Η γενική μου άποψη είναι γνωστή από τη δήλωση που μοιράστηκε και συνυπογράφω. Θα περιοριστώ, λοιπόν, σε τρεις παρατηρήσεις.
Παρατήρηση πρώτη
Γιατί τόση επιμονή στην συμφωνία της 20ης Φλεβάρη;
Σας θυμίζω ότι ο σ. Τσακαλώτος θεωρεί λάθος που τότε δεν εξασφαλίσαμε χρηματοδότηση και ο σ. Τσίπρας δήλωσε ότι τότε παραπλανηθήκαμε.
Η απάντηση είναι ότι υπάρχει επιμονή επειδή η συνέχεια, η νέα συμφωνία που ετοιμάζεται, θα είναι ανάλογη.
Υποστηρίζεται ότι η συμφωνία της 20/2 μας άφηνε τάχα περιθώρια άσκησης της αριστερής πολιτικής μας, ενώ στην πραγματικότητα κινούνταν πλήρως σε μνημονιακές κατευθύνσεις. Μας έδενε χειροπόδαρα.
Τώρα υποστηρίζεται ότι στα «4 χρόνια παρά 4 μήνες» που μένουν για να κυβερνήσουμε, αφού περάσουμε τον ΚΑΒΟ της νέας συμφωνίας, θα μπορούμε να υλοποιούμε το φιλολαϊκό πρόγραμμα, που πάει σε βάθος τετραετίας.
Στην ουσία με τις συμφωνίες αυτές συντελείται μια μνημονιακή εμβάθυνση και αυτή είναι η ουσία.
Η νέα συμφωνία θα παρουσιαστεί περίπου ως επιτυχία.
Αλλά στην πραγματικότητα θα έχει αυξήσεις του ΦΠΑ, ιδιωτικοποιήσεις, διατήρηση του ΕΝΦΙΑ, κανένα αφορολόγητο στα 12.000 ευρώ, παράδοση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων κλπ.
Ενώ οι συντάξεις θα ακουμπιστούν λίγο και ο κατώτατος θα μετατεθεί για πολύ αργότερα.
Παρατήρηση δεύτερη
Γίνεται αναφορά στην στήριξη που έχει η κυβέρνηση. Αυτό είναι σωστό και σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στον πλήρη εξευτελισμό των μνημονιακών κομμάτων στην συνείδηση του λαού. Συνήθως όμως μετριούνται ποσοστά και όχι διεργασίες που συντελούνται. Με την ασκούμενη πολιτική θα έρθουμε σε σύγκρουση με μια πλατιά κοινωνική βάση και όχι μόνο ή αποκλειστικά με τις ολιγαρχικές ελίτ.
Με την ΠΝΠ ήρθαμε σε σύγκρουση όχι μόνο με εκπροσώπους της Δεξιάς στην αυτοδιοίκηση, αλλά με κοινωνικούς φορείς και σωματεία.
Στο Λιμάνι με την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ ερχόμαστε σε σύγκρουση με ό,τι προοδευτικό στο λιμάνι και με τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στην περίπτωση των αεροδρομίων ερχόμαστε σε σύγκρουση με κινήματα και ακτιβιστές που έδωσαν αγώνες για να μην ιδιωτικοποιηθούν.
Στην υγεία με την εσωτερική στάση πληρωμών θα έχουμε δίκαιες κινητοποιήσεις.
Σε λίγο θα προστεθεί και ο απογοητευμένος συριζόκοσμος.
Υπάρχουν όμως και άλλα ζητήματα της ασκούμενης πολιτικής, όπως η ανακοίνωση του υπουργείου εξωτερικών για τα 25 χρόνια ελληνοϊσραηλινών σχέσεων και η δήλωση του υπουργού Άμυνας για νέα αμερικάνικη βάση στην Κάρπαθο. Και αυτά είναι εκτός κυβερνητικού συντονισμού;
Η πολιτική δεν είναι η τέχνη του εφικτού. Για την Αριστερά η πολιτική αποσκοπεί στην επίτευξη μεγάλων στόχων μέσω της κινητοποίησης του λαϊκού παράγοντα και με την ενεργό συμμετοχή του. Θα λογοδοτήσουμε στην Ιστορία και θα πρέπει να απαντήσουμε αν το μόνο δυνατό να γίνει στην Ελλάδα ήταν η εκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου και η συμφωνία της 20ης Φλεβάρη.
Υποστηρίζω ότι υπήρχαν και υπάρχουν άλλες δυνατότητες από την τήρηση και τον σεβασμό των ευρωπαϊκών συνθηκών και των συμμαχικών υποχρεώσεων.
Δεν μπορεί όλη η πολιτική μας να εξαντλείται στα «χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα».
Τέλος, άλλο πράγμα η Αριστερά (προωθητικές ιδέες, κινήματα, συλλογική δράση, δεσμοί με το λαό) και άλλο η κυβέρνηση. Δεν ταυτίζονται αυτά τα δύο, δεν υποκαθιστά το ένα το άλλο. Και όλα κρίνονται.
Παρατήρηση τρίτη
Πολλά ακούγονται για Μπρεστ-Λιτόφσκ, για Λένιν και λενινισμό, για Ρίτσο και άλλα τέτοια για να δικαιολογηθούν οι υποχωρήσεις μας. Θα αναφερθώ σε ένα άλλο πρόσωπο, τον Ρομάνο Πρόντι για το πως εξηγούσε την ήττα των κεντροαριστερών κυβερνήσεων στις αρχές του 2000 σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Έλεγε λοιπόν το 2009: «Η κεντροαριστερά ηττήθηκε στις περισσότερες χώρες ακριβώς στη διάρκεια μιας διεθνούς οικονομικής κρίσης. Η αιτία της ήττας αυτής της μεγάλης φάσης πρέπει να εντοπιστεί στο γεγονός ότι οι κυβερνήσεις περιορίζονταν στο να μιμούνται τις πολιτικές των συντηρητικών, υιοθετώντας τα περιεχόμενά τους και συνοδεύοντάς τα με μια νέα γλώσσα». Κινδυνεύουμε να πάθουμε το ίδιο αν εγκλωβιστούμε στην εφαρμογή μνημονιακών συνταγών.
Αντί για επιστροφές στο μακρινό παρελθόν, θα ανέφερα έναν σύγχρονο μεταρρυθμιστή, τον Ρομπέρτο Ουνγκέρ, Βραζιλιάνο πρώην σύμβουλο του προέδρου Λούλα. Κυκλοφορεί στα ελληνικά ένα ενδιαφέρον βιβλίο του «Τι πρέπει να προτείνει η Αριστερά». Επιμένει στην ανάγκη «προγραμματικών καινοτόμων εναλλακτικών δράσεων» ώστε να αντιμετωπιστούν βασικά προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών. Ιδιαίτερα μέσα από την δημιουργία νέων θεσμών και καινοτόμων ιδεών.
Επιμένει δε στην «ανάγκη χάραξης ενός αχορταγράφητου λίγο–πολύ δρόμου για την οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό πλουραλισμό στο πλαίσιο μιας πρακτικής οργάνωσης της κοινωνικής αλληλεγγύης και της εμβάθυνσης της πολιτικής δημοκρατίας».
Εμείς, καθηλωμένοι και αμήχανοι, δείχνουμε τρομερή ατολμία και έλλειψη ιδεών.