του «ευρωατλαντισμού» που ακυρώνει την όποια αυτονομία της Ευρώπης από τις ΗΠΑ. Αφήνοντας, βέβαια, τον ηγεμόνα (Γερμανία) να κάνει ΠΑΙΧΝΙΔΙ χωρίς όμως να εγκαταλείπει την αγκαλιά των αμερικανικών προτεραιοτήτων. Έτσι, ακόμα και ο βαθμός αυτονομίας της Γερμανίας καθορίζεται από τις τάσεις αυτές.
Οι πόλεμοι με το γεωπολιτικό χαρακτήρα που περιγράφτηκε, εμπλέκουν όλες τις δυνάμεις στην τροχιά της αντιπαράθεσης. Η κυβέρνηση, βέβαια, διά της κυρίας… Βούλτεψη, εξηγεί την υποτελή της στάση με την περίφημη φράση «η τήρηση των συμμαχικών δεσμεύσεων είναι υπεράνω των συμφερόντων των ροδακινοπαραγωγών», χωρίς να αναρωτιέται καθόλου τι θα ζητηθεί στην πορεία από τους «συμμάχους» και τι προετοιμάζουν για μια αποικία χρέους στον Ευρωπαϊκό Νότο. Φυσικά οι πολιτικές ελίτ δεν διατυπώνουν καμιά σκέψη για το τι θα γίνει αν η κλιμάκωση της γεωπολιτικής κρίσης απαιτήσει άνοιγμα μετώπων και στα Βαλκάνια.
Ήδη, έχουμε «υποδεχτεί» τα χημικά της Συρίας στις θάλασσές μας, έχουμε πληρώσει το εμπάργκο προς τη Ρωσία, δίνουμε ό,τι ζητούν οι Αμερικανοί στη Σούδα και την Καλαμάτα, συρόμαστε σε διάλογο για την αποδοχή μιας νέας εκδοχής Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο, ενώ είμαστε θεατές των όσων διαδραματίζονται στα Βαλκάνια.
Ακόμα χειρότερα, σφυρίζουμε αδιάφορα, κάνοντας πως δεν καταλαβαίνουμε πως η Τουρκία, χώρα του G20 με βλέψεις για ευρύτερο ρόλο στην περιοχή, προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο να αποδεχθεί κουρδικό κράτος, ζητώντας «οικόπεδα» προς Δυσμάς (Κύπρος, Αιγαίο, Βαλκάνια). Ενώ αφήνει να διαρρεύσει ότι διαθέτει πυρηνικό πρόγραμμα μεγάλων βλέψεων. Ερντογάν και Νταβούτογλου θέτουν σε ΕΦΑΡΜΟΓΗ από καλύτερες θέσεις, και με ανανεωμένη τη λαϊκή εντολή, την πολιτική του νέο-οθωμανισμού.
Άφωνοι, συρόμενοι από ΗΠΑ και Γερμανία, απόντες σαν χώρα στα γεωπολιτικά τεκταινόμενα. Εθελόδουλοι, σε πλήρη ευθυγράμμιση με τους δυνάστες και εμπρηστές. Αλλά και με ένα λαό απροετοίμαστο απέναντι σε όσα εξελίσσονται σήμερα και προδιαγράφονται για αύριο.
Τα γεωπολιτικά κύματα, λοιπόν, εμπλέκουν και απειλούν με ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους τη δοκιμαζόμενη από τα μνημόνια και την τρόικα χώρα μας. Τα σενάρια διάλυσης, διαμελισμού και οικοπεδοποίησης δεν είναι φανταστικά μέσα από τις νέες παγκόσμιες μοιρασιές που αργά ή γρήγορα θα προκύψουν. Η παραμονή στο έδαφος του οικονομισμού, παραβλέποντας αυτά τα γεωπολιτικά κρίσιμα ζητήματα, λειτουργεί αφοπλιστικά. Το ζητούμενο παραμένει μια εθνική, πολιτική, οικονομική, κοινωνική διέξοδος σε πολύ δύσκολες και όχι ευνοϊκές γεωπολιτικές συνθήκες. Για να γίνει πραγματικότητα χρειάζεται ένα μεγάλο λαϊκό ρεύμα, ένα πολιτικό κίνημα που θα βάθαινε την πολιτικοποίησή του, δοκιμάζοντας να ανακαλύψει και να στερεώσει τους όρους μιας τέτοιας Διεξόδου.