«Στον αγώνα του συντρόφου, στην αγωνία αυτού του τόπου για ζωή…
…να φωτίσω τις αιτίες που μ’ αφήνουνε μισό» / Η Συγκέντρωση της ΕΦΕΕ
Το τραγούδι του Σαββόπουλου μπορεί να γράφτηκε το 1975 αλλά με μια έννοια ένα βαθιά υπαρξιακό ζήτημα μας ταλαιπωρεί και σήμερα. Ως κοινωνία, αλλά και ευρύτερα ως τόπο και ως χώρα. Υπάρχει μια αγωνία, κάποιοι τη νιώθουν, την εκφράζουν, προσπαθούν να βρουν μια διέξοδο από αυτήν. Ενίοτε αποκομμένοι και μόνοι, συχνά μαζί με άλλους. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν πια μονάχα «αιτίες που μας αφήνουνε μισούς» αλλά αιτίες που μας αφανίζουν, μας διαλύουν, μας στερούν κάθε μέλλον.
Ο «αγώνας του συντρόφου» σε γενικές γραμμές δεν επαληθεύτηκε. Από τότε που γράφτηκε το τραγούδι η Αριστερά γνώρισε πολλές χρεοκοπίες. Και σήμερα, σε όλες τις εκδοχές της, βρίσκεται μπροστά σε μια ακόμα χρεοκοπία, επώδυνη και με πολλαπλά κόστη. Το χειρότερο είναι πως μετατρέπεται σε συστημική δύναμη, λατρεύει το κράτος και την εξουσία. Κλεισμένη στο καβούκι των στερεοτύπων, αγκαλιάζει τον ωφελιμισμό και με έναν ιδιότυπο καταγγελτικό δογματισμό ονειρεύεται την είσοδό της στην Βουλή. Η «αγωνία αυτού του τόπου για ζωή» μοιάζει σαν να μην ταράζει, να μη συγκινεί, να μη χρωματίζει ιδιαίτερα την πολιτική Αριστερά και τη φυσιογνωμία της.
Η αγωνία αυτού του τόπου για ζωή εκφράζεται πολλαπλά και με πλάγιους δρόμους. Ίσως και με μια παράκαμψη από την κεντρική πολιτική διαδικασία και μέσα από μια πολλαπλότητα συλλογικών και ατομικών δραστηριοτήτων. Το γόνιμο και ενδιαφέρον στοιχείο εδώ είναι ότι αυτές εμφορούνται από μια κατάφαση απέναντι στη ζωή και από μια ενεργητική στάση που δεν αποδέχεται μοιρολατρικά το κακό που μας βρήκε. Αντιθέτως, αναζητά, εμβαθύνει, προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε επιβιωτικά, ανθρωπολογικά, συνειδησιακά, πολιτιστικά ζητήματα, προσπαθεί μέσα από τον αγώνα για την επιβίωση να μην απο-ανθρωποποιηθεί, να μην αλλοτριωθεί κι άλλο.
Το δυναμικό αυτό δεν ορίζεται κυρίως από τη σχέση του με τους πολιτικοποιημένους οργανωμένους χώρους, αλλά δεν είναι αδιάφορο για όσα γίνονται. Είναι απόμακρο από την κυρίαρχη εκδοχή της πολιτικής (κόμμα, κράτος, εκλογές, Βουλή κ.λπ.) νοιάζεται όμως και ξέρει ότι κυβερνά το Χίλτον, ότι το «Υπερταμείο» σημαίνει γενικό ξεπούλημα ή ότι ο Τσίπρας είναι μέγιστος ψεύτης. Ορίζεται περισσότερο κοινωνικά και μέσω μιας δραστηριοποίησης στον τοπικό, παραγωγικό, πολιτιστικό τομέα, μέσα από κινήσεις και συλλογικότητες που έχουν κάτι να του πουν και που δίνουν πραγματικό χώρο για έκφραση και συμμετοχή. Σχεδόν σε κάθε περιοχή, σε κάθε πόλη, στην ύπαιθρο και τα νησιά, είναι πρωτίστως αυτές οι δραστηριότητες που αναδεικνύουν την αγωνία του τόπου για ζωή.
Αυτή η πολλαπλότητα δραστηριοτήτων αφορά πολλές χιλιάδες ενεργών πολιτών και ανθρώπων, προβληματισμένων για την πορεία της χώρας που φυσικά δεν ικανοποιούνται από όσα τους προσφέρει η στείρα πολιτική σφαίρα.
Αυτές οι δυνάμεις συγκροτούν ένα ιδιότυπο «εμείς». Ακηδεμόνευτο από την πολιτική διαδικασία και εν πολλοίς ρευστό, αφού δεν έχει βρει αρμούς, συγκολλητικές προτάσεις και εναλλακτική που θα μπορούσε να το συγκροτήσει σε ένα ενιαίο ρεύμα-κίνημα πολιτικής διεξόδου. Είναι, όμως, μια σημαντική και υπαρκτή κοινωνική βάση, ένας χώρος κοινωνικού ριζοσπαστισμού. Αλλά και μια μεγάλη δεξαμενή ενός λανθάνοντος πολιτικού ριζοσπαστισμού που μπορεί να ξεπεταχτεί πάλι. Όπως τα χρόνια του 2010-2012, αλλά κουβαλώντας επιπλέον και την εμπειρία του δίχρονου 2014-2016.
Αυτό το δυναμικό αποτελεί στην ουσία τις ζωντανές δυνάμεις του τόπου που στέκονται συλλογικά απέναντι στη μνημονιακή ανθρωποφαγία και τους «μικρούς εμφύλιους» που αναπαράγει. Δυναμικό που έχει διαφορετική οπτική και αγωνία για την πορεία της χώρας. Ζωντανό γιατί δεν αμύνεται απλά (όσο κι αν αυτό έχει σημασία) αλλά σκέφτεται και λύσεις.
Γιατί όλα αυτά; Γιατί όποιος λογαριάζει να συμβάλει σε ένα νέο κίνημα-ξεκίνημα, σε ένα πολιτικό ρεύμα διεξόδου της χώρας δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί για το ποιες είναι οι δυνάμεις που μπορούν να συσπειρωθούν και να το συναποτελέσουν στα πρώτα του βήματα. Και ακόμα παραπέρα, οφείλουμε να σκεφτούμε και να δοκιμάσουμε μορφές για την έκφρασή τους, τέτοιες που να διατηρούν στοιχεία συμμετοχής και δημοκρατίας, πολλαπλότητας και ταυτότητας.