Κεντροαριστερό… μαγαζί γωνία, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.217, 6/6/2014)

Ορισμένες σκέψεις για το μετεκλογικό τοπίο
Ένα κόμμα της Αριστεράς επιβεβαιώνει το ρόλο του όταν εμποδίζει γεγονότα που επιδιώκουν οι από πάνω ή όταν προωθεί γεγονότα που ευνοούν τα συμφέροντα των από κάτω. Μόνο τότε μιλάμε για τον ιστορικό ρόλο ενός κόμματος (Γκράμσι). Την αξιολόγηση αυτήν ας την έχουμε υπ’ όψιν μας σε όλες τις κρίσεις για την πορεία και το ρόλο ενός κόμματος της Αριστεράς, ιδιαίτερα όταν δρα στις κλίμακες της «αξιωματικής αντιπολίτευσης» και συσπειρώνει έναν αξιόλογο κοινωνικό και πολιτικό πόλο.

Αυτό που παρήγαγε το εκλογικό αποτέλεσμα είναι, στην ουσία, ένα μπλοκαρισμένο πολιτικό σκηνικό ή αλλιώς την παράταση μιας παραλυτικής ισορροπίας. Δηλαδή, ούτε δυναμική ανατροπής της υπάρχουσας κατάστασης ούτε δυναμική επικράτησης του μνημονιακού τόξου. Βέβαια, η τέτοια «ακινησία» ευνοεί τις συστημικές δυνάμεις.

Το εκλογικό αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι θετικό γιατί καταγράφει μια πρωτιά μέσα σε αυτό το μπλοκαρισμένο σκηνικό. Είναι, επιπλέον, ισορροπημένο κοινωνικά και γεωγραφικά και εμφανίζει έναν υπολογίσιμο βραχίονα απόκρουσης του μνημονιακού καθεστώτος. Η εμπέδωση του καθεστώτος αποικίας χρέους περνά μέσα από την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ σε όλα τα πεδία, την συρρίκνωσή του, την ακύρωσή του.

Όμως, κάτι λιγότερο από το 1/3 ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ και 2/3 ψήφισαν είτε μνημονιακές δυνάμεις είτε κάτι άλλο, πάντως όχι μια ριζοσπαστική εναλλακτική λύση. Ο διπολισμός Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ είναι αναιμικός (κάτω από 50%) και συνεπώς υπάρχει μια τεράστια περιοχή του εκλογικού σώματος που συμπεριφέρεται διαφορετικά.

Η κεντροαριστερή ανασύνθεση
Στο πολιτικό προσκήνιο εμφανίζεται δυναμικά ως πρόταση προς την κοινωνία, η κεντροαριστερή ανασύσταση σαν ρεαλιστική, διαχειριστική, εναλλακτική πρόταση και είναι ζήτημα χρόνου να εμφανιστεί ως βασικός πυλώνας της πολιτικής ζωής, αφού η Δεξιά του Σαμαρά πνέει τα λοίσθια. Ελιά-Ποτάμι-ΔΗΜΑΡ θα συναγωνιστούν ή θα ανταγωνιστούν για να δημιουργήσουν αυτόν τον πυλώνα.
Το προχώρημα της κεντροαριστερής ανασύστασης δεν μπορεί να γίνει αγνοώντας τον ΣΥΡΙΖΑ. Αμέσως μετά τις εκλογές ο λόγος που αρθρώνεται άλλαξε και ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζεται ως μια σημαντική δύναμη για συνεργασία και συνεννόηση. Ακόμα και ο Βενιζέλος καλεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε πιο υπεύθυνη στάση. Από την πλευρά των κεντροαριστερών καθαρόαιμων δυνάμεων ο ΣΥΡΙΖΑ  παρουσιάζεται ως βασικός εταίρος μιας αντιδεξιάς εναλλακτικής δημοκρατικής λύσης.
Η διασπαση της ΔΗΜΑΡ σε δύο πτέρυγες, μία που θέλει συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι και μια άλλη που θέλει συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι ενδεικτική για τις εξελίξεις που περιγράφονται. Δεν αποκλείεται αύριο-μεθαύριο να ολοκληρωθεί η πρόταση για κάλεσμα συνεργασίας και των δύο καταστάσεων στη βάση μιας αντιδεξιάς ρητορικής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται σαν να μην έχει συμμάχους στο πολιτικό πεδίο και η μοναδική ρεαλιστική πρόταση που του προτείνεται να είναι οι παραπάνω συνεργασίες. Ήδη στρώνεται το έδαφος για ποικιλία τέτοιων συνεργασιών με σχετική αρθρογραφία, κινήσεις, διερευνήσεις κ.λπ.
Πρόκειται για μια πλαστή επιλογή. Το πρόβλημα των συμμαχιών έπρεπε να έχει αντιμετωπιστεί από τις εκλογές του 2012. Να έχει παραμεριστεί η αλαζονεία και η αυτοαναφορικότητα. Υπήρχαν αντιμνημονιακές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις για τη συγκρότηση ενός άλλου κοινωνικού μπλοκ. Επιλέχθηκε, όμως, η ποδηγέτηση όλων στο βωμό της ψήφου και μιας «υπεύθυνης» προετοιμασίας του ΣΥΡΙΖΑ.

Υπάρχει διέξοδος;
Αντί να πανηγυρίζουμε για ό,τι εισπράξαμε στις εκλογές, πρέπει να αναλογιστούμε πώς θα βγούμε από το μονόδρομο της κεντροαριστερής ανασύστασης που προσπαθούν να μας επιβάλουν. Υπάρχει τέτοια διέξοδος;
Έχουν διατυπωθεί τρεις προτάσεις. Η πρώτη είναι να επιδιώξουμε την αυτοδυναμία και προβάλλεται με διαφορετικό τονισμό από κάθε πλευρά. Η δεύτερη είναι να προωθήσουμε μια αριστερή συμμαχία. Η τρίτη, να προωθήσουμε διεργασίες με την Κεντροαριστερά, δηλώνοντας πώς εμείς είμαστε η Αριστερά και έχουμε την ηγεμονία στη συνεργασία, μάλλον λόγω μεγέθους.
Τα περί αυτοδυναμίας είχαν ειπωθεί αρχικά πέρυσι τον Σεπτέμβρη, στη Θεσσαλονίκη, για να εγκαταλειφτούν στη συνέχεια. Τώρα επανέρχονται, όχι ως καθαρή λύση αυτοδυναμίας αλλά με δύο τρόπους: Ο ένας μέσα από μια «πορεία προς το λαό, διαβούλευση με το λαό», ώστε  «ο ΣΥΡΙΖΑ να βάλει μπροστά μια γιγάντια διαβούλευση για να μεταφερθεί το κέντρο βάρους της συνείδησης των πολιτών στα πραγματικά επίδικα μακριά από τη μιντιακή πραγματικότητα». Έτσι ώστε να επιτευχθεί η «μετατόπιση της κοινωνίας… αφού οι συμμαχίες στο πολιτικό επίπεδο δεν μπορούν να απαντήσουν στο ζητούμενο. Κεντρικό καθήκον: ΣΥΡΙΖΑ ηγεμονικός μόνο με απεύθυνση στην κοινωνία» (Ανδρέας Καρίτζης). Ο δεύτερος ως σχεδιασμένη προσπάθεια να ανακτηθούν εφεδρείες που υπήρχαν και χάθηκαν, αφού απογοητεύτηκαν από την πολιτική συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά σε θέματα εθνικά-πατριωτικά και με αυτή τη συγκέντρωση δύναμης να επιτευχθεί, επιτέλους, η ηγεμονία (Νίκος Κοτζιάς).
Τα περί συμμαχιών με την Αριστερά, ως απάντηση στο πραγματικό πρόβλημα της έλλειψης συμμαχιών και πολιτικής για τις συμμαχίες, δεν προσδίδουν καμιά ρεαλιστική δυνατότητα: Το μεν ΚΚΕ αρνείται πεισματικά, ενώ οι άλλες «εξ αριστερών του ΣΥΡΙΖΑ» δυνάμεις δεν έχουν έναν σημαντικό ρόλο.
Η πρόταση να κινηθούμε με «ό,τι μας προσφέρεται», δηλαδή με τμήμα της ΔΗΜΑΡ που ενδιαφέρεται, με ολίγη από Οικολόγους που είναι σε κρίση και να δούμε όποια τακτική μας βοηθά στο «σχέδιο 121», δηλαδή στο να μην μπορέσει να εκλεγεί Πρόεδρος από την παρούσα Βουλή και άρα προσφυγή σε εκλογές, μοιάζει να κυριαρχεί χωρίς βέβαια να καλύπτει το ζήτημα.

Για ορισμένες απόψεις
Στις συζητήσεις που έγιναν αυτές τις μέρες, θεωρείται ότι κάθε αναφορά στο ζήτημα «πατρίδα» αποτελεί συντηρητική μετατόπιση. Υποστηρίζεται (από κύκλους της τάσης ΑΝΑΣΑ, εφημερίδα Εποχή και ορισμένα στελέχη της λεγόμενης πλειοψηφίας) ότι ο λόγος περί δημοκρατικού-πατριωτικού προσκλητήριου, οι αναφορές στον «μερκελισμό» ή στα θέματα των  γερμανικών επανορθώσεων κ.λπ., προκαλούν ζημιά και σύγχυση στο εγχείρημά μας. Όμως, η αλήθεια είναι πως χωρίς αυτόν ακριβώς τον τονισμό, χωρίς την επίκληση της εθνικής αξιοπρέπειας και κυριαρχίας μιας χώρας απέναντι στη γερμανική Ευρώπη (και στο ευρωπαϊκό debate αυτά ακριβώς θίχτηκαν) δεν θα είχαμε αυτό το αποτέλεσμα στις Ευρωεκλογές. Η απάλειψη αυτών των τοποθετήσεων ανοίγει διάπλατα τους δρόμους σε μια φιλοευρωπαϊκή-φιλοΔΗΜΑΡ, κεντροαριστερή κατεύθυνση. Εξουδετερώνει οποιαδήποτε, επί της ουσίας, ριζοσπαστική τοποθέτηση.
Ορισμένοι ανακαλύπτουν τώρα την ανυπαρξία κόμματος και τους παραγοντισμούς, ενώ βάλλουν για την αυτονόμηση του πρόεδρου, του γραφείου του κλπ. Τώρα αντιλήφθηκαν τέτοια φαινόμενα; Δεν είχαν προειδοποιήσεις όλη την προηγούμενη περίοδο; Αλλά και στην αξιολόγηση του αποτελέσματος των Ευρωεκλογών δεν είδαν τίποτα από τη δράση και τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα που να παίζει κάποιο ρόλο στο θετικό αποτέλεσμα; Δεν είδαν πως η καμπάνια που έκανε στο εσωτερικό και στο εξωτερικό να συμβάλει αποφασιστικά στο θετικό αποτέλεσμα, όταν όλο το κόμμα ήταν απορροφημένο στις αυτοδιοικητικές;

Τι έχουμε μπροστά μας;
Στην τελευταία πριν από τις εκλογές συνεδρίαση της Κ.Ε. (13/4/2014), είχα τονίσει:
«Τις εκλογές θα τις νικήσουμε με μια θαρραλέα πορεία προς το λαό, αυτόν τον ενάμισι μήνα που έχει μείνει αυτήν τη στιγμή. Εκεί είναι το κλειδί! Αυτό προϋποθέτει μια πορεία προς το λαό, τώρα αλλά και σταθερά. Σε αυτό το σημείο πρέπει να σκεφθεί ο καθένας τι κάνει για αυτή την πορεία προς το λαό, τι δυνατότητες έχουμε, ποια είναι τα ισχυρά μας χαρτιά και ποια είναι τα χρήσιμα στοιχεία που έχουμε και μπορούμε να αξιοποιήσουμε για να πάμε να μιλήσουμε και να συνδεθούμε με τον κόσμο».
Στην ίδια ομιλία, σχετικά με την πολιτική κατάσταση είχα υποστηρίξει:
«Δύο είναι τα κεντρικά θέματα που έχουμε μπροστά μας. Πρώτον, την υποστροφή της λαϊκής διαθεσιμότητας. Δεν πάμε με το κλίμα που υπήρχε το 2012 στις εκλογές. Ο κόσμος είναι πιο μουδιασμένος και δείχνει μια ορισμένη ανάθεση και απογοήτευση. Το δεύτερο είναι η κεντροαριστερή ανασύσταση που επιχειρείται και θα μας κάνει ζημιά αν δεν την υπολογίσουμε σοβαρά. Εάν κάνουμε μέτωπο προς τον Βενιζέλο και υπάρχει μόνο μια πόλωση απέναντι στον Βενιζέλο και στον Σαμαρά, ξεχνάμε ότι όλοι οι άλλοι δουλεύουνε για να καρπωθούν και να στήσουν ένα κεντροαριστερό “μαγαζί” στη χώρα και να μας πιέσουν να μετατοπιστούμε.

Τι λέει η Ιστορία; Το 1958 η Αριστερά παίρνει 24%, 79 βουλευτές και βρίσκεται στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το 1961 συγκροτείται η Ένωση Κέντρου. Από κομματίδια, από το τίποτα, που ήταν τσακωμένοι μεταξύ τους. Αυτή η σύσταση του Κέντρου και μια πολιτική της Αριστεράς προς το Κέντρο, που έλεγε ότι μόνο μέσω του Κέντρου μπορεί να πετύχει κάτι, μετέτρεψε την Αριστερά σε ουραγό του Κέντρου. Αυτήν την στιγμή τι γίνεται; Έχουμε το 27% του ΣΥΡΙΖΑ και θέλουν να το χαμηλώσουν, να το χτυπήσουν, να το εξαφανίσουν. Πάνε να δημιουργήσουν ξανά μια κεντροαριστερή δύναμη, από Ποτάμι, από Ελιά, από ΓΑΠ, από ΔΗΜΑΡ αν θέλετε, και από άλλους, άσχετους από όλο αυτό το πράγμα που έχει βγει και να μας πιέσουν να είμαστε σε συνεργασία με αυτή την κατάσταση και να μας βάλουν όρια.Να μας ευνουχίσουν πολιτικά.

Αυτό είναι το κεντρικό πολιτικό ζήτημα που έχουμε σήμερα. Και για τα επόμενα ένα-δύο χρόνια αυτό θα είναι το κεντρικό θέμα: αν θα πρωταγωνιστήσει η Αριστερά ή αν η Αριστερά θα μετατραπεί, θα πιεστεί προς πιο κεντροαριστερές θέσεις.

Αυτά, λοιπόν, είναι τα δύο βασικά σημεία που βλέπω. Δηλαδή, το πώς να σηκωθεί ο κόσμος, να χαμογελάσει και να υπάρξει εμπιστοσύνη και όραμα. Αυτό στην τακτική μας σημαίνει να δεσμευτούμε άμεσα σε μερικές θέσεις που να δείχνουν το σχέδιό μας για τη διέξοδο της χώρας και την αξιοπιστία μας. Και δεύτερον, αναμέτρηση με τα σενάρια της κεντροαριστερής ανασύστασης, γιατί αυτή μπορεί να λειτουργήσει σαν δούρειος ίππος για την προσπάθεια της Αριστεράς και να αποδειχθεί πιο μεγάλος εχθρός από το σημερινό κυβερνητικό μπλοκ».

Σήμερα, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα και με βάση το μπλοκαρισμένο, από την άποψη της δυναμικής, εκλογικό ποσοστό, θεωρώ πως η παραμονή στο σχέδιο ενός κυβερνητισμού (επίλυση των προβλημάτων από μια κυβέρνηση χωρίς στήριξη από λαϊκά κινήματα και μόνο διά της ψήφου) η ερωτοτροπία και το χάσιμο χρόνου με υπολείμματα του παλιού πολιτικού συστήματος για μια ορισμένη κεντροαριστερή ανασύνθεση ως μοναδική ρεαλιστική εναπομείνασα λύση, η υποτίμηση της λαϊκής παρέμβασης, μας οδηγούν να γίνουμε μέρος της κεντροαριστερής ανασύνθεσης, ακόμα και χωρίς να το πάρουμε είδηση.

Τα… ΠΑΣΟΚ και η μεταπολίτευση

«Είμαι ΠΑΣΟΚ, ψηφίζω Ελιά» μας έλεγε η πολιτική διαφήμιση. «Είμαι Ποτάμι και συμμετέχω στη σοσιαλιστική ευρωομάδα» μας δηλώνει το κόμμα του MEGA. «Αλλαγή δεν γίνεται χωρίς τον ΣΥΡΙΖΑ» ορκίζονται ο Τσούκαλης και ίσως ο κυρ Φώτης… Ίσως πρέπει να λύσουμε την άσκηση: «Πόσα ΠΑΣΟΚ υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα;».

Η υπέρβαση αυτής της κατάστασης είναι δύσκολη. Γίνεται μόνο με πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους. Με τομές και ρήξεις με πολλά στερεότυπα. Με πολιτικές για τη συγκρότηση της κοινωνίας, των κοινωνικών χώρων, με πολιτικές για τη διέξοδο της χώρας κ.λπ. Ένα χρόνο μετά το 1ο Συνέδριο χρειάζεται επανίδρυση του κόμματος.

Κλείνουν 40 χρόνια από τη Μεταπολίτευση. Πρέπει να γίνουν ουσιαστικοί λογαριασμοί με την εποχή αυτών των 40 χρόνων. Διαφορετικά, η Μεταπολίτευση του λαού δεν μπορεί να έρθει!

Tagged : / / / /

Σκέψεις μπροστά στην Ευρώπη που κλυδωνίζεται, άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.214, 16/5/2014)

Αναζητώντας μια στρατηγική και εφευρίσκοντας μια πολιτική που να την υλοποιεί

“Το φταίξιμο αγαπητέ Βρούτε, δεν βρίσκεται στα άστρα μας, αλλά μέσα σε εμάς τους ίδιους, όσο παραμένουμε υποτακτικοί” 
Ιούλιος Καίσαρας, Ουίλιαμ Σαίξπηρ

Ελάχιστη συζήτηση διεξάγεται στη χώρα μας για την πορεία και τις προοπτικές της Ευρώπης και της Ε.Ε. Παρ’ όλο που βρισκόμαστε στις εμπροσθοφυλακές μιας ρήξης που θα έρθει (κυρίως με τη μερκελική πολιτική), συζητάμε ελάχιστα για το τι συμβαίνει και το τι γίνεται στην Ευρώπη. 
Οι Ευρωεκλογές θα αποτυπώσουν, σε ένα βαθμό, τι εντύπωση δημιουργείται στους Ευρωπαίους πολίτες αναφορικά με την οικοδόμηση και την πορεία της Ε.Ε. Μάλιστα, θα διεξαχθούν σε συνθήκες που οι αρνητικές γνώμες αποκτούν πλειοψηφικά χαρακτηριστικά σε ορισμένες χώρες. Ο ευρωσκεπτικισμός κερδίζει έδαφος στο διαμορφούμενο ευρωπαϊκό οικονομικό στρατόπεδο.
Το τοπίο μετά τις Ευρωεκλογές θα αλλάξει. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε ούτε σε τι βαθμό, ούτε τι νέες πιθανές πολιτικές θα εφαρμόσουν οι βασικές δυνάμεις. Φαίνεται, πάντως, ότι θα είναι δυσμενέστερο προς την ευρωκρατία. Η γερμανική ηγεμονία βρίσκεται απέναντι σε πολλαπλές αντιθέσεις και με ποικίλες αμφισβητήσεις: Δεξιού, λεπενικού, ευρωσκεπτικιστικού, δημοκρατικοριζοσπαστικού κ.λπ. τύπου.

Πολιτικά δεν έχει οικοδομηθεί ένα μέτωπο ενάντια στην μερκελική Ε.Ε., ούτε στη γερμανοποιούμενη Ευρώπη. Τέτοιες φωνές και στόχοι υπάρχουν σε Ελλάδα και Ιταλία. Αλλού, η αντίθεση στο γερμανικό εναγκαλισμό εκφράζεται με την αντίθεση στο ευρώ και η συζήτηση για το ρόλο του, την ανάγκη του, την απόρριψή του κ.λπ. έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις, καθώς το σκέφτονται σοβαρά και τμήματα του κεφαλαίου στην Ευρώπη. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, όλα δείχνουν ότι η αντίθεση προς το ευρώ θα ισχυροποιηθεί και η επιτυχία της Λεπέν θα τραντάξει σοβαρά τις υπάρχουσες σχέσεις. Επομένως, η ευρωκρατία, και ιδίως η μερκελική πτέρυγά της, είναι πλέον αντιμέτωπη όχι με περιθωριακές ακραίες αμφισβητήσεις. Βλέπει να πιέζεται από μεγάλα κόμματα που πλέον εγκαθίστανται στην καρδιά του πολιτικού συστήματος μεγάλων χωρών: Στη Βρετανία (Φάρατζ) στη Γαλλία (Λεπέν), στην Ιταλία (Γκρίλλο), στην Ελλάδα (ΣΥΡΙΖΑ). 

Η κρίση, όμως, αρχίζει να μετατοπίζεται από την στενή οικονομική σφαίρα και αποκτά εντονότερα γεωπολιτικές διαστάσεις. Παράδειγμα, η Ουκρανία – αλλά όχι μόνο. Τα σύνορα της Ευρώπης ρευστοποιούνται. Και προς Ανατολάς έχουμε το δεύτερο πόλεμο σε ευρωπαϊκό έδαφος όπου ο διαμελισμός ή η ομοσπονδοποίηση της Ουκρανίας δίνει τον τόνο (ο πρώτος πόλεμος οδήγησε στην εξαφάνιση της Γιουγκοσλαβίας πριν από 15 χρόνια). Στο Νότο, η Μέση Ανατολή «εισβάλλει» στην Ευρώπη. Εν ολίγοις, η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με γεωπολιτικές επιλογές.

Μπροστά σε αυτές τις γεωπολιτικές διαστάσεις φαίνεται πόσο «μικρή» είναι η ευρωκρατία σήμερα: Εθισμένη σε μεθόδους οικονομικής κυριαρχίας ή οικονομικού εξαναγκασμού, διασπασμένη πολιτικά όσον αφορά προσανατολισμούς και στρατηγικές, με πρωτόγνωρη αντιφατικότητα, όλοι εναντίων όλων για την παραμικρή ντιρεκτίβα, με έντονη καθοδηγητική ανεπάρκεια σε γεωπολιτικά παιχνίδια, αφήνεται να παρασυρθεί στις αγκαλιές του ευρωατλαντισμού. Η κοινή πλεύση με τις ΗΠΑ και οι υποχωρήσεις απέναντί τους δημιουργούν ένα νέο «ευρωαμερικανικό» τοπίο επί της Γηραιάς Ηπείρου, που ίσως τροφοδοτήσει ένα γύρο «ψυχρού πολέμου» με τη Ρωσία του Πούτιν και έτσι οριστούν γραμμές αντίστασης της «Δύσης που δύει» υπό την απειλή των BRICS. 

Σε αυτό το πλαίσιο προωθείται η περίφημη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων ή άλλως TTIP ή άλλως Μεγάλη Διατλαντική Αγορά, που αφαιρεί από τα κράτη βασικές αρμοδιότητες ελέγχου και νομοθεσίας σε καίρια θέματα. Περιορίζεται η κυριαρχία σε ζωτικούς τομείς: Η ασφάλεια των τροφίμων, τα στάνταρτ για τις χημικές και τοξικές ουσίες, οι τιμές στην υγειονομική περίθαλψη και στα φάρμακα, η ελευθερία του Διαδικτύου και η ιδιωτική ζωή των καταναλωτών, η ενέργεια και οι «υπηρεσίες» πολιτισμού, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα πνευματικά δικαιώματα, οι φυσικοί πόροι, οι επαγγελματικές άδειες, οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, η μετανάστευση, ο κυβερνητικός εφοδιασμός: δεν υπάρχει ούτε μια σφαίρα δημοσίου συμφέροντος που δεν θα υπόκειται στο θεσμοθετημένο «ελεύθερο εμπόριο». Η συμμετοχή των πολιτικών εκπροσώπων θα περιοριστεί σε διαπραγμάτευση με τον ιδιωτικό τομέα για τα λίγα ψίχουλα της κυριαρχίας που είναι πρόθυμος να τους αφήσει. Και όπως είχε αναφέρει ο Ντέιβιντ Ροκφέλερ, «…κάποιο πράγμα πρέπει ν’ αντικαταστήσει τις κυβερνήσεις και η ιδιωτική εξουσία μου φαίνεται η πιο πρόσφορη οντότητα για να το πραγματοποιήσει»… 

Γενικά, η έννοια της λαϊκής κυριαρχίας πρέπει να εξοβελιστεί και με πρακτικούς τρόπους. Προς τα εκεί τείνει η αρχιτεκτονική της Ε.Ε. Τώρα εξετάζεται να θεσμιστεί ένα νέο εργαλείο: Οι «δεσμευτικές συμφωνίες» που θα υπογράφονται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών-μελών. Αυτές οι δεσμευτικές συμφωνίες θα τείνουν να εκθεμελιώσουν όλες τις εθνικές κοινωνικές πολιτικές. Η έγκριτη Μοντ Ντιπλοματίκ τις χαρακτηρίζει ως «νέο φονικό όπλο».

Όλες αυτές οι διαστάσεις δεν φαίνεται να πολυαπασχολούν την ευρωπαϊκή Αριστερά. Αποσπασματικά, όμως, θίγονται και τέτοια ζητήματα. Το Μέτωπο της Αριστεράς στη Γαλλία (μέτωπο που αποτελείται από το Κόμμα της Αριστεράς, το Κ.Κ. Γαλλίας, το Κ.Κ. Εργαζομένων της Γαλλίας, Εναλλακτικοί, Κοινωνική και Οικολογική Εναλλακτική, δυνάμεις που αποχώρησαν από το NPA κ.λπ.) κατεβαίνει στις εκλογές με δύο βασικά συνθήματα: “Να βάλουμε τέλος στην λιτότητα, να ανοίξουμε το δρόμο για μια δημοκρατική, οικολογική, κοινωνική ανάκαμψη”. Το δε Kόμμα της Αριστεράς δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα της TTIP. 

Η Ελλάδα και η ευρωπαϊκή διάσταση

Προβάλλοντας το σύνθημα Για μια άλλη Ελλάδα σε μια άλλη Ευρώπη, υποδεικνύουμε ότι όχι απλά δεν αδιαφορούμε, αλλά αντίθετα δίνουμε μεγάλη σημασία στην ευρωπαϊκή διάσταση της χώρας. Γιατί, στις σημερινές συνθήκες, ο εθνικός δρόμος από τον οποίο και εκκινούμε, οφείλει να τροποποιεί το διεθνή συσχετισμό, εάν θέλει να υπάρξει και να προωθηθεί. Αυτό απαιτεί πολλά και σε διαφορετικά επίπεδα: Κοινούς στόχους των ευρωπαϊκών κινημάτων, δυνατότητα για ευρωπαϊκές πολιτικές σε διαφορετική κατεύθυνση από τη σημερινή, άρνηση των εκβιασμών από το ευρωπαϊκό κέντρο (με την αντίστοιχη όμως προετοιμασία και χωρίς εύκολες αναγνώσεις περί «ντόμινο», όταν μάλιστα έρχονται στην επιφάνεια σχεδιασμοί όπως το σχέδιο «Ζ») συνεργασίες κρατών, συμμαχία Νότου, αλληλεγγύη κινημάτων ή χωρών με πιθανές αριστερές κυβερνήσεις κ.ά. 

Πιο συγκεκριμένα, η ευρωπαϊκή αναγκαιότητα στην παρούσα ιστορική συγκυρία και ενταγμένη σε μια πολιτική διεξόδου της Ελλάδας, βρίσκεται σε αντιδιαστολή:

Με την Ευρωκρατία. Δηλαδή με όλο το πλαίσιο, τις ρυθμίσεις, τους νόμους, τις δομές που χτίζονται και καθοδηγούν την Ευρώπη υπό την ηγεμονία του μερκελισμού, οδηγώντας χώρες σε λεηλασία και αποικιοποίηση και λαούς σε εξαθλίωση. 

Με την Ευρώπη του κεφαλαίου και του νεοφιλελευθερισμού, ως μια γενικώς ταξική επίθεση σε όλες τις χώρες. Η αντίθεση Βορρά-Νότου δεν μπορεί να ξεχνιέται ή να κρύβεται. Αντίθετα, οξύνεται και αποτελεί στοιχείο μιας ανατρεπτικής πολιτικής. 

Με τον κενολόγο, υποταγμένο και προσχηματικό Ευρωπαϊσμό. Τόσο με τις φαντασιώσεις για μια επαναθεμελίωση της Ε.Ε. στη βάση κάποιων αρχών που έχουν τάχα φθαρεί, όσο και με τον περιορισμό των στόχων έτσι ώστε να μην αμφισβητούν τις υπαρκτές θεσμίσεις. 

Με τον εκτεταμένο Ευρωσκεπτικισμό που φαντασιώνεται την επιστροφή σε μια προηγούμενη κατάσταση. Είτε με αφετηρία συντηρητικές έως και αντιδραστικές θέσεις (από το γαλλικό φαινόμενο Λεπέν μέχρι την ακροδεξιά) είτε ενταγμένο σε ριζοσπαστικές εθνολαϊκές προοπτικές που υποτιμούν την ανάγκη για την αλλαγή και των ευρωπαϊκών συσχετισμών. 

Με τη γραμμή για τις Σοσιαλιστικές, Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Γιατί ακόμα κι όταν αναγνωρίζει τις νέες πραγματικότητες και ανάγκες που γεννά η διεθνοποίηση του κεφαλαίου, καταλήγει τελικά σε μια εκδοχή παγκόσμιας επανάστασης, αρνούμενη με απόλυτο τρόπο εθνικούς δρόμους, ιδιομορφίες και ανισομετρίες. Αλλά και από την εκδοχή που βλέπει διαδοχικά την ντόπια κατάληψη της εξουσίας, την απόσυρση και το χτίσιμο του σοσιαλισμού σε διάφορες και ξεχωριστές χώρες που στη συνέχεια συνενώνονται. 

Από την άλλη μεριά βρισκόμαστε σε συμπόρευση:

Με μια ανατρεπτική και συγκρουσιακή λογική, όπου ένας πολυπολικός, πολυκεντρικός κόσμος θα αποτελεί ευνοϊκή εξέλιξη και στόχο. Αυτό δεν θα λύσει το ζήτημα όσων παλεύουν για ανατροπές, αλλά θα δώσει περισσότερο χώρο τόσο σε προσπάθειες εντός των χωρών (κινήματα) όσο και σε έθνη-κράτη-οντότητες για να κρατηθούν και να αναπνεύσουν. Αυτό δεν σημαίνει «ηρεμία» αλλά νέες αντιθέσεις, στρατόπεδα, συμμαχίες, αναδιατάξεις, γεωπολιτικές «σφαίρες» και άρα συγκρούσεις. 

Με μια εθνική και δημοκρατική οπτική ενάντια στο στραγγάλισμα, τους καταναγκασμούς, την ισοπέδωση και όπου οι περιφερειακές δομές είναι αναγκαίες και επιβεβλημένες για μια πορεία στην παγκόσμια πραγματικότητα. Για λόγους οικονομικούς αλλά και πολιτικής δύναμης. 
Το άθροισμα όλων αυτών των συγκρουσιακών, δημοκρατικών, εθνικών λόγων συνιστά μια σύγχρονη κομμουνιστική στρατηγική υπό διαμόρφωση.

Μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή

Πρωτίστως, μέσα από έναν διαφορετικό πολιτικό δρόμο. Όχι δηλαδή στενά μέσα από κάποιες οικονομικές επιλογές και αποφάσεις. Οι αντινεοφιλελεύθερες ρητορείες και οι κάθε είδους διεκδικητισμοί -είτε για τον Νότο είτε για τους εργαζόμενους- αντιμετωπίζουν και εγκλωβίζουν το πρόβλημα -άρα και τη διέξοδο- στο «πού θα βρεθούν τα λεφτά». Ενώ το βασικό αιτούμενο είναι ένας νέος καταστατικός χάρτης δημοκρατικής πολιτικής συμμετοχής. Ένας δρόμος πολιτικής συγκρότησης της Ευρώπης που θα ορίσει αντίστοιχες διαδικασίες, διαπραγματεύσεις, συγκλίσεις. Και αυτό είναι αναγκαίο και εφικτό, τώρα. 

Η νεοφιλελεύθερη, γερμανική, τραπεζική κ.λπ. Ευρώπη δεν είναι μια απλή πολιτική ηγεμόνευση που αλλάζει με την αλλαγή συσχετισμών. Η υπαρκτή Ε.Ε. είναι μορφή ενός σκληρά διαμορφωμένου ιμπεριαλιστικού υπερκράτους με αντίστοιχους θεσμούς. Ενώ και οι «αγορές», οι «οίκοι», τα «ιδρύματα» έχουν αυξήσει κατά πολύ το ρόλο τους. Ακόμα π.χ. κι αν τα ισχυρά κέντρα της Ε.Ε. επέλεγαν ενός είδους επιστροφής του συστήματος από την χρηματοοικονομική του διάσταση στην πραγματική οικονομία, όλοι αυτοί οι «μη θεσμικοί» παίκτες θα δημιουργούσαν εμπόδια. Άρα, η διαμόρφωση μιας άλλης Ευρώπης προϋποθέτει ρήξεις ευρέως και κλασικού τύπου, ένα είδος γκρεμίσματος που δεν τελειώνει στην αλλαγή κάποιων συσχετισμών και μάλιστα μέσω εκλογών, όπως πρεσβεύει ο ευρωπαϊσμός. 

Από τη σκοπιά της Ελλάδας
(Αν και υπάρχουν πολλοί που ακόμα δεν καταλαβαίνουν τις έννοιες «χώρα», «Ελλάδα» κ.λπ. και τους μυρίζουν εθνικιστική παρέκκλιση…)

Η χώρα πρέπει να πάρει θέση με το μικρό της βάρος στο παγκόσμιο πρόβλημα. Να πάρει θέση για λογαριασμό της. Όχι, όμως, από εθνοκεντρική-επαρχιώτικη σκοπιά και αντίστοιχη μονομερή, ιδιοτελή θέση. 
Πρέπει να εφεύρουμε μια θέση ευρωπαϊκή, αντιμερκελική, όπως την περιγράψαμε αχνά πιο πάνω. Οι επιλογές να συμβαδίσουμε με τις ΗΠΑ ή με την Ρωσία -όσο μας προσφέρονται και αν μας προσφέρονται- είναι επικίνδυνες και μπορούν εύκολα να μας οδηγήσουν μέσα από κάποια ίσως «αναγκαία ανοίγματα» ή «προσωρινούς συμβιβασμούς» στον εγκλωβισμό της χώρας σε διαμορφούμενες νέες «σφαίρες επιρροής». 
Ταυτόχρονα, η ρήξη με την ευρωκρατία -ό,τι μορφή κι αν πάρει- υπόκειται στους περιορισμούς εθνικών και οικονομικών κινδύνων. Δεν είμαστε στο Λουξεμβούργο, υπάρχει σαφέστατη τουρκική απειλή, ενώ διαμελιστικές επιλογές (τύπου Γιουγκοσλαβίας;) δεν μπορούν να αποκλείονται. Με αυτό το δεδομένο, το σενάριο «έξοδος από το ευρώ και ταχεία μετάβαση στο σοσιαλισμό», φαίνεται απελπιστικά ρηχό και μετέωρο. 

Επομένως η «εφεύρεση» μιας εναλλακτικής πολιτικής που λαμβάνει υπ’ όψιν την ευρωπαϊκή διάσταση, αλλά και τις γεωπολιτικές μετατοπιζόμενες τεκτονικές πλάκες, οφείλει να εξασφαλίζει την ελλαδική υπόσταση, στηριζόμενη κυρίως στις πλάτες του λαϊκού παράγοντα (οι λαοί κουβαλούν βουνά στους ώμους…) και να πατά γερά στη δημιουργία ενός κοινωνικού πολιτικού ρεύματος διεξόδου. Δεν πρόκειται για απλή «διαπραγμάτευση», αλλά για διαδικασία μετασχηματισμού μιας χώρας, μετάβασης και ρήξεων, μια διαδικασία κατεξοχήν πολιτική.
Μια τέτοια «εφεύρεση» δεν μπορεί παρά να έρθει σε ρήξη και με όλα τα στερεότυπα του χτες. Ο γενικόλογος ευρωπαϊσμός μιας παρωχημένης εποχής δεν μπορεί να δώσει καμιά προωθητική ιδέα. Αντίθετα, καθηλώνει και γίνεται νοσταλγικός-ρομαντικός. Η χθεσινή Ευρώπη κλυδωνίζεται, μεταμορφώνεται, αδειάζει από κάθε δημοκρατικό και κοινωνικό στοιχείο, το εποικοδόμημά της, οι θεσμοί της, οι νομοθεσίες της, καταργούν κάθε έννοια πολιτικής ως αποφασιστικού πεδίου συμμετοχής και παρέμβασης. Κι όχι μόνο κλυδωνίζεται, ακροβατεί, αλλάζει προσανατολισμούς, αναζητεί νέες στρατηγικές. Χτεσινοί άξονες, στυλοβάτες του εγχειρήματος, έχουν καταρριφθεί, το ευρώ τρεμοσβήνει, ξαναπαίρνει ώθηση ο ευρωατλαντισμός, ανατέλλει η Ευρώπη των σπαρασσόμενων εθνικισμών, ο φασισμός ξανασηκώνει κεφάλι, ο πόλεμος ξαναφουντώνει στη Γηραιά Ήπειρο.

Μόνο μια δημοκρατική επανάσταση, μόνο μια επανάσταση της Δημοκρατίας μπορεί να ανοίξει άλλο δρόμο. Κάτι ανάλογο και αντίστοιχο της επανάστασης του 1848. Δύο μεγάλοι πολιτικοί στόχοι μπορούν να ανοίξουν το δρόμο μιας μεγάλης ευρωπαϊκής, πανευρωπαϊκής στροφής (επανάστασης-ριζικής αλλαγής) που να φέρει τη σφραγίδα του κόσμου της εργασίας και των λαών της Ευρώπης:
Να γκρεμιστεί η γερμανική Ευρώπη, η κυριαρχία του μερκελισμού. Αυτός ο πολιτικός στόχος μπορεί σήμερα να συνενώσει πολλές δυνάμεις και να δημιουργήσει άλλους όρους.

Να προωθηθεί η ενότητα του Νότου ενάντια στον Βορρά της Ευρώπης. Δεν πρόκειται για απλά γεωγραφικούς όρους. Πρόκειται κυρίως για διαδικασίες συντονισμού, κοινών στόχων, κοινών διεκδικήσεων, ενότητας ανάμεσα σε δυνάμεις που αντικειμενικά (και υποκειμενικά στην συνέχεια) έχουν πρωταρχικό συμφέρον (για να επιζήσουν) να συμπαραταχθούν ενάντια στον «Βορρά».

Τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και σε τοπικό (ελλαδικό) επίπεδο η εναλλακτική προοπτική είναι κυρίως πολιτικής φύσης και δευτερευόντως ζήτημα οικονομικών μέτρων ή οικονομικής πολιτικής. Η υπαγωγή της πολιτικής στη σφαίρα της αγοράς και της οικονομίας, η γενικευμένη αποπολιτικοποίηση που θέλουν να επικρατήσει είναι ένα είδος ευνουχισμού κάθε δυνατότητας χειραφέτησης που δεν μπορεί παρά να εκκινήσει από την σφαίρα της πολιτικής και διά της πολιτικής. Η επανεισαγωγή της πολιτικής στο κέντρο, στο τιμόνι, θα απελευθερώσει δυνατότητες και θα ακυρώσει την αυτοκτονία της σκέψης που έχει επιβάλλει ο νεοφιλελεύθερος οικονομισμός.




Tagged : / / / /

Είναι οι πλατείες γεμάτες; άρθρο στο Δρόμο της Αριστεράς (φ.212, 3/5/2014)

Τι ζητάνε τόσοι Υδραίοι στρατηγοί στα εκλογικά παραβάν; Τι φοβούνται;



Το απόσπασμα που ακολουθεί ανήκει στην ποιητική σύνθεση του Νίκου Εγγονόπουλου Μπολιβάρ. Ένα ελληνικό ποίημα το οποίο γράφτηκε στη διάρκεια της Κατοχής (το χειμώνα του 1942-1943) κυκλοφόρησε αρχικά σε χειρόγραφα αντίγραφα, διαβάστηκε σε συγκεντρώσεις αντιστασιακού χαρακτήρα και δημοσιεύτηκε το 1944. Πρόκειται για ένα μεγάλο συνθετικό ποίημα, με υπερρεαλιστικά στοιχεία και με περιεχόμενο που αναφέρεται σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος είναι ο Σ. Μπολιβάρ, πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης σε πολλά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Νότιας Αμερικής (1810-1830) ενάντια στους Ισπανούς κατακτητές.

Συμπέρασμα: 
Μετά την επικράτησιν της νοτιοαμερικανικής επαναστάσεως στήθηκε στ’ Ανάπλι και τη Μονεμβασιά, επί ερημικού λόφου δεσπόζοντος της πόλεως, χάλκινος ανδριάς του Μπολιβάρ. Όμως, καθώς τις νύχτες ο σφοδρός άνεμος που φυσούσε ανατάραζε με βία την ρεντιγκότα του ήρωος, ο προκαλούμενος θόρυβος είτανε τόσο μεγάλος, εκκωφαντικός, που στέκονταν αδύνατο να κλείση κανείς μάτι, δεν μπορούσε να γενή πλέον λόγος για ύπνο. Έτσι οι κάτοικοι εζήτησαν και, διά καταλλήλων ενεργειών, επέτυχαν την κατεδάφιση του μνημείου.

Ύμνος αποχαιρετιστήριος του Μπολιβάρ 
(Εδώ ακούγονται μακρινές μουσικές που παίζουν, μ’ άφθαστη μελαγχολία, νοσταλγικά λαϊκά τραγούδια και χορούς της Νοτίου Αμερικής, κατά προτίμησιν σε ρυθμό sardane)

στρατηγέ
τι ζητούσες στη Λάρισα
συ
ένας
Υδραίος;


Αυτόν τον τελευταίο στίχο του τεράστιου ποιήματος Μπολιβάρ: Ένα ελληνικό ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου, γραμμένου στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, χρησιμοποίησε ο λίγος κι ούτε πνευματώδης Ευ. Βενιζέλος για να διασκεδάσει την επανεμφάνιση του Γ. Α. Παπανδρέου.
Τέσσερα χρόνια μετά την εξαγγελία από το Καστελόριζο της ένταξης της χώρας σε καθεστώς επιτροπείας, τρία χρόνια μετά τις πλατείες και δύο χρόνια μετά τις εκλογές, έχει διανυθεί μια μεγάλη απόσταση, έχουν αλλάξει πολλά αλλά η κατάσταση του λαού και της κοινωνίας δεν έχει βελτιωθεί.

Τέσσερα χρόνια μετά, ο ΓΑΠ επανακάμπτει, αφού είχε θεωρηθεί υπεύθυνος για τη χρεοκοπία και μάλιστα φορώντας μια φορεσιά που λίγο απέχει από εκείνη του αντιμνημονιακού… Άλλωστε, υπάρχει καμιά πολιτική δύναμη που να εμφανίζεται ως υποστηρικτής των μνημονίων; Ομνύουν στο «τέλος των μνημονίων», ενώ ξέρουν ότι υπηρετούν ένα ειδικό καθεστώς που καταστρέφει τη χώρα.

Στα χρόνια που μεσολάβησαν τινάχτηκε στον αέρα το πολιτικό σκηνικό του πάλαι ποτέ κραταιού δικομματισμού, το πολιτικό σύστημα ένιωσε τεράστια απειλή από το λαό που ζητούσε το ξεθεμελίωμά του και ο ριζοσπαστισμός έκανε βήματα μπροστά, ταράζοντας τη μεταπολιτευτική ησυχία.

Από τις εκλογές του 2012 εισήλθαμε σε μια παρατεταμένη φάση όπου η κινητοποίηση και η αμφισβήτηση έδωσε τη θέση της σε μια στάση ανάθεσης, υποστροφής του ριζοσπαστισμού και ενός διπολισμού κοινοβουλευτικού χαρακτήρα. Οι κοινωνικοί χώροι δεν ανασυγκροτήθηκαν στη βάση στόχων και εναλλακτικών, πολιτικό ρεύμα διεξόδου δεν δημιουργήθηκε – ούτε καν επιχειρήθηκαν τέτοια εγχειρήματα. Κοινώς, «τρώγαμε από τα έτοιμα» κι έτσι σήμερα έχουμε μια κρίσιμη και αμφίρροπη εκλογική αναμέτρηση που με άλλους όρους θα έπρεπε να είναι «περίπατος», που έπρεπε να έχει επιβληθεί πολύ νωρίτερα, που έπρεπε να γίνει με όρους μεγάλου λαϊκού μαζικού κινήματος.


Για πολλούς λόγους τα πράγματα εξελίχθηκαν όπως εξελίχθηκαν και έτσι έχουμε μπροστά μας τρία βασικά και κεντρικά καθήκοντα:
α) Να αντιστραφεί η πορεία υποστροφής του λαϊκού παράγοντα για να ανταποκριθεί σε δύσκολα και πολύ πιο σύνθετα καθήκοντα (δύο χρόνια δεν έγινε καμιά σοβαρή προετοιμασία).
β) Να απαντηθεί η συνδυασμένη προσπάθεια να στηθεί ξανά το πολιτικό σύστημα σε παλιές βάσεις, κυρίως μέσα από μια κεντροαριστερή ανασύσταση.
γ) Να ακυρωθούν όλοι οι σχεδιασμοί που σκοπό έχουν να υποχωρήσουν τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά που έφερε η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ στο 27% και να μετατραπεί αυτός σε μια ακίνδυνη δύναμη που θα εκβάλλει στον κεντροαριστερό χώρο.
Η εικόνα που θέλουν να δώσουν τα ΜΜΕ και οι εταιρίες δημοσκοπήσεων είναι ότι η διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα (Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ) είναι μικρή και ότι επίσης το άθροισμά τους είναι μικρό. Δεν νοιάζονται να κάνουν την πρόσθεση Ν.Δ. συν ΠΑΣΟΚ γιατί τα νούμερα που θα συγκεντρώνονταν είναι απογοητευτικά.
Ας υποθέσουμε όμως πως υπάρχει μια περιοχή της κοινωνίας που έχει πληγεί από τα μνημόνια αλλά δεν πείθεται από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η περιοχή υπάρχει και υποδηλώνεται από τον «Κανένα» που κάνει την επανεμφάνισή του. Ένας «Κανένας» πιο δύσπιστος, πιο κλειστός, πιο κουρασμένος. Δυνατός, όμως, και αποφασιστικός παράγοντας για τις εξελίξεις. Κανένας δεν ξέρει πώς θα συμπεριφερθεί, πώς θα αντιδράσει, πώς θα τιμωρήσει και σε ποια δοσολογία στις τριπλές, σύνθετες εκλογές που έχουμε μπροστά μας. Ίσως δεν δώσει ένα μόνο μήνυμα αλλά πολλαπλά σε κάθε κάλπη.
Η ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος, η εκκόλαψη της νέας κεντροαριστεράς με δυναμικό τρόπο, οι προσπάθειες «κοντέματος» του ΣΥΡΙΖΑ, η ύπαρξη του επικίνδυνου και απρόβλεπτου «Κανένα», όλα αυτά προσδίδουν τη μεγάλη ρευστότητα και προμηνύουν ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις την επαύριο των εκλογών.
Το ζητούμενο είναι προς ποια κατεύθυνση; Η απάντηση θα δοθεί από την ανταπόκριση (κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ) στα τρία καθήκοντα που περιγράφτηκαν πιο πάνω και κυρίως από τη συνάντησή του με τον «Κανένα». Επαφή δύσκολη, ζωογόνα, που απαιτεί υπερβάσεις και δεσμεύσεις καθαρές και ορατές διά γυμνού οφθαλμού.




Tagged : / / /

Δήλωση, 24/4/2014

Αυτή τη στιγμή πρώτιστο καθήκον είναι η μεγάλη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές. Το κλίμα που αποπνέουν ορισμένα γεγονότα της εσωκομματικής ζωής του ΣΥΡΙΖΑ και, ακόμα περισσότερο, εκείνο που προσπαθούν να καλλιεργήσουν τα δυναμικά κέντρα του συστήματος είναι σε πλήρη αντίφαση με το κλίμα που επικρατεί ανάμεσα στον απλό κόσμο και το οποίο εισπράττουμε στις μαζικές συγκεντρώσεις σε όλες τις περιοχές της χώρας.
 
Επαναλαμβάνω, ακόμα πιο εμφατικά, αυτό που είχα πει σε παλιότερη συνεδρίαση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ: «Υπάρχει η απαίτηση να ξανασυνδεθεί η πολιτική με την ηθική, να ηθικοποιηθεί η πολιτική». Επισημαίνω ότι οι δικές μου τοποθετήσεις για όλα τα βασικά θέματα γίνονται στα όργανα και τις διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ και καθένας μπορεί να ανατρέξει σε ό,τι έχω πει.
 
Σε ό,τι αφορά πολλά πρόσφατα δημοσιεύματα, δηλώνω κατηγορηματικά ότι δεν με αφορούν και δεν με αγγίζουν. Το ίδιο ισχύει και για το επίμαχο δημοσίευμα της «Αυγής». Όποιος επιθυμεί περισσότερες «απαντήσεις», ας απευθυνθεί στην «Αυγή» και σε όσους προωθούν σενάρια και διαρροές.
 
Σήμερα γίνεται ακόμη επιτακτικότερη η ανάγκη μαχητικής ενότητας. Ας ευθυγραμμιστούμε όλοι με τη λαϊκή απαίτηση να γυρίσει ο τόπος σελίδα και να απαλλαγούμε από το σημερινό καθεστώς.
Οι απολογισμοί μπορούν και πρέπει να γίνουν μετά τις εκλογές.
 
24/4/2014
Ρούντι Ρινάλντι
Μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ
Tagged : / / /

Τοποθέτηση στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, 13/04/2014

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Τυχαίνει να είμαι μέλος της επιτροπής για τη ευρωδιακήρυξη και της πενταμελούς επιτροπής για το ευρωψηφοδέλτιο. Η συζήτηση που γίνεται αυτήν την στιγμή εδώ αφορά τη διακήρυξη. Το λέω μεθοδολογικά, γιατί αν πω κι εγώ δύο τρία ονόματα ή πω κάποια κριτήρια για το ψηφοδέλτιο, υπονομεύω την συζήτηση και πάω αλλού το θέμα. 

Έχω μια αγωνία και σας τη λέω καθαρά: Το κόμμα δεν είναι προσανατολισμένο για την μάχη των ευρωεκλογών. 
Είναι απορροφημένο στις αυτοδιοικητικές εκλογές άντε και στις περιφερειακές. Αυτό είναι το πρώτο πολιτικό ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Δηλαδή, σαν καθοδηγητικό όργανο, που είναι η Κεντρική Επιτροπή, πρέπει να προσανατολίσουμε το κόμμα και να στοιχίσουμε σωστά τις  δυνάμεις μας προς μια κατεύθυνση, έτσι ώστε να μπορέσει να έρθει η νίκη στις ευρωεκλογές στις 25 Μαΐου. 

Αυτό δεν είναι δεδομένο, δεν υπάρχει κάποια σιγουριά. Εγώ αγωνιώ περισσότερο για αυτό, παρά, να το πω έτσι, για τις λεπτομέρειες που θα υπάρξουν στα κείμενα, ακόμα και στο ψηφοδέλτιο. Θα ήθελα να είχαμε ήδη, δέκα, είκοσι, είκοσι πέντε ονόματα υποψηφίων που θα συμφωνούσαμε όλοι εδώ. Και τον επόμενο ένα μήνα να δίναμε ολόψυχα τη μάχη. Αυτή τη στιγμή όμως είμαστε ακόμα στο «αλλά», αμφιταλαντευόμενοι. Μπαίνουν διάφοροι προβληματισμοί: πώς θα νικήσουμε, εάν μπορούμε να νικήσουμε με τέτοιο κόμμα, με τις κόντρες που υπάρχουν, κλπ. Δεν είναι καλή η κατάσταση στο κόμμα και το ξέρετε όλοι από καιρό. Δεν είναι καινούργιο θέμα αυτό. Για παραγοντισμούς, για σοσιαλδημοκρατικοποιήσεις κλπ.
Τις εκλογές θα τις νικήσουμε με μια θαρραλέα πορεία προς το λαό, αυτόν τον ενάμισι μήνα που έχει μείνει αυτήν την στιγμή. Εκεί είναι το κλειδί! Εκεί θα δοθεί η απάντηση ακόμα και στο ζήτημα του κόμματος, που μπορεί να χρειάζεται ακόμα και μετά από ένα χρόνο από το Συνέδριο μια πιο ουσιαστική επανίδρυση.

Θέλω να σας πω ότι η απόσταση από το 2009 και από το 2012 είναι πολύ μικρή. Μπορούμε να πάθουμε ότι πάθαμε το 2009, που περιμέναμε 2-3 ευρωβουλευτές και βγάλαμε μόνο έναν, δηλαδή να μην νικήσουμε στις επόμενες εκλογές. Όμως μπορεί και να έχουμε μια μεγάλη νίκη σαν το 2012. Από εμάς εξαρτάται και τις σχέσεις που αναπτύσσουμε με την ελληνική κοινωνία.

Αυτό προϋποθέτει μια πορεία προς το λαό, τώρα αλλά και σταθερά. Σε αυτό το σημείο πρέπει να σκεφθεί ο καθένας τι κάνει για αυτή την πορεία προς το λαό, τι δυνατότητες έχουμε, ποια είναι τα ισχυρά μας χαρτιά σε αυτή την πορεία και ποια είναι τα χρήσιμα στοιχεία που έχουμε και μπορούμε να αξιοποιήσουμε για να πάμε να μιλήσουμε και να συνδεθούμε με τον κόσμο. 

Επομένως θέλω να πω, ότι ακόμα και με τα προβλήματα που έχει το κόμμα πρέπει να δώσουμε τη μάχη και να νικήσουμε. Και να μην προεξοφλούμε ότι δεν μπορούμε με ένα τέτοιο κόμμα να νικήσουμε, όπως ειπώθηκε πριν από κάποιους συντρόφους. Βοηθούν τέτοιες τοποθετήσεις; Και σε τι; Και εγώ έχω μεγάλο πρόβλημα με τους παραγοντισμούς και με έχετε ακούσει να μιλάω πολλές φορές σχετικά. Η στιγμή όμως αυτή είναι στιγμή που πάμε να δώσουμε τη μάχη. Και η σημαντική αυτή μάχη πρέπει να δοθεί με τους καλύτερους δυνατούς όρους.

Δεύτερο σημείο, η διακήρυξη. Πιστεύω ότι λείπει ένα μεγάλο θέμα από τη διακήρυξη, το βασικό: Ποια είναι η άποψή μας για το πολιτικό οικοδόμημα της Ευρώπης. Υποστηρίζω ότι χρειαζόμαστε μια επανάσταση της δημοκρατίας στην Ευρώπη. Που να σημαίνει: κύρος και δύναμη στα εθνικά κοινοβούλια, αλλαγή και αποφασιστικότητα στο ευρωκοινοβούλιο. Όλοι οι θεσμοί οι οποίοι δεν στηρίζονται πουθενά, σε καμία λαϊκή νομιμοποίηση (ούτε καν σε θεσμική πλέον), να αμφισβητηθούν. Να τεθεί σε κίνηση μια διαδικασία ανατροπών σε ολόκληρη την Ευρώπη. 
Η φράση, «της επανάστασης της δημοκρατίας στην Ευρώπη», είναι μια πολύ καλή φράση που την έχει πει ο σύντροφος Νίκος Χουντής. Πρέπει να προστεθεί αυτός ο πολιτικός όρος στη σκέψη, την ορολογία και τη στρατηγική μας για να μπορούμε να μιλάμε για οποιαδήποτε αλλαγή. Διότι, το να αναφέρουμε γενικά τους πόθους μας για μια Ευρώπη οικολογική, φεμινιστική, ειρηνική κλπ., είναι μεν καλό αλλά παραμένει απλά μια έκθεση ιδεών και επιθυμιών. Με αυτόν τον τρόπο όμως δεν τίθενται οι πολιτικοί όροι που θα επιτρέψουν τέτοιες τεράστιες, όσο και αναγκαίες, αλλαγές.

Σχετικά με την πολιτική κατάσταση δύο είναι τα κεντρικά θέματα που έχουμε μπροστά μας. Πρώτον, την υποστροφή της λαϊκής διαθεσιμότητας. Δεν πάμε με το κλίμα που υπήρχε το 2012 στις εκλογές. Ο κόσμος είναι πιο μουδιασμένος και  δείχνει μια ορισμένη ανάθεση και απογοήτευση. Το δεύτερο είναι η κεντροαριστερή ανασύσταση που επιχειρείται και θα μας κάνει ζημιά αν δεν την υπολογίσουμε σοβαρά. Εάν κάνουμε μέτωπο προς το Βενιζέλο και υπάρχει μόνο μια πόλωση απέναντι στο Βενιζέλο και στον Σαμαρά, ξεχνάμε ότι όλοι οι άλλοι δουλεύουνε για να καρπωθούν και να στήσουν ένα κεντροαριστερό «μαγαζί» στη χώρα και να μας πιέσουν να μετατοπιστούμε. 
Τι λέει η ιστορία; Το 1958 η αριστερά παίρνει 24%, 79 βουλευτές και βρίσκεται στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το 1961 συγκροτείται η Ένωση Κέντρου. Από κομματίδια, από το τίποτα, που ήταν τσακωμένοι μεταξύ τους. Αυτή η σύσταση του Κέντρου και μια πολιτική της Αριστεράς προς το Κέντρο, που έλεγε ότι μόνο μέσω του Κέντρου μπορεί να πετύχει κάτι, μετέτρεψε την Αριστερά σε ουραγό του Κέντρου. Αυτήν την στιγμή τι γίνεται; Έχουμε το 27% του ΣΥΡΙΖΑ και θέλουν να το χαμηλώσουν, να το χτυπήσουν, να το εξαφανίσουν. Πάνε να δημιουργήσουν ξανά μια κεντροαριστερή δύναμη, από Ποτάμι, από Ελιά, από Γ.Α.Π., από ΔΗΜΑΡ αν θέλετε, και από άλλους, άσχετους από όλο αυτό το πράγμα που έχει βγει, και να μας πιέσουν να είμαστε σε συνεργασία με αυτή την κατάσταση και να μας βάλουν όρια. Να μας ευνουχίσουν πολιτικά. Αυτό είναι το κεντρικό πολιτικό ζήτημα που έχουμε σήμερα. Και για τα επόμενα ένα-δύο χρόνια αυτό θα είναι το κεντρικό θέμα: αν θα πρωταγωνιστήσει η Αριστερά ή αν η Αριστερά θα μετατραπεί, θα πιεστεί προς πιο κεντροαριστερές θέσεις. 
Επομένως, απλά και μόνο πόλωση δεν βοηθάει. Γιατί όταν γίνεται πόλωση εμείς παλεύουμε με τον ένα πόλο, τον κυβερνητικό, και οι άλλοι δουλεύουν με διάφορους τρόπους και κερδίζουν έδαφος. 

Αυτά λοιπόν είναι τα δύο βασικά σημεία που βλέπω. Δηλαδή το πώς να σηκωθεί ο κόσμος, να χαμογελάσει και να υπάρξει εμπιστοσύνη και όραμα. Αυτό στην τακτική μας σημαίνει να δεσμευτούμε άμεσα σε μερικές θέσεις που να δείχνουν το σχέδιό μας για τη διέξοδο της χώρας και την αξιοπιστία μας. Και δεύτερον, αναμέτρηση με τα σενάρια της κεντροαριστερής ανασύστασης, γιατί αυτή μπορεί να λειτουργήσει σαν δούρειος ίππος για την προσπάθεια της Αριστεράς και να αποδειχθεί πιο μεγάλος εχθρός από το σημερινό κυβερνητικό μπλοκ.

Σας ευχαριστώ
Tagged : / / /

«Η υπόθεση της ελπίδας για μια άλλη πραγματικότητα δεν είναι υπόθεση ενός κόμματος ή μιας κυβέρνησης», συνέντευξη στον Παρατηρητή της Θράκης, 21/3/2014

Η πρωτότυπη δημοσίευση εδώ

Ο Ρούντι Ρινάλντι είναι μέλος της γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ και υπεύθυνος της εκλογικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ για τις ευρωεκλογές. Είναι ο «ιθύνων νους» πίσω από τη μεγάλη καμπάνια του Αλέξη Τσίπρα, που ξεκίνησε από την Κομοτηνή και θα συνεχιστεί σ’ όλες τις περιφέρειες της χώρας αλλά και σε πολλά μέρη της Ευρώπης, καθώς ο Αλέξης Τσίπρας είναι υποψήφιος πρόεδρος της Κομισιόν με το κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Με αφορμή λοιπόν την επίσκεψη πριν μερικές μέρες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην Κομοτηνή, ο «ΠτΘ» συνομίλησε με τον κ. Ρινάλντι για την ευρωπαϊκή υποψηφιότητα του κ. Τσίπρα, την αντιμετώπιση του ΣΥΡΙΖΑ από τα ΜΜΕ, την κατάσταση στην Ελλάδα, την αλληλεγγύη που μπορεί να εξουδετερώσει τον φόβο, το «σύστημα» που διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας και δεν είναι πλέον παντοδύναμο, «πιστεύω ότι υπάρχει ένα σύστημα «ανατιναγμένο», που έχει φοβηθεί η καρδούλα του δύο –τρεις φορές από το 2011 μέχρι τώρα», μας είπε, αλλά και την προοπτική να υπάρξει μια διαφορετική Ευρώπη…

Ρούντι Ρινάλντι όμως…


«Η υποψηφιότητα του Αλέξη Τσίπρα ως προέδρου της Κομισιόν είναι μια πολύ μεγάλη αναγνώριση και δείχνει το μεγάλο ειδικό βάρος που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ και στα ευρωπαϊκά πράγματα»

ΠτΘ: Πώς αξιολογείτε την υποψηφιότητα του Αλέξη Τσίπρα ως προέδρου της Κομισιόν;

Ρ.Ρ.: Είναι μια αναγνώριση των αγώνων που έχει κάνει ο ελληνικός λαός τα τελευταία χρόνια. Χωρίς αυτή την ιδιαιτερότητα των αγώνων και των κινημάτων που υπήρξαν στην Ελλάδα και χωρίς την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ σε πρώτη αριστερή δύναμη, σε χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης πολιτικά, καθώς δεν υπάρχει κάποιο άλλο κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς που να διεκδικεί τη διακυβέρνηση της χώρας του, δεν θα υπήρχε αυτή η υποψηφιότητα. Από αυτήν την άποψη η υποψηφιότητα του Αλέξη Τσίπρα ως προέδρου της Κομισιόν αποτελεί μια πολύ μεγάλη αναγνώριση και δείχνει το μεγάλο ειδικό βάρος που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ και στα ευρωπαϊκά πράγματα.
«Εκείνος που κατασυκοφαντήθηκε και χτυπήθηκε, ο υποψήφιος της αριστεράς είναι υποψήφιος και για την Κομισιόν»

ΠτΘ: Απαξιώνεται όμως συστηματικά από τα ελληνικά ΜΜΕ αυτή η υποψηφιότητα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα χωρίς επιχειρηματολογία. Πιστεύετε όμως τελικά ότι υπάρχει προοπτική και ελπίδα;

Ρ.Ρ.: Όχι μόνο το πιστεύω αλλά είμαι βέβαιος. Κατ’ αρχάς μας γίνεται ένας βρώμικος πόλεμος, θα θυμόσαστε το κλίμα που υπήρχε στις εκλογές του 2012. Ήταν πρωτοφανές, οι γερμανικές εφημερίδες εξέδιδαν κείμενα στα ελληνικά για να μην ψηφιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα ακόμη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αναγκασμένοι να αποδεχτούν μια καινούργια πραγματικότητα. Εκείνος που κατασυκοφαντήθηκε και χτυπήθηκε, ο υποψήφιος της αριστεράς είναι υποψήφιος και για την Κομισιόν. Είναι μια μεγάλη αναγνώριση και για τον ελληνικό πολιτικό κόσμο. Επειδή όμως ο ελληνικός πολιτικός κόσμος είναι πλήρως υποταγμένος στα μνημόνια και έχει συνδέσει την ύπαρξή του με όλη αυτή την καταστροφή που βιώνουμε, είναι πολύ φυσιολογικό να θέλει να υποβαθμίσει τη σημασία της αναγνώρισης του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. 


«Η υποψηφιότητα του Αλέξη Τσίπρα για την προεδρία της Κομισιόν ανατρέπει τη θεωρία των δύο άκρων»

ΠτΘ: Την προσπάθεια απαξίωσης και το κλίμα φόβου που καλλιεργείται προς ό,τι έχει σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ τα εισπράττετε γενικά σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, μια και έχετε γυρίσει αρκετά της μέρη;

Ρ.Ρ.: Έχει γίνει μεγάλη προπαγάνδα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κάτι περίεργο και επικίνδυνο, ότι ασχολείται με πτυχές της πολιτικής και κοινωνικής ζωής που είναι επικίνδυνες ή παραβατικές, σχετιζόμενες με τρομοκρατικές ενέργειες κ.τ.λ. Αυτή η θεωρεία των δύο άκρων λοιπόν είναι κατευθυνόμενη βγαίνει μέσα από τα υπόγεια της λεωφόρου Συγγρού, τις μονταζιέρες του κ. Μουρούτη και προσπαθεί να κάνει ζημιά στο ΣΥΡΙΖΑ.

Όμως η υποψηφιότητα του Αλέξη Τσίπρα για την προεδρία της Κομισιόν ανατρέπει και σκορπίζει στους τέσσερις ανέμους τη θεωρία των δύο άκρων, που θέλει με επιμονή και με μια ακροδεξιά ατζέντα να επιβάλει ο κ.Σαμαράς. Το πρόβλημα και η ανησυχία του κόσμου είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να κάνουμε αυτά που εξαγγέλλει και αν η χώρα θα μπορέσει να μας πάει πιο μπροστά από εκεί που είμαστε σήμερα.



«Δεν είναι προϋπόθεση για να κερδίσουμε τις εκλογές η παρουσία μας στα μεγάλα κανάλια»

ΠτΘ: Με τον ίδιο τρόπο όμως βλέπουμε ότι σας αντιμετωπίζουν και πολλά ΜΜΕ…

Ρ.Ρ.: Συμφωνώ. Ξέρετε, σε όλες τις συγκεντρώσεις, συζητήσεις και διαβουλεύσεις που γίνονται στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ ή και κινηματικών διαδικασιών, υπάρχει μια εχθρότητα και μια αγανάκτηση για τα ΜΜΕ. Δεν μας κοστίζει καθόλου να μην εμφανιζόμαστε σε μεγάλα κανάλια από τη στιγμή που μας κάνουν αυτόν τον πόλεμο. Δεν είναι προϋπόθεση για να κερδίσουμε τις εκλογές η παρουσία μας στα μεγάλα κανάλια, τουναντίον νομίζω θα προβλημάτιζε περισσότερο ένα «εμπάργκο» δικό μας απέναντι σ’ αυτά τα κανάλια που κρατούν επιθετική στάση και διαστρεβλώνουν συστηματικά τις θέσεις μας, που λένε ό,τι θέλουν ή εντάσσονται σε αυτή τη προσπάθεια συκοφάντησης. Ο Ταρίκ Αλή που είχε έρθει στο φεστιβάλ της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ, είπε πως όλες οι αλλαγές που γίνονται στην Λατινική Αμερική μέσα από κοινωνικά μπλοκ που εκλέχθηκαν με δημοκρατικές διαδικασίες, είχαν όλα τα ΜΜΕ ενάντιά τους, όμως αυτό δεν τους εμπόδισε να νικήσουν στις εκλογές. Με αυτό θέλω να πω πως αν έχουμε ένα καθαρό πολιτικό στίγμα, αν η δέσμευσή μας απέναντι στον λαό είναι σαφής, δεν θα είναι εμπόδιο ο πόλεμος που δεχόμαστε από τα ΜΜΕ.


«Ο ΣΥΡΙΖΑ μερικές φορές τείνει προς την εσωστρέφεια κι αυτό μας κοστίζει»

ΠτΘ: Κάνοντας πολιτική αυτοκριτική, το κόμμα σας στην πορεία προς τη διακυβέρνηση της χώρας πώς το κρίνετε; Θεωρείτε ότι δεν εμφανίζει σε αρκετές περιπτώσεις «εσωστρέφεια» και «ναρκισσισμό»; 

Ρ.Ρ.: Είμαστε ένα κόμμα που είχε μια εκτίναξη από το 4,5% στο 27%, που όμως δεν μεταφράστηκε ακόμα σε μια ωριμότητα και σε μια δομή αντίστοιχη. Ο κόσμος δεν μπορεί την εσωστρέφεια, ο ΣΥΡΙΖΑ μερικές φορές τείνει προς την εσωστρέφεια κι αυτό μας κοστίζει. Δεν είναι βέβαια πρόθεσή μας η εσωστρέφεια. Θέλουμε ένα μεγάλο μαζικό, λαϊκό πραγματικά αριστερό κόμμα, που να έχει πολιτικοποίηση, λειτουργία και ρόλο. Είμαστε το μόνο κόμμα που όλοι οι αντιπρόσωποί μας σε όλες τις διαδικασίες βγαίνουν απευθείας από την οργάνωση μελών. Και επίσης έχουμε θεσπίσει τον υποστηριχτή, τον φίλο του κόμματος, για ομάδες ατόμων που δεν θέλουν για κάποιους λόγους να γίνουν μέλη του κόμματος αλλά συνεργάζονται και δουλεύουν μαζί με εμάς.


«Ακόμα και ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί χάρις την ευσυνειδησία κάποιων ανθρώπων που δεν τα έχουν μουντζώσει όλα να σηκωθούν να φύγουν»

ΠτΘ: Δηλαδή θωρείται ότι η αλληλεγγύη είναι βασική συνιστώσα του κόμματος ακόμη και για άτομα που δεν έχουν ιστορικό ΣΥΡΙΖΑ, είναι όμως στην πράξη προοδευτικοί πολίτες και όρθιοι άνθρωποι… 

Ρ.Ρ.: Γύρω από την έννοια της αλληλεγγύης την οποία έχουμε καλλιεργήσει και δουλέψει πολύ. Έχουμε δημιουργήσει δομές αλληλεγγύης, συλλογικά τραπέζια, εκδηλώσεις για τα παιδιά, δράσεις χωρίς μεσάζοντες, ιατρεία, κοινωνικά παντοπωλεία σε όλη την Ελλάδα και τα βοηθάμε και τα ενισχύουμε χωρίς να είναι άμεσα κομματικές αυτές οι δομές. Και αυτό νομίζω πως είναι κάτι καινούργιο για τα ελληνικά δεδομένα. Παλιότερα η πολιτικοποίηση και η συμμετοχή σε ένα κόμμα δεν είχε καθόλου το κοινωνικό στοιχείο και την άμεση εμπλοκή στην κοινωνία. Για να έχουν για παράδειγμα ρεύμα κάποιες οικογένειες δεν μπορεί να περιμένουμε πότε θα αποφασίσει ο δήμαρχος να πάει να επανασυνδέσει το ρεύμα, αυτές οι δομές αλληλεγγύης που προανέφερα όμως πάνε και το επανασυνδέουν. Αν έλειπε η εθελοντική δουλειά που κάνει ο κόσμος στις δομές αλληλεγγύης, όχι μόνο τις δικές μας αλλά και άλλων φορέων, όπως της εκκλησίας, δεν θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε πώς επιζεί ένας λαός σήμερα. Ακόμα και ο κρατικός μηχανισμός αυτή τη στιγμή λειτουργεί χάριν της ευσυνειδησίας κάποιων ανθρώπων που δεν τα έχουν «μουντζώσει» όλα να σηκωθούν να φύγουν.

«Δεν νιώθω ότι υπάρχει ένα παντοδύναμο σύστημα αλλά ότι υπάρχει ένα σύστημα “ανατιναγμένο”»

ΠτΘ: Αισθάνεστε ότι αυτό που αποκαλούμε στη χώρα κυβερνών σύστημα είναι παντοδύναμο;

Ρ.Ρ.: Δεν νιώθω ότι υπάρχει ένα παντοδύναμο σύστημα. Πιστεύω ότι υπάρχει ένα σύστημα «ανατιναγμένο», έχει φοβηθεί η καρδούλα τους δύο –τρεις φορές από το 2011 μέχρι τώρα. Η κρίση είναι καθολική. Πριν μερικά χρόνια κάποιος μπορεί να ντρεπόταν να πει ότι δεν έχει χρήματα ή ότι έχει χρέη, μας είχαν φτάσει στο σημείο να νιώθουμε τύψεις που είχαμε χρέη. Σήμερα αυτό το έχει ξεπεράσει ο κόσμος, γιατί λίγο πολύ χρωστάμε όλοι. Αισθάνομαι την ανάγκη όμως να πω ότι η υπόθεση της ελπίδας δεν είναι υπόθεση ενός κόμματος ή μιας κυβέρνησης. Είναι υπόθεση του καθένα μας να αγωνιστεί γι αυτά και ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι στο πλάι του και θα προσπαθήσει να βοηθήσει όσο μπορεί σ’ αυτόν τον αγώνα.

«Δεν ταυτίζω ποτέ την Ευρώπη και την ιδέα της με την Ευρωπαϊκή Ένωση»

ΠτΘ: Πιστεύετε ότι είναι εφικτό να αλλάξει η Ευρώπη;

Ρ.Ρ.: Υπάρχει το ζήτημα τι ορίζουμε ως Ευρώπη πλέον. Η Ευρώπη είναι μόνο η Ευρωπαϊκή Ένωση; Όμως και μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ίδια η κατάσταση. Είναι άλλη η κατάσταση της Γερμανίας και άλλη της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας ή της Ελλάδας. Η Ευρώπη δηλαδή σαν ιδέα είναι άλλο πράγμα, άλλο σαν κατάσταση. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως ακόμη και σήμερα η Ευρώπη ζει μια μεγάλη αναταραχή, αν θεωρήσουμε την Ουκρανία και τη Ρωσία ευρωπαϊκές δυνάμεις. Δεν ταυτίζω ποτέ την Ευρώπη και την ιδέα της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, παρόλα αυτά όταν μιλάμε για τις διεξόδους που έχει η χώρα μας είμαστε υποχρεωμένοι να σκεφτούμε μέσα σε ποιο πλαίσιο ενδιαφερόμαστε να συζητήσουμε αυτές τις διεξόδους.
Tagged : / /