Ο κεντροαριστερός άξονας – Άρθρο στο Δρόμο (φ.372 – 9/9/2017)

Ο ρόλος και η σημασία του στην ελληνική πολιτική ζωή

 

Ιστορικά, σε τρεις κρίσιμες περιόδους η κεντροαριστερή συνταγή αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για το εγχώριο πολιτικο-οικονομικό σύστημα και τους διεθνείς προστάτες του.

Η πρώτη σχετίζεται με τη δημιουργία της Ένωσης Κέντρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Βασική επιδίωξη, η αντιμετώπιση και εξουδετέρωση της ανόδου της ΕΔΑ (αξιωματική αντιπολίτευση με 24% και 80 βουλευτές μόλις το 1958, εννέα χρόνια μετά τον εμφύλιο) και η απορρόφηση του ριζοσπαστισμού σε δικομματικά κανάλια. Η «πολιτική ουράς» που ακολούθησε η ΕΔΑ προς την Ε.Κ. προσέδωσε πόντους και αποτελεσματικότητα στο όλο εγχείρημα. Αυτή η «κεντροαριστεροποίηση» οδήγησε σε μεγάλη κρίση το αριστερό και λαϊκό κίνημα, κάνοντας ευκολότερη την επικράτηση της χούντας το 1967.

Δεύτερη περίπτωση, η διαδρομή του ΠΑΣΟΚ από το 1974 έως και την περίοδο Σημίτη. Το κόμμα του Α. Παπανδρέου χρησιμοποίησε αρχικά αριστερό λόγο για να προσεταιριστεί τον ριζοσπαστισμό που αναδύθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας. Στη συνέχεια, αναδείχθηκε ως η πιο αποτελεσματική αστική πολιτική δύναμη για τη διαχείριση του συστήματος και την προώθηση του εκσυγχρονισμένου μεταπρατισμού.

Η τρίτη φορά σχετίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε περίοδο οξύτατης κρίσης του πολιτικού συστήματος, ανέλαβε να διεκπεραιώσει και να προωθήσει τις μνημονιακές πολιτικές, αδρανοποιώντας το λαϊκό κίνημα και αποσαθρώνοντας τον ριζοσπαστισμό των χρόνων 2010-2012. Με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο κυβερνητισμός και η κεντροαριστεροποίηση αποτέλεσαν μοχλό διαιώνισης των μνημονιακών συνταγών και παλινόρθωσης του πολιτικού συστήματος.

Δεν είναι εύκολο να υπολογίσει κανείς ποιες θα ήταν οι εξελίξεις χωρίς την κεντροαριστερή διαχείριση και τον αντίστοιχο προσανατολισμό της πολιτικής ζωής. Πώς, σε τι βαθμό και με ποιες εναλλακτικές θα τιθασεύονταν ο λαϊκός παράγοντας και πόσα προβλήματα και δυσκολότερους όρους θα αντιμετώπιζε η αστική πολιτική στην Ελλάδα.

 

Η βασική συνιστώσα

Η κεντροαριστερή πολιτική είναι μια βασική συστημική πολιτική. Ο πυρήνας από τον οποίο εκκινεί η εκφώνηση και η εκτύλιξή της, είναι η παραμονή εντός του υπάρχοντος συστήματος και των προδιαγραφών του. Δηλαδή στην περίπτωσή μας, η παραμονή εντός του καθεστώτος εξάρτησης (θέση και συμμαχίες της χώρας, συμμετοχή σε ενώσεις και συνασπισμούς) και εντός των πλαισίων όχι μόνο του καπιταλισμού γενικώς, αλλά και της συγκεκριμένης κάθε φορά κυρίαρχης οικονομικής συνταγής.

Η βασική διαφορά αυτής της πολιτικής από εκείνη που ασκούν οι δεξιές και κεντροδεξιές δυνάμεις, είναι η επίκληση μιας κοινωνικής ευαισθησίας, υποστηρίζοντας έναν υποτίθεται δίκαιο, λογικό, ευαίσθητο καπιταλισμό που μέσα από μεταρρυθμίσεις και αναδιανομή θα μετριάσει τις ανισότητες και τις αδικίες. Το μίγμα «δημοκρατίας και αγοράς» στον κεντροαριστερό λόγο δεν παρουσιάζει τα ακραία χαρακτηριστικά που έχει η ρητορική περί ανταγωνιστικής κοινωνίας και ατομικού ωφελιμισμού, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις τύπου Θάτσερ ή Ρήγκαν.

Στην Ελλάδα, δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί η αποτελεσματικότητα της κεντροαριστερής πολιτικής έναντι της δεξιάς. Οι τραγικές περιπέτειες και η ιστορία του τόπου, η ύπαρξη μιας πολύ μεγάλης «δεξαμενής» πολιτών δημοκρατικών και αριστερών παραδόσεων, η άμεση διασύνδεση των ελίτ με ξένα συμφέροντα, σκιαγραφούν μερικούς από τους λόγους.

Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ο άξονας της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα έχει πιο κεντροαριστερό πρόσημο, δηλαδή κυριαρχείται από λόγο και επιχειρήματα που βρίσκονται πιο κοντά στην κεντροαριστερή αντίληψη. Αυτό σημαίνει πως μια αντιδεξιά, αντινεοφιλελεύθερη ρητορική είναι αναγκαία για την ύπαρξη ενός πυλώνα που θα διαχειρίζεται την κρατική μηχανή και εξουσία. Η κεντροαριστεροποίηση [οικονομικός νεοφιλελευθερισμός + κοινωνική ευαισθησία βιτρίνας+ γενικευμένο ψέμα] αποτελεί βασική συνιστώσα του πολιτικού συστήματος και των εξελίξεων στη χώρα. Έτσι, οι εξελίξεις διευκολύνονται και προωθούνται σε συστημική τροχιά κυρίως με κεντροαριστερές φόρμουλες, και όχι με ανοικτά κεντροδεξιές-ακροδεξιές. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαλε το σύστημα από τεράστιους κινδύνους, προωθώντας ρυθμίσεις που άλλοι δεν θα μπορούσαν να εφαρμόσουν.

Διεθνώς, όλες οι κεντροαριστερές δυνάμεις είναι ισχυροί υποστηρικτές του μπλοκ της παγκοσμιοποίησης. Είναι οι κυριότεροι εκφραστές της παγκοσμιοποίησης και έχουν εγκολπωθεί και χειραγωγήσει τον «δικαιωματισμό» και μεγάλο μέρος του εθελοντισμού. Πρωτοστατούν στον αγώνα ενάντια στον «εθνολαϊκισμό» και επιχειρηματολογούν για την ανάγκη παραχώρησης κυριαρχίας από τις χώρες στους υπερεθνικούς οργανισμούς, ενώ αναγνωρίζουν τις «αγορές» ως βασικά υποκείμενα της σύγχρονης ζωής.

 

Το επικείμενο ξαναμοίρασμα

Οι κεντροαριστερές πολιτικές δεν είναι άφθαρτες. Το αποδεικνύει το παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ που από το 44% ξέπεσε στο 5%. Αυτός είναι ίσως και ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Έχοντας εισέλθει ήδη σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο (μέχρι το 2019 θα διεξαχθούν εθνικές, αυτοδιοικητικές εκλογές και ευρωεκλογές) με συγκεκριμένες μνημονιακές υποχρεώσεις (τρίτη αξιολόγηση κλπ), ο πολιτικός χάρτης θα αλλάξει, μαζί και ο πολιτικός συσχετισμός στη χώρα.

Η γενικότερη ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς, οι εξελίξεις στη Δημοκρατική Συμπαράταξη, η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, οι κινήσεις Λαλιώτη, δείχνουν ότι αρκετοί κατανοούν την σημασία μιας κεντροαριστερής διαχείρισης, αλλά έχουν πολύ φθαρμένο προσωπικό για να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες προς όφελός τους.

Ο Αλ. Τσίπρας θα παίξει αυτό το χαρτί, με στόχο την διατήρηση ενός ικανοποιητικού ποσοστού που θα του επιτρέπει να κάνει «παιχνίδι» μετεκλογικά, έχοντας περιθώρια συνεργασιών και συμμαχιών. Έτσι, το ερώτημα δεν είναι τώρα ακριβώς «πόσο ΠΑΣΟΚ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ», ούτε «πόσα ΠΑΣΟΚ υπάρχουν στη χώρα». Είναι κυρίως πόσο πειστικός θα είναι ο κεντροαριστερός λόγος για τον εγκλωβισμό κόσμου απέναντι στην «λαίλαπα Μητσοτάκη». Ο νέος συσχετισμός που θα προκύψει, θα σημαδέψει και τις επόμενες κινήσεις της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Θα συνδράμει σε μια κυβέρνηση με την Ν.Δ.; Θα προτιμήσει νέα προσφυγή στις κάλπες; Κι αν υπάρξουν πιέσεις για σχηματισμό κυβέρνησης «εθνικής ενότητας»;

Το ξαναμοίρασμα της τράπουλας δεν θα είναι απλή υπόθεση, ούτε θα εξαρτηθεί από τις ικανότητες των επιτελείων ή των διαφημιστικών εταιρειών. Θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από τις πιέσεις της πραγματικότητας, από τα μέτρα και τις ρυθμίσεις που πρέπει ακόμα να περάσουν, από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις ενδοευρωπαϊκές διενέξεις. Αλλά και από τις ρητές ή άρρητες μορφές αντίστασης που θα εμφανιστούν. Ίσως και από την εκλογική συμπεριφορά της τελευταίας στιγμής, αφού το πόσοι θα πάνε στις κάλπες και τι θα κάνουν δεν είναι τόσο προκαθορισμένο.

 

Απαραίτητοι διαχωρισμοί

Ο διαχωρισμός σε πολιτικό επίπεδο από την κεντροαριστερή αντίληψη και η συστηματική αποκάλυψή της, αποτελεί κομβικό σημείο για την αντιστροφή της ατμόσφαιρας καθήλωσης που έχει επικρατήσει στον λαϊκό παράγοντα. Η «αποσυριζοποίηση» είναι ένας όρος αναγκαίος αλλά όχι αρκετός. Καμιά φορά μάλιστα, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, η γενικευμένη και ηχηρή «καταγγελιολογία» και τα δραματικά αναθέματα για την «προδοσία Τσίπρα» φανερώνουν το αντίθετο από αυτό που διακηρύσσουν, δείχνουν αυταπάτες που δεν έχουν ξεπεραστεί. Ιδιαίτερα όταν δεν συνοδεύονται από προτάσεις στα καίρια ζητήματα. Μια ειδική πολιτική αντιμετώπισης του κεντροαριστερού λόγου και άξονα, της μεγάλης εξαπάτησης που επιχειρούν, είναι απαραίτητη για όσους επιδιώκουν την αντιστροφή της σημερινής κατάστασης.

 

https://www.e-dromos.gr/o-kentroaristeros-axonas/

Tagged : /

Ρόλος και όρια της Αριστεράς στη μεταπολίτευση (1974-2010) – Άρθρο στο Δρόμο (φ.370 – 29/7/2017)

 

Ορισμένοι μελετητές, θέλοντας να αναλύσουν την τυπολογία του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση, κάνουν λόγο για «τριπολικό κομματικό σύστημα με δικομματική δυναμική αντιπαράθεσης», για «τρικομματισμό με διπολική δυναμική» ή και για «απόλυτο πολωμένο τρικομματισμό». Ο τρίτος παράγοντας, το «τρίτο πρόσωπο», είναι φυσικά η Αριστερά.

Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, ο δικομματισμός κυριάρχησε, συγκεντρώνοντας ποσοστά της τάξης του 80% του εκλογικού σώματος. Πάντα όμως υπήρχε ένας ακόμα πόλος, συμπληρωματικός προς το μεταπολιτευτικό σύστημα, εκφραζόμενος από τις δυνάμεις που αναφέρονταν στην Αριστερά.

Οι προσεγγίσεις που προαναφέραμε, όμως, δεν είναι οι μόνες. Αρκετοί άλλοι αναλυτές θεωρούν τον ρόλο της Αριστεράς κατά την περίοδο 1974-2010 περιθωριακό ή μη ουσιαστικό, παρουσιάζοντάς την περίπου σαν έναν «φτωχό συγγενή» στο πολιτικό σκηνικό.

Η σταθερότητα, αλλά και οι μεταβολές και εναλλαγές της περιόδου, δεν μπορούν όμως να ερμηνευτούν χωρίς να εντοπιστεί η οργανική σχέση που είχε με το μεταπολιτευτικό καθεστώς η σύνολη Αριστερά και η ιδιαίτερη στήριξη των κομμάτων της (ΚΚΕ, ΚΚΕ εσωτ. και αργότερα ΣΥΝ) προς το σύστημα.

Αν θέλουμε να κάνουμε μια γενική παρατήρηση, ο ρόλος της Αριστεράς στην περίοδο 1974-2010 είναι συμπληρωματικός και σταθεροποιητικός. Η συμπληρωματικότητα εκφράζεται με την αποδοχή των ορίων που έθεταν οι αστικές δυνάμεις (και οι συμβιβασμοί ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις), ενώ συνομολογούνταν τα ειδικά κοινωνικά και πολιτικά συμβόλαια που λειτούργησαν (λύση Καραμανλή και αργότερα «αλλαγή» ΠΑΣΟΚ).

Η συμπληρωματικότητα αυτή, δεν τροποποιείται ούτε την εποχή που για πρώτη φορά, σε επίπεδο μεταπολεμικής δυτικοευρωπαϊκής χώρας, η Αριστερά παίρνει μέρος σε κυβερνητικά σχήματα, πρώτα με την Ν.Δ. (κυβέρνηση Τζανετάκη) και μετά με Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ μαζί (οικουμενική Ζολώτα). Οι κυβερνήσεις αυτές δεν ήταν άχρωμες ή «αόρατες», όπως αρέσκονται να τις παρουσιάζουν εκ των υστέρων, αλλά οριοθέτησαν την είσοδο της Ελλάδας στην περιοχή του ανοικτού νεοφιλελευθερισμού των δεκαετιών του ’90 και του 2000 (τριετία Μητσοτάκη, Σημητικός εκσυγχρονισμός, κυβερνήσεις Κώστα Καραμανλή).

Η σταθεροποιητική λειτουργία της Αριστεράς προς το σύστημα, συνίσταται στον ειδικό ρόλο τιθάσευσης και αποπροσανατολισμού του λαϊκού κινήματος και στη συνειδητή άρνηση να εκτιμήσει ή να αξιοποιήσει προς μια άλλη πορεία τον έντονο ριζοσπαστισμό που είχε εκδηλωθεί ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Και όχι μόνο: Πρωταγωνίστησε σε πολλές περιπτώσεις στην συκοφάντηση αγώνων και στον πυροσβεστικό ρόλο απέναντι στις διαθέσεις που εμφανίστηκαν, ενώ δημιούργησε «υγειονομικές ζώνες» απέναντι σε αγωνιστικές δυνάμεις. Η θεωρία του «αριστεροχουντισμού» λανσαρίστηκε ώστε να θεωρηθούν όλοι οι σημαντικοί αγώνες μετά το 1974 ως έργο αριστεριστών και υπολειμμάτων της χούντας, ενώ παντού ανακαλύπτονταν «προβοκάτορες». Ο έλεγχος εκ των άνω και ο ευνουχισμός αγωνιστικών διαθέσεων, η καθυπόταξη της διαθεσιμότητας ενός ευρύτατου δυναμικού σε μια ανούσια κομματική οικοδόμηση που επένδυε μόνο στην κοινοβουλευτική και γραφειοκρατική ποδηγέτηση, η έμφαση στην δημιουργία μηχανισμών, όλα αυτά έδωσαν σοβαρές σταθεροποιητικές ανάσες εν γένει στο σύστημα. Αυτός είναι και ο λόγος που απέσπασε τα εύσημα της υποτιθέμενης «απέναντι» πλευράς για τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα που έδειξε.

Ο συμπληρωματικός και σταθεροποιητικός ρόλος της Αριστεράς στο μεταπολιτευτικό πλαίσιο, δημιούργησε ειδικές σχέσεις με δυνάμεις του κατεστημένου. Ορισμένοι δε χειρισμοί, την οδήγησαν να έχει μια αποδοχή αξιοζήλευτη σε μια περίοδο (1989-91) που παγκοσμίως τέθηκε σε «καραντίνα». Η ελληνική Αριστερά δεν ένοιωσε καμιά πίεση για τις σχέσεις της με τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» την εποχή που κατέρρεε, και μάλιστα σε αυτήν την περίοδο δημιουργεί πιο οργανικούς δεσμούς με το σύστημα, μετέχοντας σε κυβερνητικά σχήματα. Το ιταλικό PCI, που από νωρίς είχε διαχωρίσει την θέση του από την ΕΣΣΔ και ήταν οργανικό κόμμα του ιταλικού συστήματος, δέχθηκε έντονη επίθεση, βγήκαν στην φόρα λογαριασμοί και σκοτεινές υποθέσεις, έγιναν δίκες για «κόκκινα εγκλήματα» σε διάφορες περιοχές κ.λπ. Ένα ειδικό αντικομμουνιστικό ρεύμα και μια έντονη πίεση υπήρξε εκείνα τα χρόνια παντού εκτός από την Ελλάδα. Αντίθετα, εδώ η Αριστερά γίνεται πιο οργανικό τμήμα του συστήματος. Ο ρόλος του Χαρίλαου Φλωράκη είναι καταλυτικός και για τους χειρισμούς αλλά και για τις συμφωνίες που γίνονται. Αυτά τα γνωρίζουν βεβαίως όσοι τιμούν το «καπετάνιο» στην αετοφωλιά του (π.χ. Λαφαζάνης-ΛΑΕ). Οι δεσμοί είναι τέτοιοι και τόσοι που ο Ν. Κωνσταντόπουλος (πρόεδρος του ΣΥΝ που θα ψηφίσει και τη συνθήκη Μάαστριχτ) περιοδεύει την επόμενη περίοδο στις βαλκανικές πρωτεύουσες σαν κυβερνητικός εκπρόσωπος των Πασοκικών κυβερνήσεων σε πλήρη συνεννόηση με το υπουργείο Εξωτερικών, ενώ αργότερα πιστεύει βάσιμα ότι μπορεί ο Καραμανλής να τον προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας…

Η ελληνική Αριστερά έχει μια ακόμα ιδιομορφία: Οι δύο επίσημες εκδοχές της (ΚΚΕ και ΚΚΕ εσωτ.) έδιναν η μια στην άλλη πολλά επιχειρήματα για τον εγκλωβισμό δυνάμεων στα πλαίσιά τους. Ο δογματισμός και η προσκόλληση στον «υπαρκτό» έδινε την δυνατότητα στο ΚΚΕ εσωτ. να μαζεύει ένα δυναμικό ευαίσθητο και κριτικό προς αυτές τις πλευρές, ενώ η πιο ανοιχτά «δεξιά» οπορτουνιστική γραμμή του ΚΚΕ εσωτ. έδινε προσχήματα στο ΚΚΕ ότι μάχεται ενάντια στον «δεξιό αναθεωρητισμό». Ο εμφύλιος ανάμεσα στις παρατάξεις αυτές (όπως και ο ανοικτός πόλεμος και σε άλλες εκφράσεις της Αριστεράς στην Ελλάδα) ήταν ένας από τους λόγους απομάκρυνσης από την Αριστερά.

 

Ιδεολογικός και πολιτικός ευνουχισμός

Ο συμπληρωματικός και σταθεροποιητικός ρόλος της Αριστεράς δεν έγινε σε «εργαστηριακό περιβάλλον», ούτε αφορούσε μια γενική θεωρητική ή ιδεολογική συζήτηση. Έγινε μέσα από την παρέμβαση και την πολιτική που αυτή ακολούθησε. Σε καμιά περίπτωση –στα χρόνια που εξετάζουμε- δεν διανοήθηκε για τον εαυτό της έναν αυτόνομο ρόλο (ένας τέτοιος ρόλος δεν θα πρέπει να συγχέεται με την σφοδρή αυτοαναφορικότητα, τον απεχθή σεχταρισμό και την καταγγελιολογία), δεν κατέθεσε καμιά πραγματική εναλλακτική πρόταση για τη χώρα και την κοινωνία, δεν πρόβαλλε κάποια ιδέα και πολιτική που να συγκινούσε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού.

Ο ιδεολογικός και πολιτικός ευνουχισμός ήταν αποτέλεσμα ορισμένων ιδεών και επιλογών, με δύο από αυτές να έχουν κεντρική θέση:

Α) Η στήριξη των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Η μία πλευρά (ΚΚΕ) το έκανε με ιδιαίτερη θέρμη, φανατισμό και δογματισμό, σε πλήρη ιδεολογική και πολιτική εξάρτηση από την σοβιετική πολιτική (ο Κώστας Κάππος είναι ο μόνος από τον χώρο αυτό που μίλησε ανοικτά για το ζήτημα όταν παραιτήθηκε κι αποχώρησε από το ΚΚΕ λόγω της συνεργασίας με την Ν.Δ. Πολύ αργότερα ο Γρηγόρης Φαράκος, που διετέλεσε για λίγο και γραμματέας του ΚΚΕ, θα κάνει λόγο και εκείνος για αυτές τις σχέσεις, από άλλη αφετηρία και καταλήγοντας σε άλλα συμπεράσματα). Η άλλη πλευρά, το ΚΚΕ εσωτ., παρ’ όλο που διαφοροποιήθηκε από το αυστηρά σοβιετικό μοντέλο, εντούτοις πλάσαρε κι αυτό σαν σοσιαλισμό καθεστώτα όπως του Τσαουσέσκου, με το οποίο διατηρούσε τις ειδικές σχέσεις που όλοι γνωρίζουμε.

Ωστόσο, και οι δύο πτέρυγες «πέταξαν την σκούφια τους» από χαρά με την πολιτική Γκορμπατσόφ. Δεν κατάλαβαν (ή έκαναν πως δεν κατάλαβαν) ότι αυτή άνοιγε τον δρόμο για την τυπική παλινόρθωση του καπιταλισμού στις χώρες του «υπαρκτού» σε πλήρη συνεργασία με την Δύση και τις τοπικές μαφίες – ολιγαρχίες – σατραπείες που είχαν δυναμώσει την προηγούμενη περίοδο της «σοσιαλιστικής οικοδόμησης»…

Β) Η με ασίγαστο πάθος στήριξη του ΠΑΣΟΚ και της «αλλαγής» σαν μοναδικής προοπτικής για την ελληνική κοινωνία.

Η στήριξη που έδωσε η επίσημη Αριστερά στον Ανδρέα Παπανδρέου, είναι κραυγαλέα και πηγάζει από τα προδικτατορικά σχήματα υπαγωγής σε κεντρώες δυνάμεις με το σκεπτικό ότι δεν είναι εφικτό η Αριστερά να παίξει έναν αυτόνομο πολιτικό ρόλο. Η πολιτική της «ουράς» μιας πτέρυγας της αστικής τάξης, ήταν η πολιτική γραμμή που πρότειναν με όλους τους τρόπους και οι δύο εκδοχές της Αριστεράς.

Η πολιτική της «υπευθυνότητας», έφτασε μέχρι το σημείο να εφευρίσκουν ακόμα και «πολιτικές» συνεργασίας με την Δεξιά σε ειδικές συνθήκες (όπως η προβολή της περίφημης «ΕΑΔΕ» από το ΚΚΕ εσωτ., και η υποστήριξη της «κάθαρσης» από ΚΚΕ και ΚΚΕ εσωτ. το 1989).

Η παράδοση προς το ΠΑΣΟΚ, πάντως, στα χρόνια πριν και μετά το 1981, αλλά και αργότερα, ήταν μεγάλης εμβέλειας και δημιούργησε άλλους όρους. Η ελληνική Αριστερά βούτηξε στα νερά της ευμάρειας και του κράτους δανεισμού, όπως και στα Σημιτικά οράματα για τα Βαλκάνια, την Ολυμπιάδα του 2004 κ.λπ. Ο «κυβερνητισμός» της εποχής εκείνης, είχε πάντα τα χαρακτηριστικά της συμπληρωματικότητας, και πιο λαϊκά ειπωμένο, της «τσόντας» σε κυβερνητικά σχήματα.

***

Τα όσα θα ακολουθήσουν στην μνημονιακή εποχή δεν είναι άσχετα από την πορεία της αριστεράς στην περίοδο της μεταπολίτευσης. Ορισμένα χαρακτηριστικά θα ενταθούν και άλλα θα ατονήσουν, το γενικό όμως φόντο θα είναι η μεγαλύτερη διάλυση και ευνουχισμός του λαϊκού παράγοντα, μέσω του κυβερνητισμού (πλήρης συστημική απορρόφηση) από τη μια και του σεχταρισμού της ακινησίας από την άλλη. Καμία προοπτική, κανένα μέλλον ή σχέδιο για την ελληνική κοινωνία και τη χώρα. Η επιλογή μοιάζει να είναι ανάμεσα στην «έξοδο στις αγορές» εδώ και τώρα και την «λαϊκή εξουσία και λαϊκή οικονομία» κάποτε. Επί του παρόντος, όλοι μαζί στον προεδρικό κήπο να τιμήσουμε σε μια ευχάριστη ατμόσφαιρα την επέτειο της μεταπολίτευσης…

 

 

Η άλλη αριστερά

Στην χώρα μας δεν υπήρξαν μόνο οι δύο επίσημες παρατάξεις της Αριστεράς. Υπήρξε και μία άλλη Αριστερά, ας την πούμε κατ’ αρχάς εξωκοινοβουλευτική (αφού έδρασε κυρίως εξωκοινοβουλευτικά) και είχε διάφορες μορφές στις περιόδους της μεταπολίτευσης.

Από το 1974 έως το 1982 λειτούργησε κυρίως μέσω οργανώσεων μαοϊκής κατεύθυνσης ΚΚΕ (μ-λ) και ΕΚΚΕ, ενώ στα χρόνια 1978-1979 σημαντικό μέρος της νεολαίας του ΚΚΕ Εσωτερικού αποχωρεί από τον οργανισμό αυτό και δημιουργεί την Β’ Πανελλαδική, που κι αυτή δραστηριοποιείται στον εξωκοινοβουλευτικό χώρο με έναν ιδιαίτερο ρόλο στην θεωρητική αναζήτηση.

Από τις αρχές του ’80 δοκιμάζεται το συσπειρωσιακό μοντέλο, ιδιαίτερα στους φοιτητικούς χώρους, και μπορούμε να πούμε πως ο χώρος των Αριστερών Συσπειρώσεων Φοιτητών άσκησε έναν ρόλο κριτικής στον ΠΑΣΟΚισμό με ορισμένους μαζικούς όρους και αυτό σε αντίθεση με την ΚΝΕ και τον Ρήγα Φεραίο (νεολαία του ΚΚΕ Εσωτερικού) που στήριζαν με πάθος μαζί με την νεολαία ΠΑΣΟΚ την κυβερνητική γραμμή. Κι αυτά μέχρι το τέλος του 1987.

Μετά άρχισαν διάφορες απόπειρες σύνδεσης με μια πιο «άγρια» νεολαία και έγιναν δύο συναντήσεις. Μία με τον αντιεξουσιαστικό χώρο και μία με το τμήμα που αποσπάστηκε από το ΚΚΕ, το ΝΑΡ. Τα διάφορα εγχειρήματα δεν είχαν τότε έναν προγραμματικό λόγο μπροστά σε μεγάλες αλλαγές που γίνονταν στο κόσμο. Διάφορες απόπειρες εκλογικής καταγραφής σχημάτων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς δεν έχουν επιτυχία και έτσι οι φορείς φυτοζωούν.

Στην δεκαετία του ’80 εμφανίζεται και μαζικοποιείται αρκετά και ο χώρος των Οικολόγων που κι αυτός θα δοκιμαστεί διπλά: μέσα από την κοινοβουλευτική παρουσία και τα καθήκοντα που αυτή θέτει και στην έλλειψη γενικότερων αναφορών για σημαντικά γεωπολιτικά ζητήματα που θα προκύψουν στα χρόνια 1989-1992.

Στη δεκαετία του 1990 και στις αρχές του 2000 η ΚΟΕ έχει συσπειρώσει αρκετές δυνάμεις και στη βάση της συμμετοχής στο αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα και σε μια αντισεχταριστική κατεύθυνση δημιουργεί κάποιες εκπλήξεις και παίρνει μέρος σε εγχειρήματα της ευρύτερης Αριστεράς και στον ΣΥΡΙΖΑ. Παρόλη την ανάπτυξή της δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στα αυξημένα και πιο πολύπλοκα καθήκοντα που έθεσε η μνημονιακή περίοδος και δοκίμασε μια σειρά από κρίσεις. Φάνηκε πολιτικά και ιδεολογικά ανέτοιμη για μια πιο απαιτητική πολιτική.

Στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου ορισμένες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς δημιουργούν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ (αντιγράφοντας ορισμένα πράγματα από την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ) που έχει μια κοινωνική και πανελλαδική διάσταση. Τέλος, η αποχώρηση ενός δυναμικού από τον ΣΥΡΙΖΑ δίνει ζωή σε μια μικρογραφία του, την ΛΑΕ.

Αυτό το πολύ χοντροκομμένο περίγραμμα, (χοντροκομμένο γιατί υπήρξε πληθώρα οργανώσεων και προσπαθειών στα 36 αυτά χρόνια) περιγράφει τις πλέον σημαντικές απόπειρες. Σε γενικές γραμμές αυτή η άλλη Αριστερά είχε ορισμένα χαρακτηριστικά που πρέπει να μνημονευτούν.

Ήταν από την άλλη πλευρά του ποταμού, δεν ήταν συστημική, είχε αγωνιστικά χαρακτηριστικά, προώθησε αγώνες, αντιμετώπισε διώξεις, έδωσε μάχες π.χ. η κατάργηση του νόμου 815 με το κίνημα των καταλήψεων του 1979 ήταν η μόνη νίκη που καταφέρθηκε στην κυβέρνηση του Καραμανλή από το λαϊκό κίνημα. Άνοιξε θεματολογίες και μέτωπα σε πολλά επίπεδα και συγκρούστηκε ιδεολογικά με τις θεωρίες που πρόβαλλε η επίσημη Αριστερά.

Δεν μπόρεσε να παράξει πολιτική, «υπήρχε» μέσα από ένα διογκωμένο πλέγμα υπερπολιτικής και υπεριδεολογικοποίησης όλων των ζητημάτων (στις καλές εποχές), σεχταρισμού και αυτοαναφορικότητας, δεν διέθετε μια μαζική πολιτική και μια πολιτική συμμαχιών κι ανοιγμάτων, κατασπαταλήθηκε και σε μικρούς εμφύλιους. Γνώρισε κρίσεις και από την πορεία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος αλλά και των διαφόρων κέντρων του. Μπήκε σε κρίση και ένοιωσε κύματα διάλυσης στην δεκαετία του ’80. Τα τμήματα που αποσπάστηκαν από τους επίσημους φορείς ιδιαίτερα αυτά που προέρχονταν από το ΚΚΕ δεν μπόρεσαν ποτέ να δουν αυτοκριτικά και σε βάθος το ρόλο τους σε ολόκληρη την μεταπολίτευση και έφεραν-έμπασαν από το παράθυρο τη μέθοδο του καπελώματος και του ελέγχου διαφόρων εγχειρημάτων.

Ο ακτιβισμός, ο εμπειρισμός και ο πρακτικισμός ήταν ορισμένες βασικές ασθένειες που εμπόδισαν το πολιτικό προχώρημα και την πολιτική ωρίμανση αυτού του χώρου. Όταν εξέλιπαν οι προγραμματικές τοποθετήσεις και ορισμένοι ιδεολογικοί όροι, τότε ο δρόμος για τη ενσωμάτωση ήταν διάπλατος ειδικά για ηγετικά στελέχη των χώρων αυτών. Ο αντιδιανοουμενισμός και ο δογματισμός εμπόδισαν και τους χώρους αυτούς να παράξουν αναλύσεις και υποθέσεις για τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό. Αργότερα, οι όποιες εργασίες χρησίμευαν περισσότερο σε μια προσωπική ακαδημαϊκή ανέλιξη, παρά στο να φωτίσουν ορισμένα συλλογικά εγχειρήματα.

Το σημείωμα αυτό δεν υπεισέρχεται στην πολιτική συμπεριφορά, τις ευκαιρίες, τις αποτυχίες όλης της Αριστεράς στα μνημονιακά χρόνια

https://www.e-dromos.gr/rolos-kai-oria0ths-aristeras-sth-metapolitefsh/

Tagged : /

Η πολιτική διαδικασία σε ναρκω-πέδιο – Άρθρο στο Δρόμο (φ.368 – 15/7/2017)

Το παρασιτικό σύμπλεγμα εξουσίας-υποκόσμου με ενορχηστρωτή το Μαξίμου

  

Πολλοί αναρωτιούνται αν έχει βάση το κλίμα που προσπαθεί να δημιουργήσει η κυβέρνηση για έξοδο στις αγορές και χαλάρωση της επιτήρησης. Τα διαφημιστικά και επικοινωνιακά κόλπα που επιστρατεύονται δεν μπορούν να χαλαρώσουν διόλου τις θηλιές που έχουν γύρω από το λαιμό τους οι Έλληνες εργαζόμενοι (απλήρωτοι – μισοπληρωμένοι – κάπως πληρωμένοι) και φορολογούμενοι (με ή χωρίς δουλειά). Η νέα επιχείρηση των εφοριακών «διασταυρώσεων» στοιχείων θα πλήξει αυτούς που πάντα και σχεδιασμένα πλήττονται.

Υπάρχει σταθεροποίηση του πολιτικού συστήματος και του πολιτικού σκηνικού; Πόσο ισχυρός είναι πράγματι ο Τσίπρας; Ποια είναι τα νέα ποιοτικά στοιχεία του πολιτικού σκηνικού; Σε αυτά τα ερωτήματα θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε ξεφεύγοντας από τα στερεοτυπικά καταγγελτικά χαρακτηριστικά του αριστερού λόγου. Με μια αριστερή λογική καπιταλισμός υπήρχε πριν τα μνημόνια, καπιταλισμός και τώρα. Καπιταλισμός με Δεξιά, Κεντροδεξιά διαχείριση, καπιταλισμός με Κεντροαριστερή διαχείριση. Κι αφού είναι καπιταλισμός, κάτω ο καπιταλισμός και δεν χωρά κάποια ανάλυση για φάσεις, αλλαγές σκηνικού, ειδικές πολιτικές και άλλα «βαρετά».

 

Η «σταθεροποίηση»

Το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, αλλά και το μνημονιακό ημιαποικιακό καθεστώς, έχει πετύχει μια σταθεροποίηση με μία και μόνο έννοια, αλλά ιδιαίτερης σημασίας. Υπάρχει, διαιωνίζεται, αναπαράγεται χωρίς να νοιώθει κάποια απειλή από τον λαϊκό παράγοντα. Όσοι έχουν βυθιστεί στην έλλειψη ελπίδας και προοπτικής ξεχνούν εύκολα πόση ανάσα νοιώθουν, και πράγματι πήραν, οι συστημικές δυνάμεις από την υποχώρηση του λαϊκού κινήματος της εποχής 2010-2012, για να προχωρήσουμε στην ανάθεση της διετίας 2012-2014, να ακολουθήσουν τα σκιρτήματα του Γενάρη και του Ιούλη του 2015 και να σπάσει το κύμα αυτό στη μεγαλόκαρδη φιλοξενία και αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες. Στην πραγματικότητα, ρεύματα του κύματος υπάρχουν σε κάθε χώρο (νοσοκομεία, εκπαίδευση, πολιτισμός κ.λπ.) όπου πολλά λειτουργούν πάνω στο εθελοντικό πνεύμα που δημιουργήθηκε από τον ριζοσπαστισμό των χρόνων 2010-2012.

Η απουσία μαζικής πολιτικής αμφισβήτησης είναι το κύριο χαρακτηριστικό της συγκυρίας και είναι αυτό που δίνει την αίσθηση της σταθεροποίησης και της έλλειψης κινδύνου που νοιώθουν οι πολιτικοί. Ξεχνούν πώς για να στηθούν οι φιέστες τους κάθε φορά χρειάζονται τη συνδρομή των ΜΑΤ.

Αν αφαιρέσουμε από τον λογαριασμό αυτό το κομβικό στοιχείο, η σταθεροποίηση, είναι εντελώς συζητήσιμη από πολλές πλευρές. Οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, γεωπολιτικά συσσωρεύονται όροι για ακριβώς το αντίθετο.

 

Η ποιότητα που ξεχνιέται από όλους

Υπάρχει μια αλλαγή του πολιτικού σκηνικού και αυτή πρέπει να αναλυθεί. Το πολιτικό σκηνικό, η πολιτική διαδικασία μετακυλίεται ραγδαία στο έδαφος του μαύρου χρήματος, του χώρου της παραβατικής διαπλοκής, του υπόκοσμου. Όταν ο Υπουργός Άμυνας της χώρας συνομιλεί με κρατούμενο στις φυλακές και αυτό τυχαίνει πλήρους κάλυψης από την κυβέρνηση και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, είναι κραυγαλέο σημάδι μιας άλλης ποιότητας, μιας σημαντικής αλλαγής στο πολιτικό σκηνικό που πλέον βουλιάζει στο βούρκο των ναρκω-πεδίων, του (λαθρ)εμπορίου, σιγαρέτων και καυσίμων.

Πολιτική διαδικασία και υπόκοσμος δημιουργούν ένα νέο επικίνδυνο παρασιτικό σύμπλεγμα. Κι αυτό είναι το κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου και του πολιτικού σκηνικού στη χώρα μας.

Τη μπαγκέτα αυτής της εξέλιξης την έχει στα χέρια του το κυβερνών σχήμα, το Μαξίμου. Το ερώτημα είναι γιατί ωθήθηκε σε αυτή την επιλογή, γιατί περί επιλογής πρόκειται.

Όπως είναι γνωστό ο Τσίπρας μελετά Ανδρέα Παπανδρέου και προσπαθεί να τον αντιγράψει σε πολλά. Οι συνθήκες είναι όμως διαφορετικές. Για παράδειγμα, με ικανότητα προώθησε την απομόνωση και διαφοροποίηση εντός της Δεξιάς παράταξης. Συμμάχησε με τους ΑΝΕΛ, επέλεξε Πρόεδρο Δημοκρατίας Καραμανλικό πρώην υπουργό, υφυπουργό Δικαιοσύνης Καραμανλικό στέλεχος πρώην διοικητή της ΕΥΠ, και εξαπολύει πολλά πυρά προς τον Μητσοτάκη που παρουσιάζεται ως ακραιφνής νεοφιλελεύθερος, ενώ ο ίδιος ο Τσίπρας έχει υπογράψει πράγματα που δεν θα τολμούσε κανείς δεξιός να περάσει. Ο Πολάκης έχει ειδικό ρόλο (είναι η φωνή του Τσίπρα) στο να βρίζει και να προκαλεί την Δεξιά, τα βοθροκάναλα, κι ότι άλλο χρειαστεί, ως νέος Πάγκαλος του καλού ΠΑΣΟΚ. Ως εδώ καλά. Ο Αντρέας Παπανδρέου σε μεγάλο βαθμό έλεγχε την πολιτική διαδικασία, παρόλο που έρχονταν σε συμβιβασμό με τα παλιά τζάκια και μέσω των δημόσιων έργων και αναθέσεων δημιούργησε νέα τζάκια, χρησιμοποιώντας το χρήμα που έρχονταν από την ΕΕ. Τότε το χρήμα υπήρχε, όπως υπήρχαν και ικανοί να κάνουν τη «δουλειά». Ο «κύριος 3%» ήταν γνωστός και αποτελεσματικός, όπως και οι κάθε φορά «ταμίες» του κόμματος. Ο «προμηθευτής του δημοσίου» (Κόκκαλης) είχε την εύνοια του ΠΑΣΟΚ, διέθετε τις ομάδες του στις κοινοβουλευτικές αντιπροσωπείες του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., χρηματοδοτούσε όλα κόμματα (και της αριστεράς). Δεν έλεγχε ούτε μπορούσε να εκβιάσει όλη την πολιτική διαδικασία ο «προμηθευτής.» Έτσι λειτουργούσε ο τότε καπιταλισμός…

Τώρα, δεν υπάρχει το χρήμα, δεν υπάρχει η ικανότητα και υπάρχει η βιασύνη της δημιουργίας ενός Συριζικού κράτους (μηχανισμού) ώστε να κρατηθεί ο όποιος έλεγχος και να είναι ο Τσίπρας εντός της πολιτικής διαδικασίας, ακόμα κι αν αποτελέσει μειοψηφική δύναμη στις επόμενες αναμετρήσεις. Αυτές οι ανάγκες και η πολυπραγμοσύνη του περιβάλλοντος τον έσπρωξε από νωρίς σε συμβιβασμούς και συμφωνίες με Μελισσανίδηδες, Μαρινάκηδες, Σαββίδηδες, που από υπόδικοι τη μια μέρα μπορεί να βρεθούν σε καίριες θέσεις του μιντιακού συστήματος την επόμενη. Το χρήμα, που πρέπει να ρέει, υπάρχει σε αφθονία σε τέτοια περιβάλλοντα κι όχι στα κονδύλια από Ε.Ε. και μάλιστα σε συνθήκες σκληρής επιτροπείας και καταγραφής και του τελευταίου σεντς. Μόνο που έτσι χάνεται εντελώς ο έλεγχος της πολιτικής διαδικασίας. Κασέτες, βίντεο, μικρόφωνα, μάρτυρες που εξαφανίζονται και μάρτυρες που συνομιλούν με υπουργούς, μας μεταφέρουν σε ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Η αυλαία άνοιξε, η παράσταση αρχίζει…

 

Πολιτικό σύστημα και πολιτική διαδικασία

Οι πολιτικοί σχηματισμοί εκπροσωπούν συμφέροντα και διαμεσολαβούν οικονομικές δυνάμεις, μέσω της πολιτικής διαδικασίας και του ελέγχου της. Οι επιφανείς πολιτικοί της αστικής τάξης ήταν αυτοί που έθεταν κανόνες, ήξεραν να προωθούν τα διάφορα συμφέροντα, έκαναν επιλογές που μερικές φορές δεν άρεσαν σε τμήματα του κεφαλαίου, αλλά προσπαθούσαν να δουν πιο συνολικά τα συμφέροντα της τάξης τους. Το ζήτημα, αν ο έλεγχος της πολιτικής διαδικασίας θα είναι στο πολιτικό – κομματικό προσωπικό και τους πολιτικούς ηγέτες ή γενικά στις δυνάμεις της αγοράς, στον υπουργό οικονομικών, ή στο Γιούρογκρουπ, ή στο Χίλτον, ή ακόμα χειρότερα σε ένα ναρκωλαθροπολιτικό σύμπλεγμα έχει μια μεγάλη σημασία.

Ο εκπεσμός της πολιτικής διαδικασίας στο σύμπλεγμα που αναφέρουμε δείχνει αδυναμία και όχι σταθεροποίηση του Μαξίμου. Η αυταπάτη ότι θα «μανιπουλαριστεί» το σύμπλεγμα αυτό στη βάση των αναγκών των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα μετατραπεί σε οδυνηρή και επικίνδυνη κατρακύλα χωρίς επιστροφή. Εκτός κι αν νομίζουν ότι έχουν να κάνουν με ιδεολόγους και αρκετά αφελείς πρώην Συριζαίους.

Όμως ο εκπεσμός αυτός ενδιαφέρει και όσους αγωνίζονται ενάντια στο καθεστώς. Γιατί η δημιουργία του συμπλέγματος αυτού έχει και ιδεολογική διαβρωτική επίδραση στο λαό, στις υποτελείς τάξεις. Εθίζει στην αποδοχή των προϊόντων του εγκλήματος, δυναμώνει στοιχειακές τάσεις στην παραβατικότητα, μετατρέπει εργαζόμενους, οπαδούς και πολίτες σε χειροκροτητές ολιγαρχών. Η ζωή, η εργασία και το μέλλον εξαρτώνται από τον ολιγάρχη και το φέουδό του κι όχι από το «κακό δημόσιο» που έχει ήδη ξεχαρβαλωθεί.

Ο εκπεσμός είναι γενικός. Είναι καθολικός. Πραγματοποιείται από την Αριστερά στην διακυβέρνηση και στο όνομά της. Μην το ξεχνάμε ούτε στιγμή. Για όσους νομίζουν ότι η κατάσταση αυτή είναι καλύτερη από αυτήν που θα είχαμε με Κούλη ή Σαμαρά, τους θυμίζουμε ότι εκπεσμός γίνεται και διευκολύνεται γιατί η «πρώτη φορά αριστερά» ανοίγει διάπλατα το δρόμο στον πλήρη εκπεσμό. Και χρησιμοποιούμε εσκεμμένα ήπιες εκφράσεις.

 

https://www.e-dromos.gr/h-politiki-diadikasia-se-narkw-pedio/

 

 

Tagged : /

Η φαντασίωση στην εξουσία… – Άρθρο στο Δρόμο (φ.365 – 27/6/2017)

Το αποικιακό καθεστώς ονειρεύεται πως αποκτά «ανεξάρτητο ρόλο»

 

Η συστηματική διαστροφή της πραγματικότητας, με τα ιδιαίτερα αριστερά χαρακτηριστικά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δηλαδή τη χρήση του συστηματικού ψέματος και της προπαγάνδας έχει την τιμητική της με το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης που φόρτωσε ακόμα πιο ισχυρά νεοαποικιακά δεσμά τη χώρα και την κοινωνία.

Όποιος καταγγείλει με σθένος το γεγονός αυτό, κατηγορείται ως φίλος της Ν.Δ. που θέλει να παλινορθωθεί το καθεστώς της δεξιάς στην χώρα. Τόσο απλά. Όπως το πάλαι ποτέ σύνθημα της ΚΝΕ «ο αντικομμουνισμός δεν θα περάσει» όποτε γίνονταν κριτική στα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Γιατί και τότε οι επικριτές κατηγορούντο ότι ψεύδονται γιατί ο σοσιαλισμός προχωρούσε κατά κύματα και οι εργαζόμενοι ήσαν ευχαριστημένοι. Ποιος έλεγε ψέματα τότε; Και ποιος ψεύδεται ασύστολα σήμερα; Η συστηματική χρήση του ψέματος και η εύκολη σπίλωση και συκοφαντία κάθε άλλης άποψης είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, εγγεγραμμένο στο χώρο της αριστεράς.

Έτσι ο κυβερνητικός λόγος δια στόματος Τσίπρα διακηρύττει σαν απολογισμό τα ακόλουθα: «Τελικά πήραμε αυτό που ζητούσαμε: Μια συμφωνία διεξόδου». «Πήραμε αυτό που διεκδικούσαμε, αλλά και αυτό που δικαιούμασταν», «Ίσως για πρώτη φορά μετά τον δύσκολο συμβιβασμό του Ιούλη του 2015 αισθανόμαστε δικαιωμένοι». «Μετά από πολλή υπομονή και επιμονή, σε μια διαπραγματευτική γραμμή που γνωρίζαμε ότι θέλει χρόνο για να αποδώσει καρπούς, φτάσαμε επιτέλους σε αποτέλεσμα». Τίποτα από όλα αυτά δεν ισχύει και το γνωρίζει.

Όταν όμως αναλαμβάνει να παίξει το «ρόλο», εκεί αρχίζει να μπερδεύεται και να μην συναισθάνεται καθόλου την πραγματικότητα.

«Η Ελλάδα βρίσκεται με πολλούς συμμάχους που την υποστηρίζουν στο διεθνές στερέωμα» είπε, προσθέτοντας ότι αυτό είναι κρίσιμο «γιατί βρισκόμαστε σε γειτονιά με πολλές εντάσεις». Αυτά τα δήλωσε ενημερώνοντας για τις «επιτυχίες» τον κ. Προκόπη Παυλόπουλο (ιδιότυπο συνεταίρο της καραμανλικής πτέρυγας στον κυβερνητικό σχήμα).

Η Ελλάδα έχει πολλούς «συμμάχους» οι οποίοι περιμένουν κάποια εξαργύρωση για τη «στήριξη» που δίνουν μέχρι τώρα. Ποιοι είναι οι φίλοι του Τσίπρα; Η Μέρκελ, ο Μακρόν, η Λαγκάρντ, ο Ξι Ζι Πινγκ, ο Νετανιάχου, ο Τζέφρι Πάιατ πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα… Ίσως στους φίλους του προστεθεί και ο Ερντογάν. Οι φίλοι δεν έχουν κοινά συμφέροντα, σε πολλά ζητήματα βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους και το μέγεθος της Ελλάδας όχι τέτοιο που να εμποδίζει σημαντικά…

 

Οι ευρωπαίοι «φίλοι»

Η Ε.Ε., ο γερμανογαλλικός άξονας που αναβιώνει υπό γερμανική ηγεμονία, αλλά και οι λοιπές χώρες μέλη της Ε.Ε. δεν έχουν δείξει ιδιαίτερη συμπάθεια για την Ελλάδα ή κάποια στήριξή της όλα αυτά τα χρόνια. Το περιβάλλον στην Ε.Ε. αλλάζει ραγδαία και προωθείται μια αναδιάρθρωση που πρέπει να λάβει υπόψη της τη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα. Ενώ «καθαρογράφεται» η πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup και καθυστερεί γιατί υπάρχουν πολλές ασάφειες και εκκρεμότητες με το ΔΝΤ, γίνεται γνωστό ότι μέχρι το τέλος του χρόνου πρέπει να ψηφιστούν 95 ακόμα προαπαιτούμενα και μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του 2018 συνολικά 113! Παράλληλα οι «φίλοι», οι «σύμμαχοι» συζητούν για το πώς θα αντιδράσουν στις πραγματικές προκλήσεις που έχουν. Ήδη η γερμανική εφημερίδα Die Zeit– και όχι η Bild –δημοσίευσε το σχέδιο «Μερκρόν» (σ.σ. «σχέδιο Μερκρόν» – από Μέρκελ και Μακρόν) για το «μέλλον της Ευρώπης» με τρία βασικά σημεία: Κοινό προϋπολογισμό για Ευρωζώνη, ταμείο για την άμυνα, και έναν Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών. Στο τραπέζι έχει πέσει και η ιδέα της δημιουργίας ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, που θα διαδεχτεί τον ESM.

Οι Ευρωπαίοι «φίλοι» μελετούν πώς θα τα βγάλουν πέρα στην διεθνή σκακιέρα, γνωρίζοντας καλά ότι η Ευρώπη είναι η πιο πληττόμενη περιοχή από την κρίση, η πιο ανομοιογενής και πολυκερματισμένη απέναντι στους ανταγωνιστές της (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Ιαπωνία), η οποία χρειάζεται επειγόντως να πάρει αποφάσεις για τα επόμενα χρόνια.

Όταν ο Μακρόν δηλώνει ότι η Ευρώπη (δηλαδή η Ε.Ε.) δεν είναι σούπερ μάρκετ, είναι σαφές ότι στρέφεται ενάντια στην επέκταση της Κίνας και η δήλωση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις και σχολιασμούς από τις σκανδιναβικές χώρες, την Πορτογαλία και την Ελλάδα που αναπτύσσουν δεσμούς και σχέσεις με την Κίνα. Αυτά μπορεί να σημάνουν εμπλοκές στην συνέχεια. Για παράδειγμα, στο ζήτημα της «αναπτυξιακής τράπεζας» που τόσο διαφημίζει η κυβέρνηση. Η ευρωπαϊκή κηδεμονία και επιτήρηση θα παρακολουθήσει αμέριμνη την κινεζική διείσδυση;

Αλλά οι Ευρωπαίοι φίλοι έχουν να μετρήσουν κι άλλα ζητήματα. Τις σχέσεις με την Τουρκία – άρα και το Κυπριακό – τα βαλκανικά ζητήματα, τον πόλεμο στην Συρία, τις σχέσεις με την Ρωσία. Σε όλα, μα σε όλα αυτά τα «παιζόμενα» ενδεχόμενα η Ελλάδα δεν λογαριάζεται ως ένας ανεξάρτητος παράγοντας. Λογαριάζεται πάντα σε συνάρτηση με τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις στην ευρύτερη περιοχή. Η σταθερότητα στην Ελλάδα μετριέται με τέτοιους όρους κι όχι με το αν βγαίνει ή όχι από την κρίση, από το αν φτωχοποιείται ή διαλύεται η κοινωνία της κ.λπ.

 

 

Η μεγάλη «εξόρμηση»

Με ανοικτά ζητήματα σχετικά με την πορεία της συμφωνίας, πέρα από την καταβολή της δόσης τον Ιούλιο, η κυβέρνηση κάνει μια προπαγανδιστική στροφή στη «σκληρή δουλειά». Ανοικτά ζητήματα που μένει να διασαφηνιστούν είναι τα της συμμετοχής του ΔΝΤ, καθώς και οι αμφιβολίες που εκφράζει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διέρρευσε στον Τύπο. «Υπάρχουν σημαντικοί καθοδικοί κίνδυνοι στην ανάπτυξη», που συνδέονται με τη γήρανση του πληθυσμού και τις τάσεις της συνολικής παραγωγικότητας.

Υπάρχει αβεβαιότητα γύρω από την ικανότητα των ελληνικών κυβερνήσεων να διατηρήσουν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για αρκετές δεκαετίες, όπως και έντονες αβεβαιότητες σχετικά με τη «βιώσιμη» πρόσβαση για νέα κρατικά δάνεια από τις διεθνείς χρηματαγορές.

Στα πλαίσια της «σκληρής δουλειάς» ανέλαβαν δράση οι οικονομικοί παράγοντες της κυβέρνησης. Ο «Αμερικάνος» υπουργός οικονομίας κ. Παπαδημητρίου πήγε στις ΗΠΑ. Ο άνθρωπος που γοητεύει τους Ευρωπαίους, ο Τσακαλώτος, αποστολή στην Μεγάλη Βρετανία, και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης, που πότε ακούγεται και πότε είναι σαν να μην υπάρχει, συντονίζει την υπόθεση της «αναπτυξιακής» τράπεζας και των ανοιγμάτων προς την Κίνα και το δρόμο του μεταξιού. Ο καθένας φροντίζει να επιδείξει έργο στον τομέα που ανέλαβε.

Ο Παπαδημητρίου, επικεφαλής ελληνικής αντιπροσωπείας έχει πολλές επαφές στις ΗΠΑ για να κλείσει διάφορες δουλειές. Θέλει να προσελκύσει το ενδιαφέρον επιχειρηματικών ομίλων προς την περιοχή μας. Τι πουλάει; «Οι επενδύσεις στην Ελλάδα θα είναι κερδοφόρες, καθώς είναι μια χώρα με νομισματική σταθερότητα, με ανταγωνιστικό κόστος εργασίας, με σημαντική γεωστρατηγική θέση, με σημαντικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και είναι μέλος οργανισμών, όπως η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ», λέει.

«Η Ελλάδα γίνεται μια σταθερή οικονομία στην περιοχή και έχει τη δυναμική να γίνει ενεργειακός κόμβος». Οι τομείς που προσφέρονται για κερδοφόρες επενδύσεις, είναι ο εξειδικευμένος τουρισμός, η ακίνητη περιουσία, οι μεταφορές, η ενέργεια, η βιοτεχνολογία και η παραγωγή τροφίμων.

Στην ελληνική επιχειρηματική αποστολή στις ΗΠΑ συμπεριλαμβάνονταν οι όμιλοι: Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα, Πειραιώς, Μυτιληναίος, Μέτκα, Motor Oil, ΟΠΑΠ, ΓΕΚ – ΤΕΡΝΑ, Τέρνα Ενεργειακή, Grivalia Properties, ΕΛΠΕ, Intralot, Lamda Development, MIG, Φουρλής, ΕΧΑΕ, Creta Farm, NBG Πανγαία, Σαράντης, Aegean Airlines, Πλαστικά Θράκης και Τιτάν.

Τέλος, ο Τζέφρι Πάιατ, πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, συνόδεψε και συντρόφεψε την αποστολή του κ. Παπαδημητρίου. Φυσικά οι αμερικανοί έχουν δικό τους τρόπο να κάνουν μπίζνες και ενδιαφέρονται για ενεργειακά οικόπεδα, για όπλα και για βάσεις. Χωρίς να βάλουν διόλου το χέρι στην τσέπη…

Τις ίδιες μέρες, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ, μετά ολίγον αντιμνημονιακός, τώρα επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας που μετείχε στην ετήσια Σύνοδο της Ασιατικής Τράπεζας Επενδύσεων και Υποδομών (AIIB) στη Νότια Κορέα, (16-18 Ιούνη). Η ελληνική κυβέρνηση αποσκοπεί στην πλήρη συμμετοχή του ελληνικού κράτους ως μετόχου της τράπεζας.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Π. Ρουμελιώτης επισήμανε ότι η Ελλάδα μπορεί να επωφεληθεί σημαντικά από τη χρηματοδότηση των υποδομών της κατασκευής του «δρόμου του μεταξιού», μία από τις βασικές δράσεις της ΑΙΙΒ, αποτελώντας κέντρο βαρύνουσας σημασίας για τη διασύνδεση ασιατικής και ευρωπαϊκής ηπείρου.

Ο Γ. Δραγασάκης, σε ανακοίνωση που εξέδωσε σχετικά αναφέρει ότι στόχος της χώρας μας είναι να ενδυναμώσει τους οικονομικούς και εμπορικούς δεσμούς που συνδέουν την Ασία με τη Μεσόγειο, μέσω του μεταφορικού κόμβου του λιμανιού του Πειραιά (ΟΛΠ), σε συνεργασία με την COSCO και την υποστήριξη του ελληνικού εφοπλισμού, έτσι ώστε «η Ελλάδα να αποτελέσει γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ Ασίας, Ευρώπης και Αφρικής».

Η επικύρωση, από την ελληνική Βουλή, της συμφωνίας συμμετοχής της στην ΑΙΙΒ αναμένεται να πραγματοποιηθεί στα τέλη του 2017, όταν και θα ενεργοποιηθεί πλήρως η συμμετοχή του ελληνικού κράτους.

Η Ευρώπη δεν είναι σούπερ μάρκετ (Μακρόν), ο Τραμπ θέλει να οξύνει τις σχέσεις με την Κίνα. Θα περπατήσουν όλα όπως τα σχεδιάζει ο κυρ Γιάννης; Δύσκολο…

 

Η κορύφωση της φαντασίωσης…

Με μια οικονομία κολλημένη και με δρομολογημένα προγράμματα διαρκείας που την βυθίζουν και δεν τη σώζουν, με επενδύσεις που μόνο με εκποίηση δημόσιας περιουσίας μπορεί να συγκριθούν, με ανοικτά αρκετά εθνικά θέματα (Κύπρος, Θράκη, Αιγαίο, μακεδονικό και γενικότερα αλυτρωτισμούς σε βάρος της χώρας), με απειλή πολέμου από την Τουρκία και βεβαίως με αντικρουόμενα συμφέροντα στη περιοχή, μια κυβέρνηση προθύμων και ενταγμένων μέσα σε αυτό το παιχνίδι, μπορεί μεν να φαντασιώνεται ότι κυβερνά και πηγαίνει την χώρα προς μια αναβάθμιση, την ώρα που συμβαίνει το αντίθετο.

Μέσα σε αυτό το ζοφερό κλίμα, ακούστηκε μια φωνή, όχι φυσικά έγκυρη, αλλά πληβεία και απεγνωσμένη. Φωνή «σκουπιδιών», φωνή ανθρώπων απεγνωσμένων, από τη διαρκή κοροϊδία: οι σκουπιδιάρηδες. Χορτασμένοι από υποσχέσεις και κοροϊδία κάτι πάνε να αρθρώσουν όπως μπορούν, μέσα σε δίκτυα τυλιγμένοι και απόγνωση. Στην ζωή δεν υπάρχουν καθαρά πράγματα, αλλά δεν μπορείς να μετατρέπεις μια χώρα, μια κοινωνία, τους ανθρώπους της σε σκουπίδια και να δηλώνεις ότι «τώρα δικαιώνεσαι».

 

Γιατί να μην φινλανδοποιηθούμε;

Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο αστισμός «μας», υπάρχει και η φαντασίωση ότι μπορεί μια ορισμένη συμπεριφορά εξευμενισμού και φιλίας με την γείτονα επεκτατική Τουρκία να αποφέρει καλύτερα αποτελέσματα.

Στις μέρες μας η Φιλανδία συζητιέται για δύο λόγους: για το εκπαιδευτικό της σύστημα και για την Nokia. Χώρα, λοιπόν, με ισχυρό εκπαιδευτικό σύστημα και ισχυρή τεχνολογική υποδομή. Άρα, η φινλανδοποίησή μας μπορεί να σήμαινε κάτι ανάλογο; Καλό ακούγεται. Όμως στην διπλωματική γλώσσα η «φινλανδοποίηση» σημαίνει κάτι διαφορετικό. «Ο όρος φινλανδοποίηση περιγράφει τη διαδικασία κατά την οποία µία µικρή χώρα, η οποία συνορεύει µε µία μεγαλύτερη, αποκτά µε συγκεκαλυμμένο τρόπο εξαρτήσεις από την ισχυρή της γείτονα. Εξαρτήσεις που την κάνουν να αντιδρά αυτόµατα και ευνοϊκά σε κάθε αίτηµα της μεγαλύτερης χώρας. Η υιοθέτηση αυτής της στάσης είναι απότοκο του φόβου ότι η µικρή χώρα οδηγούµενη σε σύρραξη µε το γείτονά της θα χάσει πολύ περισσότερα».

Κατά την επίσκεψη του Τούρκου πρωθυπουργού στην Αθήνα οι τόνοι από ελληνικής πλευράς ήταν ιδιαίτερα φιλικοί και θερμοί, ενώ όσα είπε έμειναν αναπάντητα. Πχ εκτίμηση ότι παραβιάσεις γίνονται «εκατέρωθεν» και καλό είναι να κρατηθούν σε ένα επίπεδο. Το εκατέρωθεν έμεινε αναπάντητο. Η ελληνική πλευρά εμφανίστηκε πολύ ένθερμη για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, δίνοντας μια καλή πάσα στον Γιλντιρίμ να συνδέσει την επίλυση του Κυπριακού με την διευθέτηση των ευρωτουρκικών σχέσεων. Αποδέχτηκε η ελληνική πλευρά την τουρκική πρόταση για 5μερή στην Ελβετία. Ενώ απειλούνται ευθέως κυριαρχικά δικαιώματα, συνεχίζει να κάνει λόγο για συνεργασία σε πολλούς οικονομικούς τομείς και να προετοιμάζει το επόμενο κοινό υπουργικό συμβούλιο των δύο χωρών… Ο Γιλντιρίμ έκανε και μία περίεργη δήλωση: Ήρθε η ώρα να επισκεφθεί ο Ερντογάν την Ελλάδα. Τι σημαίνει η επιθυμία αυτή του Ερντογάν και μάλιστα αυτήν τη στιγμή; Επίθεση φιλίας, πίεση για ρεαλισμό από μεριάς της Ελλάδας;

Μήπως η Τουρκία εξασθένιση έστω και για λίγο την πίεση της; Οι παραβιάσεις συνεχίζονται, η Αγία Σοφία έγινε τζαμί και μεταδόθηκε όλη η λειτουργία απ’ ευθείας από την τουρκική τηλεόραση, στο Αιγαίο, στη Θράκη και την Κύπρο οι αξιώσεις δεν έχουν μειωθεί στο ελάχιστο. To casus belli συνεχίζει να υπάρχει. Η φινλανδοποίηση μπορεί να έρθει πριν, αλλά και μετά από έναν πόλεμο. Δεν αποκλείει τη διαρκή πολεμική πίεση με τις επιδείξεις – προτάσεις συνεργασίας δορυφοροποίησης, δημιουργίας κεκτημένων με την δύναμη και την απειλή.

 

Και το όνομα αυτής;

Η FYROM περνά μεγάλη κρίση και ο κίνδυνος διαμελισμού της είναι υπαρκτός κυρίως από τον αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό. Οι κινήσεις απόκρουσης της ρωσικής πολιτικής οδήγησαν σε συμβιβασμούς μέσα στην FYROM και τώρα ο δυτικός παράγοντας επιθυμεί να πετύχει μια σταθεροποίηση με την εισδοχή της στο ΝΑΤΟ. Εμπόδιο, όμως, είναι η ελληνική πλευρά που μπλοκάρει την είσοδο χωρίς επίλυση της ονομασίας της χώρας. Όπερ σημαίνει ότι η θέληση επίλυσης του «μακεδονικού» με ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ πρέπει να ικανοποιηθεί με κάποιο τρόπο και από την ελληνική πλευρά. Γι αυτό υπάρχει έντονη κινητικότητα και πιέσεις προς την ελληνική πλευρά να αποδεχτεί όνομα που στη πράξη θα σημαίνει σκέτο «Μακεδονία». Στην εφημερίδα Real γράφτηκε ότι η Ελλάδα πρότεινε την ονομασία «Μακεδονία του Βαρδάρη». Τάχα σύνθετη και γεωγραφική ονομασία, ενώ ο υπουργός εξωτερικών της FYROM δήλωσε πρόθυμος να συζητηθεί το θέμα του ονόματος ενώ οι εθνικιστικοί κύκλοι της γειτονικής χώρας εμφανίζονταν μέχρι τώρα ανένδοτοι.

https://www.e-dromos.gr/h-fantasiosi-stin-exousia/

Tagged : /

Έγινε κάτι σημαντικό στο Δίστομο; – Άρθρο στο Δρόμο (φ.363 – 17/6/2017)

Δυο σκέψεις για όσα έγιναν κατά (και μετά από) την πρόσφατη εκδήλωση, πέρα από το φαίνεσθαι και το γενικώς θορυβείν

 

 

1 Επαναηθικοποίηση της πολιτικής

Υπάρχει τεράστιο κενό, ένα διαζύγιο ανάμεσα στην πολιτική (και τους πολιτικούς) και την ηθική. Προσωπική ανέλιξη, ψηφοθηρία και μάρκετινγκ, αναδεικνύονται σε βασικές μορφές της πολιτικής δράσης. Λόγια, συνθήματα και κυρίως ατάκες υπηρετούν αυτά, χωρίς ουσιαστική υπόσταση και σχέση με τα πραγματικά προβλήματα. Η προσωπική ιδιοτέλεια είναι το μέγιστο των ατομικών δικαιωμάτων. Η δημιουργία κομμάτων και κομματιδίων, κυρίως αρχηγικών και παλαιοκομματικής κοψιάς, συμβαίνει σήμερα σε μια περίοδο κατοχύρωσης θέσεων, αφού όλοι λογαριάζουν ότι το τοπίο θα αλλάξει και ίσως κάπου βρουν να πλασαριστούν.

Επί του συγκεκριμένου, ο Μανώλης Γλέζος δεν έχει σχέση με όσα αναφέραμε. Η παρουσία του στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου σημαδεύεται από έντονα στοιχεία ηθικής και ιδεολογίας. Ακόμα κι όταν κανείς δεν συμφωνεί με κάποιες επιλογές του (κανείς δεν είναι υπεράνω κριτικής), οφείλει να κατανοεί ποιος είναι ο Μανώλης Γλέζος και τι «εκτόπισμα» έχει.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου δείχνει να μην το αντιλαμβάνεται καθόλου όταν γράφει: «Ο Μανώλης Γλέζος προτίμησε να βάλει ο ίδιος με τα χέρια του τη σημαία του κατακτητή πάνω στο μνημείο των θυμάτων» και συμπληρώνει ότι προσυπογράφει ένα κείμενο του συνεργάτη της, Διαμαντή Καραναστάση, ο οποίος γράφει: «Ο Γλέζος είναι ο ήρωας που πριν 76 χρόνια κατέβασε τη σημαία από την ακρόπολη. Ο Γλέζος είναι αυτός που χτες την έβαλε πίσω. Αυτή τη φορά πάνω στο μνήμα των νεκρών. Την άρπαξε και την έβαλε με μανία… Ο Μανώλης Γλέζος, φοβήθηκε χτες ότι η Ζωή Κωνσταντοπούλου -που μπορεί να έχει μαζί της ό,τι προσωπικό θέλει- θα του πάρει τη σημαία που κατέβασε κάποτε. Και προτίμησε να τη βάλει πίσω από το να την αφήσει στα χέρια άλλου».

Εδώ ξεπερνάμε πια κάθε μέτρο. Δεν υπάρχει κανένα, μα κανένα μέτρο…

Ο Μανώλης Γλέζος δεν είναι χθεσινός. Είναι γελοία οποιαδήποτε σύγκριση της Ζωής Κωνσταντοπούλου μαζί του. Για όσα έχει κάνει για τις μαρτυρικές πόλεις και χωριά, για τις πολεμικές αποζημιώσεις, την αποκατάσταση της Ιστορίας, για τους δεσμούς αίματος που έχει με τον κόσμο της εθνικής αντίστασης, θα ήταν επιβεβλημένος ο ελάχιστος σεβασμός.

 

2 Εγκλήματα και συγχώρεση

Δεν υποστηρίζουμε γενικά τον «καθωσπρεπισμό» στην πολιτική. Για παράδειγμα, δεν θα μας ξένιζε διόλου η παρέμβαση κατοίκων μαρτυρικών χωριών απέναντι σε γερμανικές και ελληνικές αρχές με στόχο την υποκρισία και την αμνησία ή για τα σημερινά πεπραγμένα τους. Πολλά από τα συγχαρητήρια που εισέπραξε ο Μανώλης Γλέζος (π.χ. από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας) στάλθηκαν γιατί πρόσκαιρα έβγαλαν την επίσημη πολιτεία από μια δύσκολη θέση.

Ο λόγος του Μανώλη Γλέζου ότι «ο γιος του εγκληματία δεν ευθύνεται για τα εγκλήματα του πατρός του», είναι που έχει μια μεγάλη ηθική φόρτιση και δεν μπορεί να προσπεραστεί εύκολα.

Τα εγκλήματα των ναζί ήταν τρομερά και δεν σβήνονται. Ακόμα κι αν είχαν ικανοποιήσει οι γερμανικές αρχές το αίτημα των επανορθώσεων και της επιστροφής όσων άρπαξαν οι χιτλερικοί, και πάλι η συγχώρεση θα ήταν ένα άλλο κεφάλαιο, μια πράξη που δεν θα συνδέονταν με ανταλλάγματα οποιουδήποτε είδους.

Μόνο οι παθόντες, όσοι έζησαν και ξέρουν όσα συνέβησαν μπορούν να συγχωρήσουν. Γι αυτό ορισμένες τελετές και εκδηλώσεις έχουν έναν ιερό χαρακτήρα, αποτελούν έναν τρόπο με τον οποίο ο λαός διασώζει την μνήμη και τα ιερά του, τον πόνο που δεν σβήνει με δεκάρικους κάθε είδους, και δεν αποτελούν πεδίο εύκολης πολιτικολογίας και αυτοπροβολής.

Σημαντικοί διανοητές (πχ Ντεριντά, Άρεντ) μιλώντας γενικά για την συγχώρεση (για τα ναζιστικά εγκλήματα ή για άλλα που έγιναν κατά της ανθρωπότητας), τονίζουν μεταξύ άλλων ότι υπάρχει παραδοχή του ασυγχώρητου, γι’ αυτό η συγχώρεση πρέπει να αναγγείλει τον εαυτό της ως το ίδιο το αδύνατο. Η συγχώρεση πρέπει να εμπλέκει δύο ενικότητες, τον ένοχο και το θύμα. Όποια άλλη παρεμβολή τρίτου οδηγεί στην αμνηστία, στην συμφιλίωση, στην επανόρθωση που δεν έχουν σχέση με την συγχώρεση. Η συγχώρεση δεν ανέρχεται σε θεραπεία συμφιλίωσης. Η συγχώρεση δεν προϋποθέτει την λήθη αλλά την μνήμη.

Αναφερόμενος ο Ντεριντά σε ένα παράδειγμα από τη Νότια Αφρική, αναφέρει χαρακτηριστικά την κατάθεση της συζύγου ενός δολοφονημένου ανθρώπου από βασανιστές: «Μια επιτροπή ή μια κυβέρνηση δεν μπορεί να συγχωρήσει. Μόνο εγώ, εν τέλει, θα μπορούσα να το κάνω. Και δεν είμαι έτοιμη να συγχωρήσω».

Όποιος θέλει να σκύψει με σεβασμό πάνω στις πληγές και τον πόνο που προκαλούν τα εγκλήματα, να εμβαθύνει μπροστά στην θηριωδία του ίδιου του ανθρώπου απέναντι σε άλλα ανθρώπινα όντα, δεν μπορεί παρά να θυμηθεί τα λόγια του Αισχύλου πριν 2.500 χρόνια: «Να δαμάσουμε την αγριότητα του ανθρώπου και να κάνουμε ήμερη την ζωή αυτού του κόσμου».

https://www.e-dromos.gr/egine-kati-shmantiko-sto-distomo/

Tagged : /

Ραδιοφωνική συνέντευξη στα Παραπολιτικά 90,1fm (10/6/2017)

 

Ακούστε εδώ την συνέντευξη του Ρούντι Ρινάλντι στο ραδιόφωνο Παραπολιτικά 90,1fm  και την εκπομπή «Εξαιρέσεις» της Ζηνοβίας Σαπουνά, το Σάββατο 10 Ιουνίου 2017.

 

 

 

Tagged : / /

Νέος γύρος έντασης και ανάφλεξης στην πολύπαθη περιοχή – Άρθρο στο Δρόμο (φ. 362 – 3/6/2017)

Η ιδέα της εθνικής κοινωνικής χειραφέτησης τέθηκε στην Βαλκανική στις αρχές του 19ου αιώνα μέσα από τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία της αστικής τάξης και στηρίχθηκε κυρίως στους αγώνες και τις εξεγέρσεις της βαλκανικής αγροτιάς ενάντια στον οθωμανικό ζυγό και τις φεουδαρχικές σχέσεις που αυτός ευνοούσε.

Αυτές οι δυνάμεις κυνηγήθηκαν όχι μόνο από τους Οθωμανούς αλλά και από τις μεγάλες δυνάμεις που είχαν συγκροτήσει την Ιερή Συμμαχία και καταπολεμούσαν κάθε ριζοσπαστικό αστικό κίνημα, κάθε λαϊκή εξέγερση. Το ριζοσπαστικό σχέδιο του Ρήγα Βελεστινλή εκφράζει τέτοιες ιδέες και δυνάμεις και το τραγικό τέλος του δείχνει την συνεργασία των αντιδραστικών δυνάμεων.

Εθνική αφύπνιση και βαλκανοποίηση

Η εθνική αφύπνιση στα Βαλκάνια συναντήθηκε με ορισμένα σοβαρά γεωπολιτικά και κοινωνικά γεγονότα: την επίλυση του ανατολικού ζητήματος, την άμεση εμπλοκή των μεγάλων δυνάμεων, τη διάλυση αυτοκρατοριών, την είσοδο στην εποχή του ιμπεριαλισμού και των ιμπεριαλιστικών πολέμων, την ανικανότητα ή τα όρια της αστικής τάξης στα Βαλκάνια να επιλύσει τα εθνικά ζητήματα, την εχθρότητα που αυτή έδειξε απέναντι στην αγροτιά και την νέα εργατική τάξη που εμφανίζονταν στο προσκήνιο.

Η Βαλκανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία που ενέπνευσε τα πιο ριζοσπαστικά αστικά στοιχεία στις αρχές του 19ου αιώνα, δεν έγινε δυνατή τότε. Στη θέση της επιβλήθηκε η βαλκανοποίηση, που ανέκοψε κάθε γνήσια τάση προς έναν δημοκρατισμό στην περιοχή. Αυτό που συνέβη τότε στα Βαλκάνια, καταχωρήθηκε στη γλώσσα της διπλωματίας που χαρακτηρίζει τον ιδιαίτερο τρόπο σχηματισμού κρατών. Βαλκανοποίηση επομένως έχουμε όταν σχηματίζονται ή διαμελίζονται κράτη με άμεση παρέμβαση των μεγάλων δυνάμεων και αυθαίρετη χάραξη ή επαναχάραξη συνόρων, ανταλλαγές πληθυσμών και δημιουργία νέων κρατικών οντοτήτων. Οντοτήτων που από τη στιγμή της δημιουργίας τους φορτώνονταν σημαντικά μειονοτικά προβλήματα, που στην κατάλληλη στιγμή μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προώθηση σχεδιασμών των μεγάλων δυνάμεων. Εξυπακούεται πως η βαλκανοποίηση τροφοδότησε πολλές πρόσκαιρες συμμαχίες, που γρήγορα μεταβάλλονταν, καθώς και σοβαρές σοβινιστικές συγκρούσεις.

Από μια άποψη, η βαλκανοποίηση ήταν η απάντηση των αστικών τάξεων και των μεγάλων δυνάμεων ενάντια στο ανερχόμενο εργατικό κίνημα και τις συχνές αγροτικές εξεγέρσεις. Ήταν ένας κυματοθραύστης σε κάθε απόπειρα ανεξάρτητης πορείας των Βαλκανίων και όρος για την επιβολή του ελέγχου στην περιοχή από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.

Δεύτερος μεγάλος σταθμός στην εθνική και κοινωνική ζωή των Βαλκανίων υπήρξε η περίοδος του μεγάλου αντιφασιστικού πολέμου ενάντια στην χιτλεροφασιστική κατοχή. Στην περιοχή αυτή αναπτύχθηκαν ορισμένα από τα πιο μεγάλα και σημαντικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στην Ευρώπη χάρις στην αποφασιστική συμβολή των κομμουνιστικών κομμάτων.

Γύρω από το κομμουνιστικό κίνημα και τον νέο γεωπολιτικό συσχετισμό συγκροτήθηκαν μεγάλα λαϊκά και δημοκρατικά μπλοκ δυνάμεων και άλλαξε για πρώτη φορά ο συσχετισμός δύναμης σε μια προοδευτική κατεύθυνση.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν τον πόλεμο –σε μια πολύ βραχύχρονη περίοδο οι λαϊκές δημοκρατίες στα Βαλκάνια μεταμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική πραγματικότητα και έβαλαν εκτεταμένες περιοχές της βαλκανικής στο δρόμο της προόδου, παρά τις ελλείψεις και τις αδυναμίες που αναμφισβήτητα υπήρξαν. Τα Βαλκάνια γνώρισαν όλες τις εκδοχές του υπαρκτού σοσιαλισμού, ανάπτυξαν ιδιαίτερες «ποικιλίες» που σαν τέτοιες δεν μπόρεσαν να αντέξουν στις μεγάλες ανακατατάξεις που έφερε η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και της Σοβιετικής Ένωσης. Η θύελλα της κατάρρευσης συμπαρέσυρε και τα εκεί καθεστώτα. Τις μεγαλύτερες αντιστάσεις στο κύμα αυτό τις ανέδειξαν οι περιπτώσεις που είχαν κτίσει ένα σχετικά πιο ανεξάρτητο παραγωγικό και κρατικό μηχανισμό (Γιουγκοσλαβία). Η αποτίμηση του σοσιαλισμού που χτίσθηκε στα Βαλκάνια, αλλά και της προσφοράς του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος είναι ένα ανοικτό κεφάλαιο.

 

Στην περίοδο της Νέας Τάξης

Σήμερα ζούμε μια τρίτη περίοδο – φάση. Η Βαλκανική δοκίμασε τη Νέα Τάξη Πραγμάτων και περιδινείται στους νέους γεωπολιτικούς συσχετισμούς. Ό,τι θετικό είχε επιτευχθεί, ό,τι κατακτήσεις είχαν οι εργαζόμενοι και οι λαοί σε όλα τα άκρα της Βαλκανικής, ανατινάζονται στον αέρα.

Σήμερα, όχι μόνο επιβάλλεται μια νέα εκτεταμένη βαλκανοποίηση, υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., που δημιουργούν ένα νέο σύστημα προτεκτοράτων, αλλά προωθείται ταυτόχρονα και μια αποβαλκανοποίηση της Βαλκανικής. Αποβαλκανοποίηση με την έννοια ότι ξεχαρβαλώνεται όλος ο παραγωγικός ιστός των Βαλκανικών χωρών, μετατρέπεται σε συμπληρωματικός των πολυεθνικών μονοπωλίων, ανατινάζονται συνειδητά όλες οι προϋποθέσεις ανεξάρτητης πορείας των βαλκανικών χωρών, εισάγονται όλα τα πολιτιστικά παραπροϊόντα του καπιταλισμού, ξεριζώνονται λαοί και παραδόσεις. Η αποβαλκανοποίηση των Βαλκανίων, πέρα από τα πρόδηλα γεωπολιτικά και οικονομικά της κίνητρα, εκφράζει στην πράξη και τον ρατσισμό που επιδεικνύουν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις απέναντι στους Βαλκανικούς λαούς που τους θεωρούν ανθρώπους ημιάγριους που αυτοί θα τους εκπολιτίσουν. Και ο πολιτισμός τους εισάγεται με την καταστροφή, τους ανθρωπιστικούς πολέμους, τους χειρουργικούς βομβαρδισμούς, την επιστράτευση των μαφιών όλων των ειδών, την καταστροφή της ζωής, τους βασιλιάδες, τους εξαγορασμένους πολιτικούς κ.λπ.

Από μια Βαλκανική που αποτελούνταν από 5 χώρες (Αλβανία, Γιουγκοσλαβία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ελλάδα) έχουμε μια Βαλκανική με 11 κρατικές οντότητες (Αλβανία, Βουλγαρία, Ελλάδα, Ρουμανία, ΠΓΔΜ, Κόσσοβο, Κροατία, Σλοβενία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Σερβία) και τίποτα δεν θυμίζει την εικόνα που υπήρχε πριν το 1990. Δεν αποκλείεται να υπάρξει ένα ειδικό καθεστώς για την Βοϊβοδίνα και δεν πρέπει να ξεχνιέται η παρουσία και η δράση της Τουρκίας στη Βαλκανική χερσόνησο: ένα τμήμα της (ευρωπαϊκή Τουρκία) βρίσκεται στα Βαλκάνια, ενώ τουρκικές μειονότητες υπάρχουν και παίζουν ρόλο ακόμα και σε κυβερνητικούς συνασπισμούς, όπως για παράδειγμα στη Βουλγαρία. Η δημιουργία κρατών-προτεκτοράτων στην περιοχή δεν είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξης κάθε εθνικής οντότητας σε κράτος-έθνος (όπως ισχυρίζονται πολλοί), αλλά προϊόν της άμεσης ανάμειξης ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, προϊόν των ανταγωνισμών και των συμβιβασμών τους στην περιοχή1. Τέτοιας μορφής άμεση ανάμειξη έχει ανάγκη τη συνέργεια των αστικών τάξεων της περιοχής στις κρατικές ή παρακρατικές εκδοχές τους.

 

Ο νέος κύκλος έντασης και συγκρούσεων στην Βαλκανική

Σήμερα στην περιοχή υπάρχουν ανοικτές δύο μεγάλες πληγές. Από βορρά το ουκρανικό μέτωπο και οι προσπάθειες να σφίξει ο κλοιός γύρω από την Ρωσία ακόμα και μέσω Βαλκανίων. Στα νοτιοανατολικά, ο διεθνοποιημένος πόλεμος στη Συρία και η ισχυρότερη παρουσία την Τουρκίας στη βαλκανική. Υπό αυτούς τους όρους είναι εντελώς φυσικό να ανοίξει ένας νέος γύρος συγκρούσεων, εντάσεων και στρατιωτικών διευθετήσεων που δεν ξέρουμε μέχρι ποιο σημείο θα φτάσει.

Στην μνημονιακή Ελλάδα, το ενδιαφέρον για την κατάσταση στα Βαλκάνια έχει περιοριστεί, γιατί όλη η προσοχή έχει επικεντρωθεί γύρω από το «δυτικό» μέτωπο της χώρας. Στην πραγματικότητα, με την είσοδο στην μνημονιακή εποχή, η Ελλάδα υποβαθμίστηκε σημαντικά σε όλους τους τομείς, αποκόπηκε από τα Βαλκάνια πολλαπλά και, βουλιάζοντας μέσα στην κρίση της, δεν διαθέτει σχεδόν καμία πολιτική για όσα συμβαίνουν πολύ κοντά της.

Ο νέος κύκλος έντασης και συγκρούσεων που ανοίγει βρίσκει αντιμέτωπες ορισμένες δυνάμεις που οι κυριότερες είναι οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Ρωσία και η Τουρκία. Αυτές έχουν τη δυνατότητα αλλά και τα μέσα να ασκήσουν πολιτικές, να χαράξουν κατευθύνσεις, να εξουδετερώσουν κινήσεις των κάθε φορά ανταγωνιστών, να ακυρώσουν πλάνα και σχέδια, να προωθήσουν τις θέσεις τους. Το κουβάρι είναι πολύ μπλεγμένο και ορισμένα που συμβαίνουν στην Βαλκανική μπορεί να είναι απόηχος ανακατατάξεων και ανταγωνισμών σε άλλα σημεία του πλανήτη. Το ποιος θέλει να ανοίξει ένα μέτωπο στην Βαλκανική δεν είναι τόσο ευδιάκριτο ζήτημα. Δεν είναι τόσο καθαρό ποιος θα αντιμετωπίσει τα περισσότερα προβλήματα αν ανάψει μια φωτιά στην Βαλκανική. Μια φωτιά στην βαλκανική –που πανεύκολα ανάβει με τόσο… εύφλεκτο υλικό που έχει συσσωρευτεί- μπορεί να χρησιμεύσει ως αντιπερισπασμός άλλων μετώπων.

Πάντως, είναι σε εξέλιξη ανταγωνισμοί που πρέπει να έχουμε υπόψη μας. Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ – Γερμανίας διαπερνά περιοχές των Βαλκανίων. Η αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας δεν είναι διόλου μικρή στην περιοχή των Βαλκανίων και πολλές από τις εξελίξεις συνδέονται άμεσα με αυτήν. Τέλος, η Τουρκία τόσο στην αντιπαράθεση που έχει με την Ευρώπη, όσο και οι διενέξεις που έχει με τις ΗΠΑ, μπορεί να την σπρώξουν σε πρωτοβουλίες στα Βαλκάνια, στη Θράκη και στο Αιγαίο.

Τι θα σήμαιναν τα Ελεύθερα Βαλκάνια; Το ερώτημα από μόνο του, καθώς και η δυσκολία απάντησής του, εμφανίζει την εικόνα ενός δρόμου ναρκοθετημένου που όμως πρέπει να διαβούμε. Ένα γνήσια λαϊκό «εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε» πρέπει να στραφεί απέναντι στους ντόπιους και διεθνείς δυνάστες και να ματαιώσει το σκοτεινό μέλλον για τους λαούς της Βαλκανικής που προετοιμάζουν.

 

(1) Για τον προσεκτικό παρατηρητή της βαλκανικής ιστορίας δεν θα περάσει απαρατήρητο το γεγονός πως και η ναζιστική διείσδυση στα Βαλκάνια είχε σαν μοχλό την δημιουργία αρκετών προτεκτοράτων.

https://www.e-dromos.gr/neos-gyros-entasis-kai-anaflexis-stin-polypa8i-perioxi/

Tagged : /

Εκδήλωση: «Ο Γκράμσι και η εποχή μας» – Βίντεο

Δείτε το βίντεο με τις ομιλίες του Λουκά Αξελού, του Δημήτρη Μπελαντή, του Ρούντι Ρινάλντι και του Παναγιώτη Σωτήρη από την πολύ πετυχημένη και ενδιαφέρουσα εκδήλωση που διοργάνωσε η εφημερίδα Δρόμος την Τετάρτη 7 Ιουνίου για την επικαιρότητα του έργου του Γκράμσι με τίτλο: «Ο Γκράμσι και η εποχή μας».

https://www.e-dromos.gr/video-ekdilosis-o-gramsci-kai-h-epoxi-mas/

Tagged : / /

Ραδιοφωνική συνέντευξη στην Ερτ open – 6/6/2017

Ακούστε εδώ την συνέντευξη του Ρούντι Ρινάλντι στην εκπομπή του Γιώργου Σαράφη και στο ραδιόφωνο της  ΕΡΤ open την Τρίτη 6 Ιουνίου 2017.

Tagged : / /