Οι πολιτικές διαστάσεις μιας συστημικής εκστρατείας, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.182, 5/10/2013)

Το απλοποιητικό σχήμα «εγκληματική οργάνωση»,  η πολιτική κρίση και οι αναγκαίες απαντήσεις. 

Το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής και όσα συμβαίνουν στις μέρες μας δεν μπορεί να χωρέσει στο απλοποιητικό σχήμα «εγκληματική οργάνωση». Αυτή η διάσταση είναι υπαρκτή, έχει καταγγελθεί εδώ και χρόνια, τώρα αποκαλύπτεται πολύπλευρα. Όμως, γύρω από την νέα επικοινωνιακή εκστρατεία και το νέο τηλεδικείο που στήθηκε, υπάρχει μια διάσταση, μια σημαντική διάσταση που, ενώ παίζει κεντρικό ρόλο, αποσιωπάται με ενοχή. Είναι η πολιτική διάσταση του φαινομένου αλλά και της εκστρατείας καταπόλεμής του.
Η επιρροή της Χ.Α. δεν οικοδομήθηκε πάνω στην απήχηση που έχει η εγκληματική της φύση και δράση, αλλά κυρίως γύρω από την πολιτική και την φυσιογνωμία που πρόβαλλε και η οποία της επέτρεψε να έχει επίδραση σε τεράστια ακροατήρια καθώς και σημαντική διείσδυση σε κοινωνικούς χώρους, όπως για παράδειγμα στη νεολαία. Στο σημείο αυτό υπάρχει σιωπή και διαστρέβλωση. Η Χ.Α. πρόβαλλε ένα αντισυστημικό πρόσωπο, μια αντιμνημονιακή πλατφόρμα και μία εθνικιστική αντίθεση στο γενικό ξεπούλημα. Συναντήθηκε ο λόγος της με το αίσθημα εθνικής ταπείνωσης, με την οργή του κόσμου προς το πολιτικό σύστημα και την πολιτική των μνημονίων. 
Η βία, ο τρόμος, η συμμορίτικη δράση, η δήθεν αποτελεσματικότητα του «εδώ και τώρα λύσεις» της άνοιξαν, με την ανοχή και συνεργασία της αστυνομίας και των ΜΜΕ, το δρόμο για να καταλάβει θέσεις, να δυναμώσει σε επικίνδυνο βαθμό, περνώντας μάλιστα το τελευταίο διάστημα σε ένα νέο στάδιο δράσης. Η απειλή προς το σύστημα δεν προερχόταν από τη δύναμη που είχε σε «μάχιμες» δυνάμεις, αλλά από την πολιτική επιρροή που απόκτησε και τη διείσδυση που έκανε σε νευραλγικούς τομείς του κράτους. Όσο το μνημονιακό καθεστώς διέλυε τον κρατικό μηχανισμό και αποσάθρωνε την κοινωνία, τόσο δυνάμωνε η πρόσβαση της Χ.Α. σε τομείς του εν γένει κρατικού μηχανισμού.
Ας δούμε πώς περιγράφει την κατάσταση ο Αλέξης Παπαχελάς στην Καθημερινή της 2/10/2013:
«Κανείς δεν ξέρει πόσοι μπορεί να είναι οι πολίτες που στηρίζουν την απόφασή του (του Σαμαρά) να τραβήξει μια κόκκινη γραμμή με τη Χρυσή Αυγή, ειδικά μάλιστα όταν μιλάμε για μια κοινωνία που είναι απίστευτα θυμωμένη και έτοιμη να αποδομήσει τους πάντες και τα πάντα… Τα προβλήματα του κόσμου, όμως, δεν λύθηκαν με τις διώξεις κατά της Χρυσής Αυγής. Τα προβλήματα είναι μπροστά μας. Ο πολιτικός κόσμος δεν έχει κάνει αυτά που πρέπει για να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη του Έλληνα πολίτη. Βλέπει ότι κάποιοι το παλεύουν, βλέπει όμως και κάτι απίθανες παλαιοκομματικές φιγούρες να του θυμίζουν την ανικανότητα και τη φαυλότητα που θέλει να ξεχάσει. Τι έγιναν εκείνες οι περίφημες πρωτοβουλίες για να εκλείψει η περιώνυμη ασυλία υπουργών και βουλευτών και να ανασυνταχθεί το πολιτικό μας σύστημα;.. Και στο τέλος υπάρχει βεβαίως η οικονομική κρίση και η αίσθηση της ταπείνωσης που νιώθει ο μέσος Έλληνας, λόγω της συνεχιζόμενης παρουσίας της τρόικας. Ο συνδυασμός έχει εξαντλήσει τον κόσμο, ιδιαίτερα τώρα που τελειώνουν οι τελευταίες “καβάτζες”».

Κρίση και έλλειμμα εκπροσώπησης
Επομένως, αν έτσι έχουν τα πράγματα, όλα λειτουργούν στο κόκκινο. Υπάρχει τεράστιο πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης, υπάρχει υφέρπουσα πολιτική κρίση που συμπληρώνει την κοινωνική και οικονομική.

Τόσο το φαύλο πολιτικό σύστημα, που αποτελεί τη μήτρα πολλών αρνητικών φαινομένων, όσο και η τρόικα, που με την παρουσία της θυμίζει ότι βρισκόμαστε υπό ειδικό καθεστώς κατοχής, χάνουν την εμπιστοσύνη του κόσμου. Τόσο απλά, μόνο που στο πολιτικό επίπεδο αυτά μένουν χωρίς εκπροσώπηση ή, για την ακρίβεια, οι νεοναζί προσπαθούν να τα εκμεταλλευτούν και πρέπει να ομολογήσουμε ότι το έκαναν με επιτυχία.

Χρειάζεται, όμως, μια παρατήρηση: Τους αφέθηκε το έδαφος να το κάνουν, γιατί σχεδόν όλο το πολιτικό φάσμα δεν θέλησε να ονοματίσει με το πραγματικό τους όνομα αυτά τα φαινόμενα (οι συστημικοί προσπαθούν να τα αποκρύψουν και μέρος της Αριστεράς αρνείται να αποδεχτεί τις βαθύτερές τους διαστάσεις). Το μνημονιακό τόξο έκανε τη δουλειά του, αλλά οι αριστερές δυνάμεις; Το τελευταίο διάστημα ακούμε τα πάντα, αλλά δεν ακούμε κάτι συγκεκριμένο και ηχηρό για το πολιτικό σύστημα. Κι όχι μόνο. Οι εκπρόσωποι της ΔΗΜΑΡ, συστηματικά, αμαυρώνουν τους αγώνες του λαού. Ταυτίζουν, για παράδειγμα, το κίνημα των πλατειών με την Χ.Α. Διαστρεβλώνοντας υποστηρίζουν ότι η «πάνω πλατεία» στο Σύνταγμα ανήκε στην Χ.Α., άρα η μούντζα και η οργή προς το πολιτικό σύστημα αποδίδονται σε χρυσαυγίτικα σχέδια… Αυτό είναι το απαραίτητο συμπλήρωμα στην ανιστόρητη και επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων. Όσοι έχουν μνήμη θυμούνται πως το σενάριο αυτό είχε λανσαριστεί στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, με την περίφημη θεωρία του αριστεροχουντισμού: υποτίθεται πως αριστερές δυνάμεις μαζί με χουντικούς ευθυγραμμίζονταν για να γκρεμίσουν τη νεαρή τότε δημοκρατία. Η θεωρία αυτή προσπάθησε να θέσει υγειονομικές ζώνες απέναντι στις πιο αγωνιστικές και δυναμικές κινητοποιήσεις της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου. Η επικίνδυνη θεωρία των δύο άκρων, σήμερα, θέλει να πλήξει με κάπως διαφορετικό τρόπο το λαϊκό ριζοσπαστισμό και την πολιτική δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να συσπειρώσει ευρύτερες δυνάμεις γύρω του. Όταν ο πρωθυπουργός, από τις ΗΠΑ σε επίσημες δηλώσεις, θεωρεί άκρα τη ναζιστική Χ.Α. αλλά και όσους θέλουν την αποχώρηση από την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, δείχνει ότι είναι εμπρηστικός και πως έχει άλλες στοχεύσεις, πέρα από το χτύπημα μιας, αποδεδειγμένα, εγκληματικής ναζιστικής οργάνωσης.
Το πρόβλημα, επομένως, του πολιτικού κόσμου είναι ακριβώς η πολιτική διάσταση, τόσο με την σημασία της διένεξης από την στιγμή που θέλησε να περιορίσει-χτυπήσει την Χ.Α., όσο και κυρίως με τη σημασία της βαρύτητας και του μεγέθους που αυτή έχει στην κοινωνία ή του βαθμού αποξένωσης που έχει το πολιτικό σύστημα από ένα ογκούμενο κομμάτι της κοινωνίας. Διότι τόσο όταν συλλαμβάνονται όσο και όταν κρίνονται μη προφυλακιστέοι οι χρυσαυγίτες, αυτό που φοβίζει τους κυβερνητικούς είναι το ότι δεν έχουν εντοπίσει πώς θα συμπεριφερθούν οι 400.000 χιλιάδες που ψήφισαν Χ.Α. το 2012 και οι πολλοί περισσότεροι που σκέπτονταν να το κάνουν μέχρι σήμερα. Αλλά η πολιτική διάσταση έχει και μια άλλη σημασία. Η Ιωάννα Κοντούλη, εκπρόσωπος των Οικολόγων Πράσινων στις τελευταίες εκλογές, μιλώντας σε πολιτική εκπομπή στις 2/10/13 ανέφερε πως «ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος έχει μικρή επαφή και ελάχιστη σχέση με το 1.500.000 άνεργους, με το πιο φτωχό τμήμα της κοινωνίας». Έθεσε, δηλαδή, το πρόβλημα με ακόμα πιο σοβαρές διαστάσεις. Ένα τμήμα της κοινωνίας ούτε ακούει, ούτε συγκινείται από το πολιτικό σύστημα, από τις πολιτικές δυνάμεις, από την πολιτική δραστηριότητα. Δεν υπάρχει σχεδόν καμιά επικοινωνία μαζί του. Ένα μεγάλο τμήμα του θα απόσχει και από τις εκλογές αλλά επίσης ένα μεγάλο τμήμα θα πάρει μέρος σε αυτές και κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι συγκινείται από τις μιντιακές εκστρατείες…

Η στάση της Αριστεράς
Η απόκρουση της επικίνδυνης θεωρίας των δύο άκρων επιβάλλει σταθερότητα και ευρύτητα χειρισμών. Πιθανόν μάλιστα προσοχή και αυτοσυγκράτηση. Την επαύριον της δολοφονίας του Π. Φύσσα το αίτημα να συλληφθούν, άμεσα, όλοι όσοι πήραν μέρος στη δολοφονία ήταν το αναμενόμενο, το πιο φυσιολογικό. Όταν ξαναστήθηκαν τα τηλεδικεία, όταν η ΓΑΔΑ διέρρεε στοιχεία, οι φράσεις «όλα στο φως» και να «συγκληθεί αμέσως η Βουλή» έπρεπε να ακουστούν δυνατά και να συνδυαστούν με τις επιφυλάξεις των συνταγματολόγων για τον τρόπο με τον οποίο κινήθηκε η όλη διαδικασία. Τέλος, όταν πια είναι πασιφανής η ανάμειξη της αστυνομίας (μόνο αυτής;) στην υπόθαλψη και στήριξη της Χ.Α., τότε ο τόνος πρέπει να ανέβει γιατί αυτά είχαν καταγγελθεί από καιρό. Γιατί πολλοί θύλακες υπάρχουν και γιατί η Δικαιοσύνη είναι όντως τυφλή… Αντ’ αυτών κυριάρχησαν χαμηλοί τόνοι, αμηχανία, γενικολογία, απουσία πρωτοβουλιών. Προσεκτική τακτική; Ίσως.
Αλλά έχουμε μια κρίση πολυδιάστατη, καθολική. Έχουμε μια κυβέρνηση που είναι επικίνδυνη. Όπως δεν δίστασε να ρίξει μαύρο στην ΕΡΤ, να κυβερνά με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, έτσι και τώρα ξανακινείται τυχοδιωκτικά και εκβιαστικά με το χτύπημα της Χ.Α,. με την εμμονή της γύρω από την θεωρία των δύο άκρων, εκτελώντας συμβόλαια τροϊκανά και γεωπολιτικά, με στόχο να πλήξει κάθε δυνατότητα ρεαλιστικής εναλλακτικής πρότασης (δηλαδή, να πλήξει την Αριστερά, το λένε καθαρά Φαήλος και Χρύσανθος). Το άμεσο αποτέλεσμα είναι αρχικά η μετατόπιση προς τα δεξιά όλου του πολιτικού σκηνικού, αλλά και η διεύρυνση του κύκλου της πολιτικής κρίσης στην χώρα μας και της αποσάθρωσης του κρατικού-θεσμικού χώρου.
Η Αριστερά, επειγόντως, πρέπει να πείσει ευρύτατα στρώματα του πληθυσμού ότι θα καταστεί ηγέτιδα δύναμη διεξόδου της χώρας, της οικονομίας, της κοινωνίας. Στοίχημα δύσκολο που χτίζεται βήμα-βήμα μέσα από την ενεργό συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Επομένως, μια πρόταση αγωνιστικής δημοκρατίας και πρωτοβουλίας με επίκεντρο την Αριστερά στο διαφαινόμενο μπάχαλο χώρας, κράτους, διοίκησης, κοινωνικής πρόνοιας, οικονομίας, άμυνας κ.λπ., είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία.

Σχετικά με ένα σύνθημα

Πολλές φορές κατηγορήθηκε η Αριστερά ότι υπέθαλψε ένα σύνθημα που φωνάχτηκε, κατά κόρο, στα 3,5 χρόνια μνημονιακού καθεστώτος στην χώρα μας. Το Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία, η χούντα δεν τελείωσε το ’73 και μάλιστα αναφέρθηκε ως πειστήριο ότι η Αριστερά θεωρεί το καθεστώς ως μία χούντα, άρα ακολουθεί εμπρηστική ακραία πολιτική υποδαύλισης της δημοκρατίας που έχουμε. Κανείς από τους καθεστωτικούς δεν αναρωτήθηκε γιατί γεννήθηκε αυτό το σύνθημα αυθόρμητα, γιατί φωνάχτηκε και φωνάζεται ακόμα από εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, γιατί τόσος κόσμος θεωρεί ότι υπάρχει μια τυραννία που στερεί το ψωμί, διαλύει την Παιδεία και σκοτώνει την ελευθερία. Αλλά οι φωστήρες του πολιτικού εκκρεμούς που ονομάζεται ΔΗΜΑΡ, θέλουν να συνδέσουν το σύνθημα αυτό σαν απόδειξη του πώς ανοίγει το δρόμο η «πάνω πλατεία» στον «πολιτικό μηδενισμό» και το «δεξιό ναζιστικό εξτρεμισμό». Η καλύτερη απάντηση σε όλα αυτά δίνεται από τη Χ.Α. που υιοθέτησε το σύνθημα (αναγνωρίζοντας την δυναμική του) για να το διαστρεβλώσει. Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία, η χούντα σας ξεκίνησε το ’73 φώναζαν στα δικαστήρια αυτές τις ημέρες οι χρυσαυγίτες. 
Τεράστια διαφορά, ο δημοκρατικός λαός, επιμένει. -Η χούντα δεν τελείωσε- τόσο απέναντι στα κάθε είδους τροϊκανά φερέφωνα, όσο και απέναντι στους ναζιστές, πλαστογράφους της Ιστορίας.
Tagged : / /

«Το θεριό κι ο Γιάννης», άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.181, 28/9/2013)

εικόνα: Δημήτρης Θ. Αρβανίτης
(δρόμος της αριστεράς φ.177)
Οι ανεπαρκείς αναλύσεις της Αριστεράς και η επιχείρηση «απεγκλωβισμού».

«Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη» λέει η παροιμία. Πώς μπορούν να οριστούν δυο τέτοιες πλευρές σε όσα συμβαίνουν σήμερα; Οι διαστρεβλωτικές και παραμορφωτικές παρεμβάσεις είναι πολλές και έτσι οι πρωταγωνιστές δεν διακρίνονται καθαρά και η εικόνα μένει σκόπιμα θολή.
Πώς βλέπει η Αριστερά το γενικό κάδρο των εξελίξεων και πώς αντιλαμβάνεται το δικό της ρόλο μέσα σε αυτό; Για να αρχίσουμε να γινόμαστε πιο σαφείς, είναι το μνημονιακό σύστημα και οι παραφυάδες του η μια πλευρά και η Αριστερά, ο αγωνιζόμενος λαός η άλλη; Ή μήπως από τη μια βρίσκονται όλες οι δυνάμεις ενός «συνταγματικού τόξου» και η Χρυσή Αυγή με όλες τις διασυνδέσεις της από την άλλη;
Ήταν και είναι επαρκής, η ανάλυση της Αριστεράς για την κατάσταση που εκτυλίσσεται; Είναι αποτελεσματική η στάση και η συμπεριφορά της; Μέσα από ποια σχήματα ερμηνεύτηκαν τα όσα έγιναν από την δολοφονία του Παύλου Φύσσα ως τώρα και ποιο ρόλο διαδραμάτισε μέχρι στιγμής η Αριστερά στο νέο σκηνικό που στήνεται με δυναμικότερους παράγοντες την Ν.Δ. και την Χ.Α.;
Οι πρώτες αναγνώσεις έκαναν λόγο για ύπαρξη ενός ευρύτερου σχεδίου αποσταθεροποίησης και άρα για την ανάγκη προσεκτικών βημάτων. Πολιτικά καταγγέλθηκε η επικίνδυνη και ανιστόρητη θεωρία των «δύο άκρων» -που ειρήσθω εν παρόδω δεν έχει εγκαταλειφτεί, ούτε ηττηθεί- και επιδιώχθηκε η αποφυγή κάθε ενέργειας που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κλιμάκωση ή εφαρμογή αυτού του σχεδίου.

Σχεδιασμοί και ελλείμματα
Για το μεγαλύτερο σχηματισμό της Αριστεράς, το γεγονός και όσα ακολούθησαν θα μπορούσαν να τραυματίσουν την ανοδική πορεία που είχε αρχίσει να καταγράφει από τις αρχές Σεπτέμβρη και τους ειδικούς σχεδιασμούς κυρίως για τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια παγίδα ή να οδηγήσουν σε μια εμπλοκή και ένταση που δεν θα τον βοηθούσαν. Αλλά από τη στιγμή που εκδηλώθηκε το «συμβάν» και η διαχείριση του συμβάντος, έπρεπε πάση θυσία να ακυρώσει το σχεδιασμό του Σαμαρά γύρω από τη θεωρία των δύο άκρων. Αυτό οδηγούσε και σε τακτικού τύπου και κυρίως θεσμικού χαρακτήρα κινήσεις με συγκράτηση στο επίπεδο της κινητοποίησης και συνεχή επανεκτίμηση της κατάστασης.
Η στάση αυτή πρακτικά είχε ένα έλλειμμα: Δεν πρόβαλε μια αποφασιστικότητα και δεν θωράκισε το λαϊκό κίνημα με μια πολιτική «αγωνιστικής δημοκρατίας» και σφοδρής απαίτησης να
συλληφθούν όλοι οι υπεύθυνοι της δολοφονίας και να αποκαλυφθούν όλες της οι «άκρες». Σημειώνεται ότι τα λόγια περί αποτελεσματικής αντίδρασης του κράτους δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι στην επίθεση πήραν μέρος τριάντα άτομα και συλλήφθηκε ένας μονάχα, ούτε τη σειρά ερωτηματικών για τη διαχείριση της υπόθεσης, ενώ ο Δένδιας πετά την μπάλα σκοπίμως σε 30 δικογραφίες και διάφορες έρευνες.
Οι προτάσεις για συζήτηση στη Βουλή και συνάντηση πολιτικών αρχηγών, η επίσκεψη στον πρόεδρο της δημοκρατίας, κινήσεις κορυφής και θεσμικής φύσης, δεν απαντούν από μόνες τους στο ζήτημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απάντησε αποφασιστικά, δεν πήρε μια κεντρική πρωτοβουλία για την έκφραση ενός μεγάλου δημοκρατικού αντιφασιστικού κινήματος, δεν τύπωσε, για παράδειγμα, 500 χιλιάδες προκηρύξεις με 4 προτάσεις – δεσμεύσεις με βάση το γεγονός που συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία.
Η κύρια κατεύθυνση που υιοθετήθηκε συμπληρώνονταν και από μια στάση διαχείρισης αγωνιστικών διαθέσεων ή και κινήσεων και αντιδράσεων που θα γίνονταν έτσι κι αλλιώς. Στάση «απεγκλωβισμού» από μια σχεδιασμένη αποσταθεροποίηση ώστε να μην επηρεαστούν οι εκλογικοί συσχετισμοί. Αντίληψη ότι το κίνημα των πολιτών είναι ενεργό δια της ψήφου και η ψήφος είναι η κύρια και αποφασιστική μορφή πάλης.  Ο απεγκλωβισμός, όμως, σαν επιδίωξη μπορεί να οδηγήσει σε άλλους εγκλωβισμούς.
Αυτά λέγονται γιατί ενώ η επίθεση συνεχίζεται, την ίδια στιγμή τόσο στο απεργιακό όσο και στο αντιφασιστικό πεδίο φαίνεται να πέφτει «αυλαία» και συναισθήματα ανάμεικτα να διαπερνούν τα πιο αγωνιστικά κομμάτια της κοινωνίας. Η ενδυνάμωση του «Κανένα» σημαίνει πως η εμπιστοσύνη προς τα κόμματα υποχωρεί, καθένας αισθάνεται πολύ μόνος και εγκαταλειμμένος (παρά τα λόγια) και η «ανάθεση» στην Αριστερά γίνεται πιο κριτική, πιο κυνική, με πάμπολλες επιφυλάξεις.
Μία πιο «αγωνιστική» πτέρυγα της Αριστεράς και της κοινωνίας -περισσότερο εγκλωβισμένη σε απλουστεύσεις και στερεότυπα- δεν μπορεί να διαβάσει καν το τι συμβαίνει και φυσικά δεν μπορεί να δώσει μια προοπτική στην ογκούμενη λαϊκή οργή.

Αδυναμίες ερμηνείας
Στις ελλείψεις της Αριστεράς εν γένει μπορεί κανείς να καταλογίσει και την αδυναμία να ερμηνευτεί σωστά το φαινόμενο της Χ.Α. μέσα στην ελληνική κοινωνία. Εγκληματική, δολοφονική, ναζιστική συμμορία; Ναι και αποκαλύφθηκαν πλατιά οι τέτοιες πλευρές του μορφώματος. Αλλά είναι και άλλα πράγματα που συναντώνται με την πραγματικότητα εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που δεν έγιναν ξαφνικά ναζιστές ή δολοφόνοι. Και αυτά είναι η συγκεκριμένη πολιτική και τοποθέτηση της Χ.Α., η ιδεολογία που διαδίδει και βεβαίως η σχεδιασμένη πρακτική της.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Χ.Α. είναι απλά η συσπείρωση χουντικών και φασιστικών στοιχείων που πάντα υπήρχαν αλλά δεν εκδηλώνονταν και τώρα έχουν οργανωθεί. Άλλοι ότι είναι απλά το μακρύ χέρι του κεφαλαίου και άλλοι μιλούν για σχέδιο σιωνιστικών κύκλων ή ότι σχεδόν στήθηκαν όλα από την Ν.Δ. για να προχωρήσει ο σχεδιασμός της. Οι απόψεις των Γ. Δελαστίκ  και Τ. Φωτόπουλου που προκάλεσαν αρκετές συζητήσεις εντάσσονται σε αυτήν την κατηγορία.
Δυσκολεύεται η Αριστερά να δει την σχετική αυτονομία που έχει μια ναζιστική οργάνωση, η οποία αποκτά μαζικό έρεισμα και όταν εκδηλώνεται μια επίθεση και απόπειρά περιορισμού της, τότε αντιδρά και αντιδρά με βάση το μαχητικό αντισυμβατικό χαρακτήρα που θέλει να προσδώσει στη δράση της. Η αντίδρασή της έχει και πολιτικά χαρακτηριστικά. Αποσκοπεί να αμυνθεί και να διατηρήσει θέσεις και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς πολιτική. Θα αντεπιτεθεί ξέροντας ότι ένα τμήμα του συστήματος έχει αποφασίσει να την περιορίσει, ξέροντας όμως και ότι η μικροπολιτική έχει κοντά ποδάρια για ένα τμήμα της κοινωνίας.

Αναγκαίες απαντήσεις
Το βασικό πρόβλημα είναι πως η Αριστερά δεν πρωταγωνιστεί στην πολιτική αντιπαράθεση όπως αυτή εξελίσσεται. Παρακολουθεί, αποφεύγει κακοτοπιές, δεν θέλει να κάνει «το μεγάλο λάθος», αλλά και δεν εκφράζει δυνάμεις και δυνατότητες για μια άλλη πορεία. Προσβλέπει στο να εισπράξει σε εκλογικό επίπεδο την δυσφορία για την συγκάλυψη που υπήρχε για την Χ.Α. Ή να αξιοποιήσει το γεγονός ότι η Αριστερά ήταν ιστορικά ο χώρος που δέχτηκε τις μεγαλύτερες προβοκάτσιες και έχει ιστορικό δημοκρατικών και αντιφασιστικών αγώνων. Μόνο που έτσι, δεν δίνει αυτή το «τέμπο», το ρυθμό, δεν στριμώχνει την αντίπαλη πλευρά (μνημονιακό – τροϊκανό τόξο και θεωρία των δύο άκρων), ούτε και ηγείται εκείνη σε μια μάχη για να διαλυθεί η ναζιστική φασιστική συμμορία.
Τα ερωτήματα παραμένουν: Ποιος ή ποια τα «θεριά» και ποιος ο «Γιάννης»; Ποιος και γιατί φοβάται τον άλλον και τι κάνει για να τον αντιμετωπίσει; Και ακόμα: Ο φόβος και ο τρόμος που ενστάλαξε στην κοινωνία το ναζιστικό μόρφωμα, πόσο μεγάλος είναι ή πόσο έχει υποχωρήσει κα σε ποιο βαθμό; Η απέχθεια προς το πολιτικό σύστημα πόσο βάζει και την αριστερά στο κάδρο και σε τι αντιδράσεις οδηγεί; Οι απαντήσεις πρέπει να δοθούν μέσα σε μια εξαιρετικά δύσκολη, ρευστή και πυκνή σε γεγονότα κατάσταση, όπου οι δυνάμεις που επενεργούν είναι περισσότερες από δύο.
Tagged : / / /